Η πολεοδομία των αυθαιρετούχων και των καταπατητών δημιούργησε και διαιώνισε στην Ελλάδα μια στρεβλή πραγματικότητα για το δομημένο περιβάλλον. Οι πόλεις και οι οικισμοί «ξεχείλωσαν» με άναρχο και συχνά επικίνδυνο τρόπο – όπως κατέδειξε και η πρόσφατη τραγωδία στην Ανατολική Αττική – και με την ανοχή κρατικών λειτουργών, δημάρχων και βουλευτών. Η αρχική ανεκτικότητα στη διασφάλιση φθηνής, έστω και παράνομης, κατοικίας για τα λαϊκά στρώματα έγινε συνήθης πρακτική το τελευταίο τέταρτο του περασμένου αιώνα, ειδικά για την απόκτηση εξοχικής κατοικίας. Την ώθηση έδωσαν τα δεκάδες νομικά «παραθυράκια» που άνοιγαν για να προσδώσουν νομιμότητα σε εκτάσεις που δεν ήταν οικοδομήσιμες.
Η νομοθεσία
Ομως, το τελευταίο διάστημα σειρά αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) φέρνει τα πάνω κάτω και δυσχεραίνει την εκτός σχεδίου δόμηση. Οι ανώτατοι δικαστές δεν δέχονται ότι με μια απλή διοικητική πράξη μπορούν να αναγνωριστούν δημοτικές, αγροτικές και κοινοτικές οδοί σε εκτός σχεδίου περιοχές της χώρας.
Ο λόγος είναι ότι οι συγκεκριμένες πράξεις έχουν πολεοδομικές συνέπειες καθώς καθιστούν οικοδομήσιμα τα ακίνητα που έχουν «πρόσωπο» σε αυτούς τους δρόμους, δίνοντας μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις, τη δυνατότητα για κατά παρέκκλιση αρτιότητα των οικοπέδων.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, για να οικοδομηθεί οικόπεδο εκτός σχεδίου πρέπει να έχει ελάχιστο «πρόσωπο» 25 μέτρα σε κοινόχρηστο δρόμο και να είναι τουλάχιστον τέσσερα στρέμματα, αν και υφίστανται δεκάδες παρεκκλίσεις, είτε προς το δυσμενέστερο (2 στρέμματα, 750 μέτρα κ.λπ.), είτε προς το καλύτερο (10 στρέμματα, 8 στρέμματα).
Στην πιο πρόσφατη απόφασή του (848/2018), η οποία ακόμη δεν έχει καθαρογραφεί, το ΣτΕ δεν δέχεται αποσπασματικές πράξεις παρά μόνο όσες αποφάσεις αναγνώρισης οδών σε εκτός σχεδίου περιοχές έχουν γίνει από το κεντρικό κράτος, στο πλαίσιο ολοκληρωμένων πολεοδομικών σχεδίων, οι οποίες ωστόσο είναι ελάχιστες. Οπως αναφέρει στο «Βήμα» ανώτατος παράγοντας του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ), «δεν θυμάμαι, τουλάχιστον την τελευταία πενταετία, σχετική απόφαση υπουργού».
Ζητούνται λύσεις
Η σοβαρότητα του θέματος ανάγκασε, έστω και καθυστερημένα, τους αρμόδιους του υπουργείου να συστήσουν ειδική ομάδα, η οποία θα κληθεί, έως το τέλος του έτους, να μελετήσει τις αποφάσεις του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, να βρει λύσεις και να προχωρήσει στην έκδοση ειδικών οδηγιών προς τις υπηρεσίες δόμησης. «Θα επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε το ζήτημα υιοθετώντας τις αποφάσεις του ΣτΕ, αλλά χωρίς να θίξουμε τις περιουσίες των πολιτών. Πρόκειται για ένα ιδιαιτέρως πολύπλοκο ζήτημα, και για την ώρα δεν έχω ιδέα πώς μπορεί να λυθεί» υπογραμμίζει πολύπειρο στα πολεοδομικά στέλεχος του ΥΠΕΝ.
Σε κάθε περίπτωση, όπως επισημαίνει ο ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ και πρόεδρος της ΕΤΑΔ (Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου) κ. Γιάννης Πολύζος, «το ΣτΕ επιχειρεί να περιορίσει την ανεξέλεγκτη εκτός σχεδίου δόμηση και την καταστρατήγηση των πολεοδομικών κανόνων».
Σύμφωνα με τον ίδιο, «η αναγνώριση ενός δρόμου ενεργοποιεί και τις παρεκκλίσεις στις αρτιότητες των εκτός σχεδίου ιδιοκτησιών, με συνέπεια το δομημένο περιβάλλον να πυκνώνει και να επεκτείνεται. Ο εξωαστικός χώρος πρέπει να διαφυλαχθεί ως σημαντικός περιβαλλοντικός και παραγωγικός πόρος. Με δεδομένο ότι η κλιματική αλλαγή θα επιδεινωθεί τα επόμενα χρόνια, επιβάλλεται η ανάσχεση της αστικής διάχυσης σε εκτός σχεδίου περιοχές, προκειμένου να σταματήσει η συνεχής εξάπλωση της πόλης προς πάσα κατεύθυνση».
Δεν είναι όλα τα αγροτεμάχια εν δυνάμει οικόπεδα
Οι αποφάσεις του ΣτΕ ουσιαστικά βάζουν… πάγο στη λογική που επικρατεί στην Ελλάδα ότι όλα τα αγροτεμάχια είναι εν δυνάμει οικόπεδα. Και όχι μόνο. Η τύχη χιλιάδων αδόμητων ιδιοκτησιών με «πρόσωπο» σε δημοτικούς και κοινοτικούς δρόμους, όπως τονίζει ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Συλλόγου Διπλωματούχων Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών κ. Μιχάλης Καλογιαννάκης, είναι για την ώρα άγνωστη, ενώ ζητήματα μπορεί να προκύψουν και για όσα παρόδια κτίσματα χτίστηκαν με νόμιμες οικοδομικές άδειες πάνω σε δημοτικές, αγροτικές και κοινοτικές οδούς που είχαν αναγνωριστεί με απλή διοικητική πράξη.
Δημιουργία δρόμων
Ο καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ), δικηγόρος κ. Δημήτρης Μέλισσας εξηγεί, βάσει των αποφάσεων του ΣτΕ, γιατί ο σχεδιασμός οδικού δικτύου δεν είναι τοπική υπόθεση αλλά της Πολιτείας: «Σε σειρά αποφάσεών του (ΣτΕ 848/2018, 665/2018, 490/2018) το Συμβούλιο της Επικρατείας επαναλαμβάνει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 24 του Συντάγματος, κάθε δρόμος – όπως αντίστοιχα κάθε βιομηχανική – βιοτεχνική μονάδα – πρέπει να υπάγονται σε έναν συνολικό χωρικό σχεδιασμό. Με την ένταξη των δρόμων σε έναν συνολικό σχεδιασμό το ΣτΕ επιδιώκει να διαφυλάξει την ύπαιθρο από τις πολλαπλές κατατμήσεις με τη δημιουργία κοινοχρήστων δρόμων που θα προσδώσουν “πρόσωπο”, δηλαδή νομιμότητα, σε όποιον δεν έχει οικοδομήσιμο ακίνητο».
Σύμφωνα με το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο, το οδικό δίκτυο ενός δήμου δεν αποτελεί τοπική του υπόθεση.
«Με την πάγια πλέον νομολογία του αποκλείεται η δυνατότητα της τοπικής αυτοδιοίκησης για μεμονωμένη διάνοιξη, διαπλάτυνση, κατάργηση ή μεταφορά ενός δρόμου, διότι τούτο αποτελεί αποσπασματική διαχείριση του οδικού δικτύου και γίνεται αποκλειστικά και μόνο για την εξυπηρέτηση της τοπικής κοινωνίας (ΣτΕ 962/2018, 655/2018, 878/2012, 1128/2011)» επισημαίνει ο κ. Μέλισσας.
Η κατάτμηση
Η επιταγή για συνολικό σχεδιασμό και διαχείριση του οδικού δικτύου και η απαγόρευση κατάτμησης των ιδιοκτησιών της υπαίθρου με τη δημιουργία «προσώπου» σε κοινόχρηστους δρόμους, όπως εξηγεί ο καθηγητής του ΕΜΠ, «ισχύει κατά μείζονα λόγο και για τα μικρά νησιά, που ως ευπαθή οικοσυστήματα είναι ιδιαίτερα ευάλωτα σε εξωγενείς παρεμβάσεις (ΣτΕ 1962/2018, 878/2012)».
Τέλος, σύμφωνα με τον κ. Μέλισσα, το Συμβούλιο της Επικρατείας δέχεται ότι «μέχρι την ολοκλήρωση του συνολικού σχεδιασμού των οδών και αποκλειστικά και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, είναι δυνατόν η κατά περίπτωση δημιουργία δημοτικής οδού για την εξυπηρέτηση ενός μικρού αριθμού ακινήτων να γίνεται και με άλλες πράξεις κρατικού οργάνου, όπως της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, και όχι απαραιτήτως με Προεδρικό Διάταγμα (ΣτΕ 665/2018, 848/2018)».