Η ιστορία είναι πρόσφατη και όλο και κάτι θα έχετε ακούσει. Πριν από περίπου δύο μήνες η έγκριτη Εθνική Λυρική Σκηνή ανακοίνωσε ότι θα ανεβάσει τη «Στρέλλα», μια διασκευή της γνωστής και επιτυχημένης ταινίας του Πάνου Κούτρα που διηγείται την ιστορία μιας τρανς γυναίκας και ενός πρώην καταδίκου – όχι ευτυχώς ως μελό. Οταν ανακοινώθηκε ποιοι θα ερμηνεύσουν τους ρόλους, η σύμβουλος παραγωγής και οι συνεργάτες της αποχώρησαν, καταγγέλλοντας ότι η Λυρική δεν αναθέτει τον κεντρικό ρόλο σε τρανς βαρύτονο. Παρότι πολλοί εξέφρασαν τη διαφωνία τους για τη στάση της, η Λυρική αποφάσισε να μην ανεβάσει την παράσταση έως ότου βρεθεί τρανς βαρύτονος. Περίμενα να ακούσω τι θα έλεγε επί τούτου ο κατά κάποιον τρόπο «μπαμπάς» της «Στρέλλας», δηλαδή ο σκηνοθέτης Πάνος Κούτρας που μας τη γνώρισε. Σε μια συνέντευξή του στα «ΝΕΑ», με την αφορμή της νέας του ταινίας που παίζεται στους κινηματογράφους με τον τίτλο «Dodo» (και είναι όπως όλες οι ταινίες του Κούτρα ενδιαφέρουσα), ο σκηνοθέτης τοποθετήθηκε υπέρ της απόφασης να μην ανεβεί η παράσταση αν δεν υπάρξει τρανς βαρύτονος. Ο Κούτρας τόνισε πως είναι σημαντικό το άτομο που θα πάρει τον ρόλο της Στρέλλας να κουβαλάει τα βιώματα μιας τρανς και πως ο ίδιος για να βρει την πρωταγωνίστριά του, την άψογη Μίνα Ορφανού, έψαξε καιρό. Σύμφωνα με τον σκηνοθέτη, πρέπει να υπάρχει μια βιωματική σχέση του ηθοποιού με τον ρόλο.

Μη νομίζετε ότι αυτό το λέει μόνο ο Κούτρας. Εχουμε να κάνουμε με μια τάση που ξεκίνησε φυσικά από τις ΗΠΑ. Πρόσφατα ο Τομ Χανκς είπε πως αν του ζητούσαν τώρα να είναι πρωταγωνιστής στην ταινία «Φιλαδέλφεια», θα αρνιόταν και θα ζητούσε από τους παραγωγούς να βρουν έναν γκέι ηθοποιό. Η ένσταση σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ότι αν κάποιος σεβαστεί αυτού του είδους την ανάγκη ανάγνωσης των σεναρίων, τότε θα έπρεπε την Ιουλιέτα να τη βλέπουμε μόνο με πρωταγωνίστριες 13χρονες και το κακό είναι ότι σε αυτή την περίπτωση το αριστούργημα του Σαίξπηρ μπορεί και να αποκτούσε μια παιδοφιλική διάσταση, αφού ο Ρωμαίος είναι αρκετά μεγαλύτερος. Η απάντηση που δίνεται από το άλλο στρατόπεδο είναι ότι υπάρχουν φιλμ ή θεατρικά έργα που έχουν μια πολιτική διάσταση για τη LGBΤ κοινότητα, την οποία καλό θα ήταν όποιος θέλει να ασχοληθεί με αυτά να τη σεβαστεί. «Νιώθω ότι, πριν αποφασίσουν, θα έπρεπε να ψάξουν για το αν όντως μπορεί να βρεθεί μια τρανς με πολύ καλή φωνή. Είναι ζητούμενο πρώτα να ψάχνουμε μέσα σε αυτές τις ομάδες, γιατί έτσι αυτά τα άτομα αποκτούν ορατότητα. Είναι ένας τρόπος να μιλήσεις για τα δικαιώματά τους και να ανοίξεις ξανά τη συζήτηση γύρω από θέματα ισότητας» λέει χαρακτηριστικά ο Κούτρας. Και δεν διαφωνώ. Είναι πάντα χρήσιμο να γίνεται και λίγη (ή πολλή) πολιτική (με την ευρεία διάσταση του όρου) μέσω της Τέχνης – να υπάρχουν δηλαδή και μηνύματα και δεύτερα επίπεδα ανάγνωσης και σχόλια για τον κόσμο και τις αντιλήψεις του από την πλευρά του δημιουργού. Και πάντα οι δημιουργοί συνήθιζαν να ψάχνουν για κάποιους ρόλους ανθρώπους που κουβαλούσαν βιώματα: ο Παζολίνι χρησιμοποίησε ερασιτέχνες σικελούς ψαράδες για το «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο», ο Κόπολα ήθελε Ιταλοαμερικανούς για τον «Νονό» (κάνοντας μια μεγάλη εξαίρεση για τον Μάρλον Μπράντο), ο Τζόναθαν Ντέμι διάλεξε τον Αντονι Χόπκινς για τη «Σιωπή των αμνών» για την αγγλική προφορά του. Η άποψη του Κούτρα δεν πρέπει να σκανδαλίζει – είναι σεβαστή. Το θέμα όμως είναι τι κάνουμε αν δεν βρεθεί μια βαρύτονος τρανς. Θέλω να πω ότι η Τέχνη πρέπει σαφώς και να στέλνει μηνύματα, αλλά για να συμβεί αυτό πρέπει να υπάρχει καλλιτεχνικό έργο. Το έργο και το μήνυμά του μετράνε πιο πολύ από το ποιοι θα είναι οι πρωταγωνιστές: ο καλός σκηνοθέτης πρέπει να μπορεί να παίρνει μεγάλες ερμηνείες και από όσους δεν έχουν τα βιώματα των ηρώων που ερμηνεύουν. Αλλιώς ο «Ανθρωπος ελέφαντας» π.χ. δεν θα είχε γυριστεί ποτέ. Και ο Αντονι Πέρκινς για να παίξει στο «Ψυχώ» θα έπρεπε να βαλσαμώσει προηγουμένως τη μάνα του.

Η αναζήτηση του ηθοποιού που θα είναι ο καλύτερος για τον ρόλο πρέπει όντως να είναι μια διαδικασία σχεδόν μανιώδης – ο Κούτρας σε αυτό έχει δίκιο. Ο σκηνοθέτης είναι οραματιστής. Αυτός ξέρει ποιους χρειάζεται και ποιοι ηθοποιοί μπορούν πραγματικά να τον βοηθήσουν. Αν η Λυρική, δηλαδή οι παραγωγοί και ο σκηνοθέτης της «Στρέλλας», έχει αποφασίσει ότι για να ανεβεί όπως πρέπει η παράσταση πρέπει να βρεθεί μια τρανς βαρύτονος, ας την ψάξουν – με έναν μόνο αστερίσκο: ότι τελικά το έργο πρέπει να ανεβεί. Δεν υπάρχει κανένας καλός λόγος που να δικαιολογεί τη ματαίωση μιας παράστασης. Ούτε ένας.

Η προβολή των δικαιωμάτων διαφόρων κοινοτήτων μπορεί να είναι σκοπός καλλιτεχνικής δημιουργίας και να λειτουργεί ως σπίθα έμπνευσης: στους ανέμπνευστους καιρούς μας είναι ωραίο να υπάρχουν αυτές οι σπίθες. Ας μην τις σβήνουν πολιτικές και άλλες προκαταλήψεις. Πριν από χρόνια είχε κάνει πολύ μεγάλη επιτυχία μια παράσταση που λεγόταν «Ο Εβρος απέναντι».
Ο σπουδαίος ηθοποιός Ταξιάρχης Χάνος ερμήνευε τον ρόλο ενός βασανισμένου Κούρδου που είχε περάσει με τα χίλια ζόρια τα ελληνοτουρκικά σύνορα χωρίς να βρει στη χώρα μας όσα έψαχνε. Υπήρχαν πολλοί θεατές που πήγαιναν στο τέλος της παράστασης και εξέφραζαν στον καλό ηθοποιό τη συμπάθειά τους για όσα έχουν περάσει οι Κούρδοι – όλοι αυτοί πίστευαν πως ο Χάνος ήταν Κούρδος, τόσο πειστική ήταν η ερμηνεία του και τόσο δυνατό το συναίσθημα που προκαλούσε. Ο ηθοποιός νομίζω πως σπανίως έλεγε σε όποιον του εξέφραζε τον θαυμασμό του για τα βάσανα του κουρδικού λαού ότι είναι Ελληνας και Πηλιορείτης. Και δεν το έκανε γιατί συνέχιζε να παίζει τον ρόλο του Κούρδου και μετά το τέλος της παράστασης, αλλά γιατί ένας από τους σκοπούς του έργου ήταν να προκαλέσει τέτοια αισθήματα. Η Τέχνη πρέπει να παράγει συναισθήματα. Συχνά είναι χρησιμότερα και πιο δύσκολα στην παραγωγή από την πολιτική ορθότητα…