Την ώρα που ο πρωτογενής τομέας έχει χαθεί πίσω από τη δυστοπία του ΟΠΕΚΕΠΕ, το θέμα της μη επαρκούς ενημέρωσης των γεωργών και των κτηνοτρόφων σε καινούργια πράγματα τους εμποδίζει να βελτιώσουν την ποιότητα και την παραγωγή τους.
Η αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Κτηνοτρόφων Μυρτώ Λύκα πιστεύει ότι οι οικονομικές παροχές πρέπει να πάρουν μια άλλη μορφή και να επιδοτηθεί η παραγωγή. «Αν παραγάγεις, τότε να πάρεις».
Σε μία συζήτηση με τον κ. Μόσχο Κορασίδη, γενικό διευθυντή της Εθνικής Ενωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών, επισημαίνουν ότι οι ευκαιριακές ενισχύσεις χωρίς σταθερή, μακροχρόνια στήριξη αποθαρρύνουν τους νέους από τη γεωργία και εκτιμούν ότι οι συνεταιρισμοί μπορούν να διευκολύνουν την κατάσταση και η πολιτεία θα έπρεπε να τους στηρίξει.
Μόσχος Κορασίδης: «Αυτές τις μέρες ο πρωτογενής τομέας έχει χαθεί πίσω από τη δυστοπία του ΟΠΕΚΕΠΕ. Ωστόσο, τους ανθρώπους στην ύπαιθρο δεν τους απασχολεί τόσο αυτό, τους απασχολεί περισσότερο το έλλειμμα που υπάρχει στις δομές και στη φροντίδα. Γιατί το να μπει κάποιος στον χώρο της γεωργίας δεν είναι μια εύκολη απόφαση, παίρνεις μια απόφαση για μια ολόκληρη ζωή, για 25-30 χρόνια.
Δεν μπορείς να ασχοληθείς για 1-2 χρόνια με τη γεωργία ή την κτηνοτροφία. Μυρτώ, εγώ θα ήθελα να μου πεις τι βλέπεις εσύ, ποιο είναι το βασικό έλλειμμα που αποθαρρύνει αυτή τη στιγμή τους νέους από τη γεωργία. Αυτή τη στιγμή έχουμε ένα παραγωγικό αποτύπωμα, έχουμε εξαγωγές, έχουμε και μειονεκτήματα, γιατί έχουμε και εισαγωγές γεωργικών προϊόντων, ανθρώπους που πρωταγωνιστούν, ανθρώπους που θέλουν να οργανωθούν σε ομάδες, ανθρώπους που θέλουν να πάρουν υψηλότερο εισόδημα από την αλυσίδα αξίας, δηλαδή να κάνουν μια μικρή μεταποίηση όπως κάνετε εσείς ή να κάνουν μια μικρή ενεργειακή κοινότητα μέσα στον συνεταιρισμό τους για να μειωθεί τον κόστος παραγωγής.
Βέβαια, όλοι αυτοί οι πρωτοπόροι εργάτες στην πρώτη γραμμή της γεωργίας αντιμετωπίζουν μια σειρά από δυσκολίες, οι οποίες αρχικά φαίνονταν διαχειρίσιμες, όμως στην πραγματικότητα δεν είναι. Αντίθετα, τους εμποδίζουν να πετύχουν ένα καλύτερο αποτέλεσμα. Αυτά ήθελα να μας πεις, Μυρτώ, πώς τα βλέπεις εσύ εκεί στην Ηπειρο από την κτηνοτροφική σου μονάδα, από την ομάδα σου».
«Για να ξεκινήσεις το επάγγελμα της κτηνοτροφίας, της γεωργίας, θέλεις τουλάχιστον 100-200 χιλιάδες ευρώ για κεφάλαιο. Από την άλλη, σου λέει ο νέος “έχω 200 χιλιάδες στην άκρη, πρόβατα θα πάρω;”»
Μυρτώ Λύκα
Μυρτώ Λύκα: «Αρχικά να πω ότι είναι πολύ δύσκολο για έναν νέο να μπει σε αυτόν τον χώρο, ειδικά αν δεν έχει κάποια παρακαταθήκη από τους γονείς του. Δηλαδή, για να ξεκινήσεις το επάγγελμα της κτηνοτροφίας, της γεωργίας, θέλεις τουλάχιστον 100-200 χιλιάδες ευρώ για κεφάλαιο. Από την άλλη, σου λέει ο νέος “έχω 200 χιλιάδες στην άκρη, πρόβατα θα πάρω;”. Και έχει δίκιο. Θέλει πολύ μεγάλο κεφάλαιο για να ξεκινήσεις.
Δέχομαι ότι υπάρχουν προγράμματα, αλλά ακόμα και στα προγράμματα να μπεις, χρειάζεσαι έτσι κι αλλιώς ένα ισχυρό κεφάλαιο για να ξεκινήσεις. Εγώ μπορεί να ξεκίνησα λίγο πιο εύκολα, γιατί οι γονείς μου είχαν στάβλους, είχαν ζώα, αλλά, για παράδειγμα, αγοράσαμε πέρυσι με τον άνδρα μου ένα κτηνοτροφείο που μας κόστισε 300.000. Δεν είναι εύκολο κάτι τέτοιο. Τώρα, όσον αφορά τη μεταποίηση, θέλει και αυτό ένα πολύ μεγάλο κεφάλαιο, το οποίο δεν κρύβω ότι μου λείπει».
Μ.Κ.: «Αρα, αυτές οι ευκαιριακές ενισχύσεις για τους νέους αγρότες δεν έχουν νόημα αν δεν υπάρχει σταθερή, μακροχρόνια στήριξη τα πρώτα 5, 7, 10 χρόνια για να σταθεροποιηθεί κάποιος και κυρίως η διευκόλυνση στο κεφάλαιο κίνησης.
Η σύγχρονη, δηλαδή, μονάδα, που πρέπει να έχει και τεχνολογία και εκπαίδευση, δεν μπορεί να συντηρηθεί αν δεν υπάρχει σταθερή χρηματοδότηση και σταθερό κεφάλαιο, το οποίο βέβαια δεν θα πρέπει να είναι με τόσο υψηλό επιτόκιο όπως είναι σήμερα, πρέπει να μπορεί ένας νέος να τα φέρνει βόλτα, αυτό μειώνεται βέβαια αν έχεις συνεταιρισμό. Εσείς έχετε κάνει μία πολύ καλή ομάδα παραγωγών, σωστά;».
Μ.Λ.: «Στα Γιάννενα υπάρχει μια πολύ καλή ομάδα μέσω της Ενωσης αυτή τη στιγμή, δυστυχώς όμως επειδή η Θεσπρωτία έκλεισε τελείως, η Ενωση δεν υπάρχει πλέον. Προσπαθήσαμε να το φτιάξουμε, αλλά η Θεσπρωτία αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει».
Μ.Κ.: «Τι ρόλο θα έπαιζαν σε αυτή τη διαδικασία, πιστεύεις, οι συνεταιρισμοί για να σε διευκολύνουν;».
Μ.Λ.: «Η ομάδα στα Γιάννενα υπάρχει λόγω του συνεταιρισμού. Ο συνεταιρισμός μάζεψε την ομάδα, ήταν η μαμά εταιρεία που το έτρεχε όλο αυτό. Δεν μπορώ, για παράδειγμα, εγώ σήμερα σαν Μυρτώ να κάνω μια ομάδα, πόσω μάλλον στη Θεσπρωτία που ο κόσμος είναι δύσπιστος, και καλά κάνει όμως».
Μ.Κ.: «Αρα και οι συνεταιρισμοί πρέπει να ξεπεράσουν ένα εμπόδιο για τη δυσπιστία του παρελθόντος, υπάρχουν όμως άνθρωποι που μπορούν να βοηθήσουν».
Μ.Λ.: «Εγώ θεωρώ ότι η πολιτεία θα έπρεπε να στηρίξει τους συνεταιρισμούς, ενεργά και με χρήματα. Θα πρέπει μάλιστα κάποιος από τους συνεταιρισμούς να συμβάλει στις αποφάσεις του κράτους. Αλλά να συμβάλει πραγματικά, όχι με μια απλή θέση. Θυμάμαι πριν από 3 χρόνια, όταν διαπραγματευτήκαμε τη νέα ΚΑΠ, κάναμε προτάσεις τις οποίες δεν τις είδαμε ποτέ».
«Η τρέχουσα ΚΑΠ έχει τόσα προβλήματα γιατί απουσιάζουν οι αγρότες, οι γεωργοί και οι κτηνοτρόφοι, στην περίοδο της διαβούλευσης, από τη λήψη αποφάσεων»
Μόσχος Κορασίδης
Μ.Κ.: «Αρα υπάρχει το θέμα της έλλειψης ουσιαστικού διαλόγου και όχι του τυπικού, δηλαδή αυτό που λες να το εννοείς και να γίνεται διάλογος. Και φυσικά να είναι σίγουρο αυτό που είπες. Ξέρεις, και εμείς το έχουμε βιώσει τα τρία αυτά χρόνια. Βλέπουμε πως η τρέχουσα ΚΑΠ έχει τόσα προβλήματα γιατί απουσιάζουν οι αγρότες, οι γεωργοί και οι κτηνοτρόφοι, στην περίοδο της διαβούλευσης, από τη λήψη αποφάσεων».
Μ.Λ.: «Ακριβώς. Ηταν η πρώτη φορά στη ιστορία που όλοι μαζί είχαμε μια κοινή πρόταση, πήγαμε από κοινού, και πάλι δεν ακουστήκαμε. Είναι τραγικό».
Μ.Κ.: «Αρα αυτό το έλλειμμα πρέπει να αλλάξει. Τώρα, όσον αφορά την καινοτομία και το ζωικό κεφάλαιο, τι πιστεύεις ότι πρέπει να αλλάξει; Η κτηνοτροφία έχει πληγεί πάρα πολύ τα τελευταία 2 χρόνια από τις ασθένειες, εσύ τι θα έλεγες πως έφταιξε;».
Μ.Λ.: «Για τις ασθένειες ξέρουμε πολύ καλά ότι έφταιξε η έλλειψη ελέγχου. Δεν υπάρχει κανένας έλεγχος, κάθε μέρα περνάνε τα σύνορα πολλά πρόβατα από και προς τη χώρα μας. Καταλαβαίνω, αν και δεν το θεωρώ σωστό, ορισμένους κτηνοτρόφους. Με πήρε ένας γνωστός τηλέφωνο και μου είπε ότι μάλλον έχει άρρωστα ζώα.
Εγώ του είπα να πάρει την Κτηνιατρική και μου λέει “αν μου σκοτώσουν τα ζώα, εγώ τι θα κάνω μετά;”. Ευτυχώς όμως έκανε τις απαραίτητες εξετάσεις. Το να βλέπεις να σκοτώνουν τα ζώα σου είναι σαν να βλέπεις να σκοτώνουν τα παιδιά σου. Μπορώ να το καταλάβω αυτό».
Μ.Κ.: «Αρα πιστεύεις ότι δεν μπορεί κανείς να επιβιώσει μόνος του, πρέπει να υπάρχει εποπτεία. Σχετικά τώρα με τον τουρισμό, η χώρα μας είναι ένας εξαιρετικός προορισμός για τον τουρισμό, όμως το τοπίο αυτό το τουριστικό το συντηρούν οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι. Πώς πιστεύεις ότι οι άλλοι κλάδοι μπορούν να βοηθήσουν τους κτηνοτρόφους και τους αγρότες για να έχουν ένα καλύτερο εισόδημα;».
Μ.Λ.: «Το έχουμε προτείνει πολλές φορές αυτό, να εντάξουμε δηλαδή τα ελληνικά προϊόντα στην αλυσίδα τροφίμων των ξενοδοχείων και των τουριστικών καταλυμάτων. Για παράδειγμα, ένα ξενοδοχείο το οποίο θα έχει μόνο ελληνικά ντόπια προϊόντα θα μπορούσε να προσεγγίσει άλλου είδους τουρισμό και φυσικά να βοηθήσει και εμάς που φτιάχνουμε το προϊόν, το ελληνικό προϊόν. Κάποια στιγμή ορισμένα ξενοδοχεία στην Πρέβεζα έφεραν ελληνικό μέλι, ελληνικό πρωινό, ελιές από την Πρέβεζα, τυριά από τα Γιάννενα, είχε τα ντόπια προϊόντα και πραγματικά ήταν μια ευχάριστη έκπληξη για τους τουρίστες που ερχόντουσαν».
Μ.Κ.: «Οσον αφορά την ποιότητα των προϊόντων και τις εξαγωγές, τι πιστεύεις ότι μπορεί να βοηθήσει τον κτηνοτρόφο και τον γεωργό για να κάνει καλύτερο ένα προϊόν και με ποιον τρόπο μπορεί να γίνει και η αξιοποίηση αυτού του τοπικού πλεονεκτήματος;».
Μ.Λ.: «Από μόνος του κάποιος δεν μπορεί, για παράδειγμα, να κάνει εξαγωγή τυριού. Αυτό εννοείται και από την ποσότητα που θα έχει. Σίγουρα μπορούν να συμβάλουν οι συνεταιρισμοί σε αυτό. Δεν έχει νόημα καθένας να φτιάξει τυροκομείο στο σπίτι του, πρέπει να το κάνει ο συνεταιρισμός και τα μέλη μέσω του συνεταιρισμού. Από εκεί και πέρα ο κτηνοτρόφος και ο κάθε κτηνοτρόφος που θα του πεις “εγώ θέλω ένα γάλα με αυτές τις προδιαγραφές” θα πρέπει να του το πληρώσεις, γιατί αν δεν του δώσεις το κάτι παραπάνω, γιατί να παλέψει για να έχει καλύτερο προϊόν, όταν εσύ βάζεις ότι όλα τα γάλατα έχουν 1,20-1,40. Γιατί να παλέψω να έχω καλύτερο προϊόν από κάποιον άλλον αφού ίδια τιμή θα έχουν όλα στο τέλος;».
Μ.Κ.: «Συνεπώς η διαφοροποίηση πρέπει να αμείβεται. Τώρα, τι άποψη έχεις για τη γραφειοκρατία του κράτους; Τι πιστεύεις εσύ που το ζεις από την πρώτη γραμμή ότι πρέπει να αλλάξει;».
Μ.Λ.: «Κατ’ αρχάς, αν το πρωί αποφασίσει ένας νέος να κάνει ένα κοπάδι από το μηδέν, θα πρέπει πρώτα να βγάλει την άδεια και μετά να έχει κωδικό για να αγοράσει ζώα, κάτι πολύ δύσκολο να γίνει. Στην Ηπειρο γενικά δεν αντιμετωπίζουμε τέτοια προβλήματα, γιατί η υπηρεσία πραγματικά δουλεύει απίστευτα καλά, βγάζεις άδεια πολύ εύκολα. Σε άλλες περιοχές, όμως, υπάρχει τεράστια γραφειοκρατία. Υπάρχει κόσμος που έχει καταθέσει δύο χρόνια τα χαρτιά. Υπάρχουν περιπτώσεις που φτάνουν μέχρι και στο υπουργείο για να πάρουν μία άδεια. Και αναφερόμαστε σε πολύ ωραίες εγκαταστάσεις, δεν μιλάμε για τους τσίγκους της δεκαετίας του ’80. Ακόμα και για το νερό, έχουμε 2025 και κάποιοι χρειάζεται να κουβαλήσουν νερό για να ταΐσουν τα ζώα τους. Αυτό είναι απαράδεκτο».
Μ.Κ.: «Εχετε ενσωματώσει κάποιες καινούργιες τεχνικές και πρακτικές στη διατροφή των ζώων, στον χειρισμό τους ή στην καλλιέργεια των ζωοτροφών. Πώς πιστεύεις ότι πρέπει να λυθεί αυτό το θέμα της μη επαρκούς ενημέρωσης των γεωργών και των κτηνοτρόφων σε καινούργια πράγματα; Εσένα ποιος σου τα μεταφέρει;».
Μ.Λ.: «Εγώ είμαι ένας άνθρωπος που ψάχνομαι πάρα πολύ. Αλλά γενικά το πρόβλημα είναι η μη ενημέρωση, γιατί ο καθένας ενημερώνεται από τον γείτονα. Ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται, δεν πηγαίνει σε σχετικές ενημερώσεις, κυρίως γιατί υπάρχει μια πολύ επιστημονική βάση, που οι περισσότεροι αγρότες δεν την καταλαβαίνουν. Θεωρώ, λοιπόν, πως θα πρέπει να μιλήσουμε στον κόσμο απλά, να το δείξουμε στην πράξη ότι το καινούργιο είναι πράγματι βοηθητικό».
Μ.Κ.: «Αρα οι επιδεικτικές κτηνοτροφικές μονάδες είναι το κλειδί για να δει κανείς πώς δουλεύει κάτι καινούργιο. Εσύ πώς βλέπεις το μέλλον τώρα στη γεωργία, πώς το αντιλαμβάνεσαι και κυρίως με την κλιματική κρίση, πού βλέπεις δυσκολίες;».
Μ.Λ.: «Ισως ακουστεί άσχημο, αλλά είμαστε κάθε χρόνο και χειρότερα. Γιατί έχουν ανέβει οι τιμές στα πάντα, και έχουν ανέβει κατά πολύ. Δυστυχώς βλέπουμε να πωλούνται κομμάτια κάθε μέρα. Το κακό της ιστορίας είναι ότι τα κοπάδια συνήθως καταλήγουν στην Αλβανία και βλέπεις μία τρίτη χώρα να πληρώνει τόσο όσο για να παίρνει ζώα από εμάς. Και αυτό σε κάνει να αναρωτιέσαι, να λες κάτι γίνεται λάθος με εμάς. Η κλιματική αλλαγή σίγουρα έχει αλλάξει πάρα πολύ τον τόπο μας, βλέπουμε βροχές το καλοκαίρι και ξηρασία τον χειμώνα. Αυτή τη στιγμή τα ποτάμια της Ηπείρου σχεδόν έχουν στερέψει και αυτό είναι πολύ μεγάλο πρόβλημα. Δεν υπάρχουν ποτάμια, περνάς με τα πόδια και δεν βρέχονται ούτε οι αστράγαλοί σου. Του χρόνου θεωρώ ότι δεν θα υπάρχει νερό».
Μ.Κ.: «Τι στήριξη χρειάζεσαι εσύ για να βγάζεις τις ζημιές αυτές πέρα, πώς πρέπει να σας φροντίσει, ας πούμε, η πολιτεία;».
Μ.Λ.: «Η καλύτερη στήριξη θεωρώ ότι είναι η τιμή του ρεύματος. Αυτή τη στιγμή πληρώνουμε περίπου 27 λεπτά ρεύμα, ενώ θα μπορούσαμε να έχουμε ένα μικρό φωτοβολταϊκό και να το παράγουμε δωρεάν».
Μ.Κ.: «Πώς βλέπεις το βασικό προσόν που έχουμε σαν χώρα για την ποιοτική παραγωγή τροφίμων, τη στιγμή που υπάρχει κρίση σε όλον τον κόσμο και αρχίζει και φαίνεται πια ότι έχουμε έλλειψη τροφίμων;».
Μ.Λ.: «Εγώ θεωρώ ότι θα ζήσουμε έλλειψη τροφίμων, θα δούμε σε λίγα χρόνια ότι μόνο μεγάλες εταιρείες θα παράγουν τρόφιμα. Βλέπουμε ότι πολλοί φεύγουν από το επάγγελμα ή δεν μπαίνουν πια νέοι. Ακόμα και εγώ με τον άνδρα μου κάναμε την αλλαγή και γυρίσαμε στα κοτόπουλα και σκοπεύουμε να συνεχίσουμε εκεί γιατί είναι ένα προϊόν το οποίο θα υπάρχει σίγουρα για τα επόμενα 10 χρόνια. Οι μικροί κτηνοτρόφοι δηλαδή θα εξαφανιστούν. Οι μόνοι που θεωρώ ότι θα επιβιώσουν είναι οι υγιείς συνεταιρισμοί και τα μέλη τους και σίγουρα τα πολύ μεγάλα κοπάδια».
Μ.Κ.: «Πώς πιστεύεις θα έπρεπε να δίνονται οι επιδοτήσεις για να αξιοποιούνται και να μη φτάνουμε εδώ που φτάσαμε σήμερα, Μυρτώ;».
Μ.Λ.: «Το θέμα του ΟΠΕΚΕΠΕ προσωπικά εμένα σαν Μυρτώ δεν με έχει πληγώσει καθόλου. Και δεν με έχει πληγώσει γιατί πολλά χρόνια τώρα βγαίναμε και λέγαμε ότι κάτι γίνεται. Τελικά είχαμε δίκιο, δικαιωθήκαμε. Κανένας αγρότης δεν έχει να φοβάται κάτι από τον ΟΠΕΚΕΠΕ όταν είναι καθαρός. Φοβήθηκε όλος ο κόσμος. Δεν θα αγγίξει τους απλούς καθημερινούς κτηνοτρόφους. Είναι ίσως καιρός οι επιδοτήσεις να πάρουν μια άλλη μορφή. Να επιδοτηθεί η παραγωγή. Αν παραγάγεις, τότε να πάρεις. Ωστόσο, το κεφάλαιο παραμένει το κλειδί. Αν επενδύσεις, τότε είναι σίγουρο ότι θα βγάλεις λεφτά. Αλλά οι περισσότεροι δεν μπορούν να επενδύσουν».
Η κυρία Μυρτώ Λύκα είναι αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Κτηνοτρόφων. Ο κ. Μόσχος Κορασίδης είναι γενικός διευθυντής στην Εθνική Ενωση Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΕΘΕΑΣ).
→
Τη συζήτηση επιμελήθηκε η Μιχαέλα-Μαρία Δεριζιώτη.






