Κακά νέα, Ευρώπη: το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν πρόκειται να σας σώσει. Το τέλος του καλοκαιριού φέρνει ένα περίεργο φαινόμενο στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού – εικασίες για διασώσεις από το ΔΝΤ προς τις οικονομίες της Δυτικής Ευρώπης. Αυτή τη φορά στο επίκεντρο βρίσκονται το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία. Την περασμένη εβδομάδα, βρετανοί οικονομολόγοι έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου ότι το Λονδίνο μπορεί σύντομα να βρεθεί αντιμέτωπο με μια οικονομική κρίση που θα απαιτήσει εξωτερική διάσωση. Για να μην υστερήσει, ο γάλλος υπουργός Οικονομικών Ερίκ Λομπάρ προειδοποίησε αυτή την εβδομάδα ότι και η χώρα του μπορεί επίσης να χρειαστεί να απλώσει το χέρι για βοήθεια.
Για τη Βρετανία αυτό είναι γνώριμο έδαφος. Εχοντας αναγκαστεί, με τρόπο ταπεινωτικό, να λάβει δάνειο από το ΔΝΤ μόλις το 1976, το Ηνωμένο Βασίλειο υποφέρει κατά καιρούς από μικρές ηθικολογικές κρίσεις κάθε φορά που κάποιος ειδικός προειδοποιεί ότι η χώρα βρίσκεται σε μη βιώσιμη δημοσιονομική ή οικονομική τροχιά. Η Γαλλία είναι πιο νέα σε αυτό το παιχνίδι, αλλά συμμετέχει με απερίσκεπτη ορμή. Ο κ. Λομπάρ είναι ο δεύτερος αξιωματούχος μέσα σε μερικούς μήνες που υπαινίσσεται ένα πακέτο ΔΝΤ για τη Γαλλία· η υπουργός Δημόσιων Οικονομικών Αμελί ντε Μονσαλέν είχε αναφέρει την ιδέα τον Ιούνιο.
Το άμεσο εμπόδιο
Δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι κάποιος παίρνει κυριολεκτικά αυτή την ιδέα, ακόμη και οι ίδιοι που την εκτοξεύουν. Ενα άμεσο εμπόδιο είναι η κλίμακα. Η Βρετανία και η Γαλλία, η έκτη και η έβδομη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο αντίστοιχα, είναι πολύ μεγάλες για να τις διασώσει το ΔΝΤ ή οποιοσδήποτε άλλος.
Το ΔΝΤ δηλώνει ότι διαθέτει συνολική δανειοδοτική ικανότητα περίπου 1 τρισ. δολαρίων – ποσό περισσότερο από επαρκές για να προσφέρει περιορισμένη σταθεροποίηση σε χώρες όπως η Σρι Λάνκα ή το Πακιστάν. Η Ελλάδα, το μεγαλύτερο έως τώρα σχέδιο διάσωσης στην Ευρώπη, έλαβε περίπου 32 δισ. ευρώ (περίπου 37 δισ. δολάρια με τη σημερινή ισοτιμία) απευθείας από το ΔΝΤ, στο πλαίσιο μιας σειράς μεγαλύτερων πακέτων διάσωσης που συνολικά ανήλθαν σε 326 δισ. ευρώ σε διάστημα πέντε ετών. Συγκρίνετε αυτό με το υφιστάμενο δημόσιο χρέος της Βρετανίας, που φθάνει τα 2,8 τρισ. στερλίνες (περίπου 3,8 τρισ. δολάρια), και με το γαλλικό χρέος στα 2,7 τρισ. ευρώ (περίπου 3,1 τρισ. δολάρια).
Η ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση για οποιαδήποτε διάσωση – αλλά και ένα σημαντικό στοιχείο για το τι πραγματικά βρίσκεται πίσω από αυτές τις εικασίες – είναι ότι ούτε η Βρετανία ούτε η Γαλλία έχουν οικονομικό πρόβλημα του οποίου η λύση θα μπορούσε να είναι η οικονομική βοήθεια του ΔΝΤ. Αν το ΔΝΤ κάνει πράγματι κάποιο καλό – κάτι που είναι αμφισβητήσιμο – αυτό συμβαίνει σε περιπτώσεις διακριτών κρίσεων, όπως μια κατάρρευση τραπεζικού συστήματος ή μια ξαφνική υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας μιας κυβέρνησης. Η διάσωση της Βρετανίας το 1976 σταθεροποίησε τη συναλλαγματική ισοτιμία της στερλίνας ενώ το Λονδίνο προσπαθούσε να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό. Το ΔΝΤ, ενεργώντας αόριστα σαν κεντρική τράπεζα, ειδικεύεται στην εξομάλυνση πανικών ρευστότητας.
Το πραγματικό πρόβλημα
Η Βρετανία και η Γαλλία δεν είναι αντιμέτωπες με πρόβλημα ρευστότητας. Είναι αντιμέτωπες με πρόβλημα φερεγγυότητας. Οι μελλοντικές δεσμεύσεις τους, κυρίως με τη μορφή προσδοκώμενων κοινωνικών δαπανών και συνταξιοδοτικών πληρωμών, υπερβαίνουν κατά πολύ οποιαδήποτε ρεαλιστική εκτίμηση της οικονομικής ανάπτυξης που θα μπορούσε να παράσχει τα έσοδα για την κάλυψή τους. Αυτό είναι απίθανο να προκαλέσει μια αυθεντική κρίση χρεοκοπίας σε καμία από τις δύο χώρες, καθώς πάντα θα υπάρχει αγορά για το χρέος τους. Οι επενδυτές απλώς θα απαιτήσουν ένα δυσάρεστα υψηλό ασφάλιστρο για να χρηματοδοτούν αυτά τα δημοσιονομικά ελλείμματα.
Αυτή η δυσμενής πραγματικότητα ήδη προκαλεί αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους και επιβάλλει πολιτικές πιέσεις σε άλλα σημεία των προϋπολογισμών τους. Κάποια στιγμή θα καταστούν αναπόφευκτες επώδυνες περικοπές. Και φαίνεται ότι αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα που ελπίζουν Βρετανοί και Γάλλοι να «διορθώσει» το ΔΝΤ – αναγκάζοντας τους πολιτικούς στο Παρίσι και το Λονδίνο να πάρουν τα απαραίτητα μέτρα και να επωμιστεί το ίδιο το Ταμείο την ευθύνη για τις αρνητικές πλευρές αυτών των περικοπών.
Οι επώδυνες μεταρρυθμίσεις
Τα πακέτα διάσωσης του ΔΝΤ είναι διαβόητα για τις επώδυνες πολιτικές προϋποθέσεις που επιβάλλουν, με σκοπό να αποτραπεί η ανάγκη για μελλοντικές διασώσεις. Αυτές οι προϋποθέσεις συνήθως απαιτούν καταστροφικές αυξήσεις φόρων, εκτεταμένες περικοπές δαπανών και ρυθμιστικές μεταρρυθμίσεις. Στις αίθουσες διαπραγματεύσεων, όπου κλείνονται τέτοιες συμφωνίες, η ιδέα είναι να τεθούν τα δημόσια οικονομικά σε σταθερή βάση μέσω ενός συνδυασμού δημοσιονομικής πειθαρχίας και οικονομικής ανάπτυξης, εξαναγκάζοντας τους πολιτικούς να εφαρμόσουν μεταρρυθμίσεις που σε διαφορετική περίπτωση θα αντιστέκονταν να υλοποιήσουν.
Αξίζει να αναγνωρίσουμε στις Κασσάνδρες της κρίσης ότι σε κάποιον βαθμό εύχονται ειλικρινά να συμβεί αυτό. Διακρίνει κανείς ιδιαίτερα στη Γαλλία μια προσπάθεια να προειδοποιηθούν οι αδιάλλακτοι λαϊκιστές, τόσο της Αριστεράς όσο και της Δεξιάς: σχεδιάστε ουσιαστικές δημοσιονομικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις τώρα, της δικής σας επιλογής, ή αποδεχθείτε μεταρρυθμίσεις που θα σας επιβάλει αργότερα το ΔΝΤ. Είναι μια εύγλωττη απειλή, αν σκεφτεί κανείς τι συνέβη στην Ελλάδα πριν από μια δεκαετία. Στη σύγκρουση μεταξύ του λαϊκιστικού αριστερού κόμματος ΣΥΡΙΖΑ και των διεθνών πακέτων διάσωσης, τα πακέτα διάσωσης κέρδισαν.
Βολικό εξιλαστήριο θύμα
Κι όμως, στην πράξη, η φόρμουλα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου υπερβολικά συχνά επιτρέπει στην παραδοσιακή, μη λαϊκιστική πολιτική τάξη να κάνει αυτό που ούτως ή άλλως θα ήθελε: να αυξάνει φόρους, να περικόπτει δαπάνες μόνο όπου είναι πρόσφορο για να τιμωρηθούν πολιτικοί αντίπαλοι και να θωρακίζει ισχυρά εσωτερικά συμφέροντα από τις διακυμάνσεις της οικονομικής φιλελευθεροποίησης. Αυτό συμβαίνει επειδή το ΔΝΤ δεν διαθέτει αποτελεσματικό μηχανισμό επιβολής των καλύτερων στοιχείων των προγραμμάτων του, ενώ παρέχει στους εθνικούς πολιτικούς ένα βολικό εξιλαστήριο θύμα όταν οι κακές πολιτικές που οι ίδιοι εφαρμόζουν αποτυγχάνουν να παραγάγουν αύξηση της ευημερίας.
Γι’ αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό ότι πίσω από τις τελευταίες προειδοποιήσεις για επικείμενες κρίσεις και ενδεχόμενα πακέτα διάσωσης του ΔΝΤ κρύβεται ένα πιο λεπτό μήνυμα προς τους ψηφοφόρους. Η δημοσιονομική λογική και η οικονομική ανάπτυξη βρίσκονται στα δικά σας χέρια. Κανένας άλλος δεν θα κάνει τη βαριά δουλειά για εσάς.






