Προσπαθώντας να μείνω στο θέμα των ημερών, ρώτησα στα αγγλικά το ChatGPT να μου εξηγήσει τη σημασία του Διονύση Σαββόπουλου ως καλλιτέχνη. Ελαβα στην αρχή μια πολύ ευπρόσωπη, αν και κάπως γενική, απάντηση: παράδοση και ροκ, τραγουδοποιία και ποίηση, αντίσταση στη Χούντα και λυρικό βάθος κ.ο.κ. Στο τέλος η ερώτηση: «Θα θέλατε να σας προτείνω τα πέντε πιο αντιπροσωπευτικά του τραγούδια με μια σύντομη επεξήγηση στο καθένα;».
Απάντησα ναι. Και τότε αρχίσαν τα δύσκολα. Διότι το ChatGPT, αναφέροντας με αυτοπεποίθηση τίτλους και στα ελληνικά, μου απάντησε ότι το πιο αντιπροσωπευτικό κομμάτι του Σαββόπουλου είναι ο «Ζορμπάς», από το Περιβόλι του Τρελλού («μια παιγνιώδης, ειρωνική επανεφεύρεση του αρχετυπικού Ζορμπά. […] Ενας νέος καλλιτέχνης που χλευάζει τους μύθους της κουλτούρας του»).
Ακολουθούσε «Ο Μπερντές», από τον Μπάλλο, «Το Δείπνο», από το Βρώμικο Ψωμί, και τέλος δύο τραγούδια από τον δίσκο «Τραπεζάκι είναι ένα βουνό του 1979», «Ο κουρασμένος δρόμος» («μελαγχολικό… πλέκει την αυτοβιογραφική με την εθνική μνήμη»), και το σουξέ «Απογοητευμένη κι ωραία», που, όπως μου ξεκαθάρισε το ChatGPT, είναι τραγούδι «ποιητικού ρεαλισμού… Η όμορφη και απογοητευμένη γυναίκα είναι η ίδια η Ελλάδα!».
Προφανώς, εκτός από τους τίτλους των τριών πρώτων δίσκων, τίποτε άλλο δεν είναι σωστό, ή μάλλον, τίποτα άλλο δεν υπάρχει. Θα μπορούσαν να έχουν γραφτεί αυτά τα τραγούδια, αν συνδυάσεις διάφορα στοιχεία από δίσκους του τραγουδοποιού, αλλά το πιο πιθανό είναι ότι, με βάση αυτό που λέμε συναισθηματική ή/και πολιτισμική νοημοσύνη, αν όντως είχαν ποτέ γραφτεί, θα είχαν επίσης πεταχτεί.
Για να το πω κι αλλιώς, ο Σαββόπουλος είναι Σαββόπουλος ακριβώς επειδή δεν έγραψε το «Απογοητευμένη κι ωραία». Και το ChatGPT είναι μηχανή διαχείρισης πληροφοριών και πιθανοτήτων χωρίς (ακόμα;) πολιτισμική νοημοσύνη, ακριβώς επειδή ισχυρίζεται, λανθασμένα, ότι κάτι τέτοιο συνέβη. [Fun fact: επιμένει κιόλας. Μου πήρε τρεις διαδοχικές ερωταπαντήσεις να το πείσω ότι τα τραγούδια αυτά δεν υφίστανται.]
Τέτοια λάθη στα οποία υποπίπτουν τόσο συχνά τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης όπως το ChatGPT, τεχνικά ονομάζονται «παραισθήσεις» (hallucinations), και βασίζονται στο γεγονός ότι τα μοντέλα επικροτούν την πιθανολόγηση αντί της έκφρασης αμφιβολίας. Με λόγια της αγοράς, αν είναι να δείξουν αδυναμία, προτιμούν να μπλοφάρουν. Σαν Τραμπ σε διέγερση.
Αντί να πουν δεν ξέρω, ή είναι πολύπλοκο, ή δεν μπορώ να κάνω αυτή την εκτίμηση, συχνά σερβίρουν μια μπαρούφα. Γιατί, έστω σε αυτή την «πρώιμη» φάση τους και στις δωρεάν εκδοχές τους, δουλεύουν με αυτή τη λογική; Ποιος νοό-τυπος οργανώνει την πιο δημοφιλή εκδοχή τεχνητής νοημοσύνης αυτή τη στιγμή, ποια εκδοχή γνώσης και διαχείρισης της πληροφορίας, ποια ιεράρχηση προτεραιοτήτων;
Στο πανεπιστήμιο, προσπαθώντας να διαχειριστώ τη γενικευμένη (και, πλέον, επιτρεπόμενη) χρήση τέτοιων εργαλείων, ξεκινώ από παρόμοια λάθη. Καλώ δηλαδή τη συνομιλήτριά μου να σκεφτεί γιατί μια εργασία που «βελτιώθηκε» από το ChatGPT περιέχει και βιβλιογραφικές αναφορές εντελώς κατασκευασμένες, γιατί ένα επιχείρημα για τον Μπωντλαιρ πρέπει να καρυκευθεί με τίτλους ποιημάτων που δεν έγραψε, κ.ο.κ. Οχι για να ψέξω τη χρήση του, με αυτήν πλέον θα πορευθούμε.
Αλλά για να δείξω ότι αν είναι να χρησιμοποιούμε τέτοια εργαλεία στην οργάνωση, την κοινωνική διάχυση και την παραγωγή επιστημονικής γνώσης, θα πρέπει να τσεκάρουμε διαρκώς: τα όριά τους – το πώς μπορεί η ανθρώπινη δημιουργικότητα να τα χρησιμοποιήσει προς όφελος και όχι προς υπονόμευσή της – και το πόσο δημοκρατικά και συμπεριληπτικά είναι (π.χ. στην αξιολόγηση υλικού ή στην πρόσβαση που δίνουν), πόσα γνωρίζουμε γι’ αυτό και γιατί μας αφορά.
Ας πάρω εδώ τα πράγματα από λίγο νωρίτερα. Από το 2022 που κυκλοφόρησε μια δωρεάν εκδοχή του ChatGPT, ακολουθούμενη από πολλές άλλες αντίστοιχες ρομποτικές πλατφόρμες διαχείρισης Μεγάλων Γλωσσικών Μοντέλων – Large Language Models (LLM) –, δύο πράγματα συνέβησαν.
Αφενός όλος ο κόσμος άρχισε να μιλάει για Τεχνητή Νοημοσύνη με βάση μόνο αυτά τα μοντέλα. Περιορίστηκε έτσι μια τεράστια συζήτηση, που κανονικά συνδέει από την πρόοδο της επιστήμης, τον αλγοριθμικό ρεαλισμό και την αντίστοιχη με αυτόν εξέλιξη της οικονομίας, ως τη δημοκρατία, την τεχνοκρατορία, το μέλλον της Γης και γενικώς της ανθρώπινης υπόστασης όπως τη γνωρίζαμε μέχρι τώρα. Τεχνητή Νοημοσύνη δεν είναι μόνο τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα, όσο κι αν βασίζονται σ’ αυτήν και κατέστησαν δημοφιλή την πρόοδό της.
Το δεύτερο που συνέβη είναι πως αυτά τα γλωσσικά μοντέλα, ιδίως στις δωρεάν εκδοχές τους, άρχισαν να κυριαρχούν στην καθημερινότητα πολλών. Οπου τα chatboxes καλούνται να (ξανα)γράψουν από αιτήσεις για δουλειά και βιογραφικά, ομιλίες και παρουσιάσεις, ως σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή μηνύματα για ερωτικά ραντεβού(!), κι από σχολικές και πανεπιστημιακές εργασίες ως λίστες για ψώνια.
Οταν δηλαδή δεν τα καλούν να κάνουν ψυχανάλυση, να μιλήσουν σαν να ‘ταν ο πεθαμένος θείος, ή να προτείνουν πού θα πας το καλοκαίρι. Κι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα είναι ότι, όσο γελάμε με το αν κάνει καλό λακιρντί το ChatGPT, την ίδια στιγμή τεράστια οικονομογεωπολιτικά συμφέροντα επενδύονται στην πορεία προς την κατάκτηση μιας «τεχνητής υπερνοημοσύνης» που θα έχει τη δυνατότητα όχι να φτάνει, αλλά να ξεπερνά τις ανθρώπινες δυνατότητες σε γνωσιακό επίπεδο, αλλά και στη λήψη αποφάσεων. Ο πιο έντονος διάλογος ειδικών γίνεται πλέον σε αυτό, κι είναι εντυπωσιακά πολύπλευρος από επιστημονική, ηθική, και πολιτική άποψη.
Θα μπορούσα να κλείσω με ένα συναισθηματικό «η ανθρώπινη ψυχή τελικά όλα θα τα νικήσει». Αλλά δεν είμαι και σίγουρος. Υποψιάζομαι ότι θα έρθει ο καιρός που θα πρέπει να τραγουδάμε το «Απογοητευμένη κι ωραία» και μάλιστα εν χορώ. Λέγοντας μάλιστα πόσο κρίμα είναι που δεν το είχαμε προσέξει τόσα χρόνια.
Ο κ. Δημήτρης Παπανικολάου είναι καθηγητής Νεοελληνικών και Πολιτισμικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.



