Τελικά, έβαλε το χέρι της η τύχη και μια υπόθεση, που θα μπορούσε να εξελιχθεί σε τραγωδία, εκτονώθηκε ως φάρσα. Αποφύγαμε τα δράματα και τους ηρωισμούς του καναπέ επειδή την υστάτη ώρα η Κύπρος έκρινε ότι δεν τη συμφέρει η ηλεκτρική σύνδεση με Ισραήλ και Ελλάδα, μέσω του πολυσυζητημένου καλωδίου, και αποφάσισε να κάνει πίσω. Είναι κρίμα που δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε πλήρως το αστείο, αλλά δεν μπορεί να γίνει αλλιώς, γιατί τα θύματα της φάρσας είμαστε εμείς.

Ο λόγος της κυπριακής υπαναχώρησης δεν είναι ο φόβος του γεωστρατηγικού κινδύνου, όπως θα φανταζόταν ένας καλοπροαίρετος τρίτος, αλλά κάτι πολύ σημαντικότερο για την Κύπρο και το Κυπριακό: το οικονομικό όφελος. Δεν είναι, δηλαδή, ότι διαφωνούν με συγκεκριμένες πτυχές του έργου· είναι ότι δεν θέλουν να πληρώσουν το τίμημα που τους αντιστοιχεί. Φαντάζομαι ότι στην υποθετική περίπτωση κατά την οποία η Ελλάδα θα προσφερόταν να αναλάβει το οικονομικό κόστος και για την Κύπρο, οι αδελφοί μας δεν θα είχαν αντίρρηση. Αυτό όμως είναι αδύνατο και ούτε καν οι εγχώριοι επαγγελματίες του Κυπριακού δεν τολμούν να το εκστομίσουν. Αλλωστε, στην πρόσφατη συνέντευξή του στη Θεσσαλονίκη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα μπορούσε να ήταν σαφέστερος. Αν η Κύπρος το εννοεί ότι θέλει το έργο, είπε, τότε θα πρέπει να καταβάλει το οικονομικό τίμημα.

Δεν ήταν τυχαίος ο υπαινιγμός του Πρωθυπουργού ότι η Λευκωσία μπορεί να μην εννοεί αυτό που λέει ότι θέλει, δηλαδή να μη θέλει καθόλου την πραγματοποίηση του έργου. Αν ισχύουν όσα διαρρέουν στην αγορά από την ελληνική πλευρά, δηλαδή ότι είναι το λόμπι των κυπρίων παραγωγών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές εκείνο που δεν επιθυμεί την πραγματοποίηση του έργου, τότε η επίκληση του οικονομικού κόστους από πλευράς της Λευκωσίας είναι, κατά πάσα πιθανότητα, προσχηματική. Είναι η εξωφρενική απαίτηση (πληρώστε το εσείς) που χρησιμοποιείται για να τινάξει στον αέρα το έργο, επειδή η άλλη πλευρά (εμείς…) δεν πρόκειται να τη δεχθεί. Ετσι εξηγείται γιατί από κυπριακής πλευράς στην εμπροσθοφυλακή της προσπάθειας για τη ματαίωση του έργου έχει μπει ο υπουργός Οικονομικών, ενώ ο Πρόεδρος μένει στο παρασκήνιο. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο κ. Χριστοδουλίδης δεν στηρίζει· το κάνει όμως διακριτικά, υπενθυμίζοντας με συνεντεύξεις του στα ΜΜΕ ότι «υπάρχουν υποχρεώσεις του ΑΔΜΗΕ».

Η μεθόδευση από την πλευρά της κυβέρνησης στην Κύπρο είναι ντροπιαστική και την εκθέτει σοβαρά. Για τον λόγο αυτόν δεν θέλει δημοσιότητα στον καβγά. «Ο δημόσιος διάλογος δεν βοηθά στην επίλυση των όποιων θεμάτων υπάρχουν» δήλωσε ανώνυμος αξιωματούχος σε κυπριακό ΜΜΕ. Ούτε όμως και την Αθήνα ευνοεί ο θόρυβος, γιατί αποδεικνύεται ότι στήριξε μια τόσο φιλόδοξη γεωπολιτική κίνηση σε τόσο σαθρή και εύθραυστη βάση. Γι’ αυτό και από ελληνικής πλευράς οι τόνοι κρατούνται χαμηλά και η διπλωματική ευπρέπεια πάει σύννεφο. Σταχυολογώ ένα δείγμα μόνο, το κορυφαίο: «Στέλνουν αμφίσημο μήνυμα και δημιουργούν εύλογα ερωτήματα» δήλωσε αξιωματούχος της ελληνικής πλευράς, αναφερόμενος στη στάση των Κυπρίων. Τι λες, βρε παιδάκι μου! Σοβαρά; Κι εγώ ο κουτός φοβήθηκα ότι οι αδελφοί μας το τίναξαν στον αέρα. Ευτυχώς όμως, δεν ήταν αυτό – πάλι στο κακό έτρεξε ο νους μου. Απλώς δημιουργούν εύλογα ερωτήματα και ένα κλίμα αμφισημίας. Εύηχη λέξη η αμφισημία, της οποίας το νόημα οι περισσότεροι δεν καταλαβαίνουν, δηλαδή ιδεώδης για πολιτική επικοινωνία.

Να χειροκροτήσουμε, παρακαλώ πολύ, την προσπάθεια υποβάθμισης του ζητήματος από αμφότερες τις πλευρές (πρέπει πάντα να είμαστε γενναιόδωροι με τις καλλιτεχνικές απόπειρες των ερασιτεχνών…). Είναι όμως αδύνατο να κουκουλωθεί το πρόβλημα ύστερα από τέτοιο κάζο. Ας το ξεχάσουμε, λοιπόν, κι ας συγκεντρωθούμε στα θετικά στοιχεία της αποτυχίας. Κατά πρώτον, αποφύγαμε τον καβγά με την Τουρκία, ο οποίος σε καλό δεν θα μας έβγαινε. Αποφύγαμε, δηλαδή, τη δύσκολη θέση να πρέπει να επινοήσουμε δικαιολογίες για μία ακόμη υποχώρηση μπροστά στις τουρκικές απειλές. Επειτα, με την τροπή που πήρε το θέμα, η ευθύνη δεν βαρύνει πια την ελληνική πλευρά, αλλά εξ ολοκλήρου την κυπριακή.

Μετά από το κάζο αυτό, όμως, η ευθύνη της ελληνικής πλευράς είναι να επανεξετάσει κατά πόσο έχει νόημα να κουβαλάει στην πλάτη την Κύπρο. Για να ισορροπήσει επιτέλους η σχέση Ελλάδος και Κύπρου θα πρέπει να απαλλαγεί από το άγος του 1974. Το αίσθημα ενοχής για το πραξικόπημα του 1974 και την τουρκική εισβολή που ακολούθησε έχει πια ξεθυμάνει. Τριάντα χρόνια μετά την εισβολή η Ελλάδα πέτυχε το μέγιστο δυνατό, την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ. Είκοσι ένα χρόνια πέρασαν αφότου οι ίδιοι οι Κύπριοι απέρριψαν, δημοκρατικότατα, την περιλάλητη διζωνική-δικοινοτική λύση του Κυπριακού, επειδή δεν ήθελαν να απειληθεί η ευμάρειά τους από την ενοποίηση. Λοιπόν, ας τελειώνει κάποτε αυτό το παραμύθι…

ΖΗΤΕΙΤΑΙ AUTEUR

Τι υπέροχο υλικό για μυθοπλασία! Διατρέχοντας, επιφανειακά μόνο, τα δημοσιεύματα για την υπόθεση της αρχαιοκαπηλίας με πρωταγωνιστή τον ηγούμενο του Μεγάλου Σπηλαίου, σταχυολογώ: ένας ενεχυροδανειστής από το Αιγάλεω με τη σύζυγο του, ένας φούρναρης (ο ρόλος του δεν διευκρινίζεται ακριβώς), ένας βοσκός, δύο καλόγεροι και ροζ βίντεο! Τι λείπει; Ο Ταραντίνο να εμπνευστεί και να γυρίσει ένα αριστούργημα…