Όταν ένα «μεγάλο όνομα» της υποκριτικής τέχνης με διεθνή εμβέλεια ανεβαίνει στην Επίδαυρο, είναι φυσικό η προσμονή, τόσο από το θεατρόφιλο κοινό, όσο και από ανθρώπους που δεν είχαν παλιότερα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το αρχαίο θέατρο, να περιστρέφεται γύρω από αυτό.
Μία τέτοια περίπτωση ήταν ο Κέβιν Σπέισι, ο οποίος πριν από 14 χρόνια υποδύθηκε στην Επίδαυρο τον Ριχάρδο Γ’. Μόνο και μόνο το όνομα του χολιγουντιανού αστέρα ήταν αρκετό για να γεμίσει ασφυκτικά τις περίπου 14.000 θέσεις του αρχαίου θεάτρου.
Σαφώς με πιο ήσυχη παρουσία, στο ίδιο όμως βεληνεκές όσον αφορά στην καταξίωση, η Ζιλιέτ Μπινός αποτέλεσε το διεθνές όνομα του εφετινού, επετειακού Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου.

Η υπέροχη Ζιλιέτ Μπινός επί σκηνής Επιδαύρου.
Το στοίχημα όμως, κάθε φορά που συμβαίνει αυτό, είναι το έργο και οι ερμηνείες να μπορέσουν να αποσπάσουν την προσοχή από το εκάστοτε αστέρι και να κρατήσουν ζωντανό το ενδιαφέρον με τη δύναμη της αφήγησης και της σκηνικής παρουσίας.
Στις 1 και 2 Αυγούστου, η παράσταση «Ο όρκος της Ευρώπης» κατάφερε να ανταποκριθεί σε αυτή την πρόκληση, αποφεύγοντας να παρασυρθεί από το βάρος της φήμης της Γαλλίδας πρωταγωνίστριας και προσφέροντας μια θεατρική εμπειρία που κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού.
Το σύνολο των ηθοποιών, ανάμεσά τους και η ταλαντούχα Ελληνίδα Δανάη Επιθυμιάδη, ανέδειξε ένα κείμενο γεμάτο ένταση και βάθος, που πολλές φορές λειτουργούσε σαν γροθιά στο στομάχι.

Η γηραία και η νέα Ευρώπη μαζί. credits©Patroklos Skafidas
Το έργο άγγιξε με αδρότητα και ειλικρίνεια ζητήματα που έχουν να κάνουν με το διαγενεακό τραύμα, τα εγκλήματα πολέμου, τις γυναικοκτονίες, την παιδεραστία, τον βιασμό, την εγκατάλειψη, αλλά και την δύναμη που έχει η εξιστόρηση του τραύματος ως μέσο κάθαρσης, έναν τρόπο να «σπάσει το απόστημα» για να μπορέσουμε να μάθουμε και πάλι να στεκόμαστε στα πόδια μας και να προχωράμε ο ένας δίπλα στον άλλον.
Το τραύμα της 83 ετών Ευρώπης
Σε μια ξεχασμένη περιοχή του χάρτη, ανάμεσα σε Ευρώπη και Ασία, το Ακσάϊ Τζαλί Χαντάν, πριν από 75 χρόνια, έλαβε χώρα μια ανελέητη σφαγή που σημάδεψε ανεξίτηλα τις ζωές των κατοίκων.
Στην ουσία επρόκειτο για μία γενοκτονία που διέπραξε η εθνοτική κοινότητα του βορρά εις βάρος εκείνης του νότου. Κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας είναι μια γυναίκα, η Ευρώπη, η οποία τότε ήταν ένα κορίτσι μόλις 8 ετών.

Η Ευρώπη απά την Λεόρα Ριβλίν.
Κρυμμένη σε μια σχολική αίθουσα όπου γονείς άφησαν τα παιδιά τους -συνολικά 18-, για να τα σώσουν από τη σφαγή, η ίδια ακολουθεί τις πράξεις των ενήλικων δραστών της φυλής της και αποκαλύπτει την κρυψώνα τους, γεγονός που θα οδηγήσει στον αποτρόπαιο θάνατο τους από άγρια σκυλιά.
Η αγάπη της για τον μεγαλύτερο αδερφό της, ο οποίος φαίνεται να είναι ο μοναδικός που αντιδρά με αυταπάρνηση στην βιαιότητα που διαπράττεται γύρω του, την αναγκάζει να δώσει έναν όρκο: να σπάσει τον κύκλο αίματος και εκδίκησης θυσιάζοντας τα δικά της, μελλοντικά παιδιά.
Η Ευρώπη κουβαλά το βάρος της ενοχής επί δεκαετίες, χωρίς να μιλά για τη βιαιότητα στην οποία υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας. Ο δρόμος της εκδίκησης που επιλέγει: να σκοτώνει ένα προς ένα τα παιδιά που θα αποκτήσει, εκτός από τρία κορίτσια, τα οποία εγκατέλειψε μωρά.

Η Ευρώπη 8 ετών στην σχολική αίθουσα όπου πραγματοποιήθηκε η σφαγή.
Στο σήμερα, 75 χρόνια αργότερα, μια νέα, ανάλαφρη, σχεδόν ελαφρόμυαλη -κατά τα φαινόμενα-, παρουσία, έρχεται να ταράξει την 83χρονη πλέον Ευρώπη -για την οποία όπως η ίδια λέει ο χρόνος πάγωσε τη μέρα της σφαγής και έμεινε για πάντα ένα κορίτσι 8 ετών-, και να την αναγκάσει να εξιστορήσει τα πάντα.
Ο λόγος για την διπλωμάτισσα Άσσια, η προσπάθειά της οποίας να ανασύρει ολόκληρη την αλήθεια εκείνης της ημέρας, ανακινεί βαθιά τραύματα, όχι μόνο στις ζωές όσων συνδέονται άμεσα με το έγκλημα, αλλά και στις επόμενες των οποίων η ζωή καθορίστηκε από τα γεγονότα εκείνης της ημέρας χωρίς καν οι ίδιοι να γνωρίζουν την ιστορία.
Έξι πρωταγωνιστές, τρεις γλώσσες, δύο παράλληλες ιστορίες
Στο επίκεντρο της αφήγησης -η οποία γίνεται πότε στα αγγλικά, πότε στα γαλλικά και τα ελληνικά-, βρίσκεται φυσικά η Ευρώπη, την οποία ερμήνευσε υποδειγματικά η Ισραηλινή ηθοποιός Λεόρα Ριβλίν, δημιουργώντας στο θεατή αντιφατικά συναισθήματα -από τη μία συμπόνοια για όσα πέρασε η ηρωίδα της και από την άλλη απέχθεια για τον τρόπο που φέρθηκε στα ίδια της τα παιδιά.

Ο σκηνοθέτης Ουαζντί Μουαουάντ, credits ©Patrick Imbert College de France
Είναι ο ρόλος που κρατά την δυνατότητα της κάθαρσης του θεατή στα χέρια της και που σε ολόκληρη την διάρκεια της παράστασης παλεύει με τις ενοχές, αλλά και τον θυμό για όσα της έχουν συμβεί.
Η Ζιλιέτ Μπινός, ως Ουαντίρα, μεγαλύτερη κόρη της Ευρώπης, προσφέρει μια ερμηνεία γεμάτη ευαλωτότητα, αλλά και δύναμη που πηγάζει όμως από την ευαισθησία της ηρωίδας. Επαναλαμβάνοντας συνεχώς ότι η «αγάπη είναι τα πάντα», καταφέρνει ακόμη και την εγκατάλειψη της από τη μητέρα της όταν ήταν βρέφος να την δει ως πράξη αγάπης -είναι συγκλονιστική η στιγμή που η ηρωίδα περιγράφει το πώς φαντάζεται την εγκατάλειψη της και πώς αναγκάζει την σκληρή Ευρώπη να παραδεχτεί ότι τα συναισθήματα της για εκείνη την απέτρεψαν από το να την σκοτώσει όσο ήταν βρέφος.

Η Ζιλιέτ Μπινός ως Ουαντίρα και ο Εμανουέλ Σουάρτ ως ο γιός της Ζακαρί. Credits ©Patroklos Skafidas
Η Ελληνίδα Δανάη Επιθυμιάδη, στον ρόλο της Μεγάρας, προσφέρει δυνατή ερμηνεία, ισορροπώντας ανάμεσα στην ωμή, καθαρή οργή και την ανθρώπινη ευαλωτότητα. Αν και νεαρή, η ηθοποιός αναμετρήθηκε στα ίσα με τις πιο έμπειρες επί σκηνής ηθοποιούς και φυσικά την Ζιλιέτ Μπινός. Δίπλα στη Μεγάρα, η Βιολέτ Σοβό ενσαρκώνει τη Ζοβέτ.
Η μεγαλωμένη στον Καναδά τρίτη κόρη της Ευρώπης είναι εκείνη που περισσότερο αντιστέκεται στη μοίρα της, προσπαθώντας να την αποτινάξει από πάνω της μέχρι που αντιλαμβάνεται ότι εκείνη η μέρα της σφαγής, πριν από 75 χρόνια, παρόλο που η ίδια δεν είχε γεννηθεί ακόμη, ευθύνεται για την έλλειψη σύνδεσής της με τους άλλους και το κενό της μέχρι τότε ύπαρξης της.

Σε μια από τις πιο δυνατές σκηνές της παράστασης, η Ευρώπη με τον εγγονό της Ζακαρί.
Ο Εμανουέλ Σουάρτς, από το Κεμπέκ, ερμηνεύει τον Ζακαρί, γιο της Ουαντίρα, ο οποίος πρωταγωνιστεί σε μια άλλη φρικαλεότητα που εκτυλίσσεται παράλληλα επί σκηνής. Κι εκείνος ακλόνητος για χρόνια στο να διατηρήσει τη σιωπή του για το έγκλημα που ο ίδιος διέπραξε εναντίον της πρώην συντρόφου του, τελικά ομολογεί μόνο αφού έρθει αντιμέτωπος με την γιαγιά του Ευρώπη. Ο μονόλογος της ομολογίας του ήταν από τις κορυφαίες, αλλά και πιο δύσκολες, στιγμές της βραδιάς.

Ο μονόλογος του Σουάρτς που καθήλωσε το κοινό.
Τέλος, η Ντάρια Πισάρεβα, στον ρόλο της διπλωμάτισσας Άσσια, συνδέει το προσωπικό δράμα -αποκαλύπτεται στο τέλος ότι είναι απόγονος της κοινότητας που υπέστη την γενοκτονία-, με το ευρύτερο πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για αναζήτηση της αλήθειας και δικαιοσύνης.
Η σκηνοθετική ματιά του Ουαζντί Μουαουάντ και το προσωπικό του βίωμα
Ο ίδιος ο Ουαζντί Μουαουάντ, ο λιβανοκαναδός σκηνοθέτης της παράστασης έχει ζήσει από μικρός -σε ηλικία 8 ετών όπως η ηρωίδα Ευρώπη-, τον ξεριζωμό και τον πόλεμο, τα οποία προφανώς ενσωματώνει στην αφήγησή του μαζί με στοιχεία της αρχαίας τραγωδίας, που τόσο αγαπά και έχει μελετήσει στη ζωή του.
Σκοπός του ήταν να αναδείξει το διαγενεακό τραύμα και τον αδιάκοπο κύκλο βίας που βαραίνει κάθε γενιά, ακόμη και αν δεν έχει ζήσει την φρίκη του πολέμου, είτε ανήκει στην πλευρά του θύτη είτε του θύματος.

Cedits©Karol Jarek
Η παράσταση ήταν μια ανάθεση του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου στο πλαίσιο του Κύκλου Contemporary Ancients με χρηματοδότηση του Κέντρού Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος και συνομιλεί με τα μεγάλα έργα της ελληνικής τραγωδίας, όπως οι «Πέρσες» του Αισχύλου.
Το έργο θίγει τη βαθιά αντίφαση ή και την αποτυχία της Ευρώπης ως κοιτίδας πολιτισμού να σηκώσει το ανάστημα της στις τραγωδίες που εκτυλίσσονται γύρω της. Άλλες φορές ως συνένοχος στο έγκλημα και άλλοτε ως αδρανής και σιωπηλός παρατηρητής.
Η σκηνοθετική ματιά του Μουαουάντ φέρνει στο προσκήνιο τη διαχρονικότητα της βίας και της ενοχής, χωρίς υπερβολές και σκηνογραφικές πολυτέλειες.

H Ντάρια Πισάρεβα ως Άσσια. Credits ©Patroklos Skafidas
Η προτίμηση στην ανθρώπινη διάσταση της ιστορίας και η εμπιστοσύνη στην υποκριτική δύναμη των ηθοποιών δημιούργησαν μια παράσταση που λειτούργησε ως καθρέφτης των ανθρώπινων κοινωνιών διαχρονικά, οι οποίες είναι γεμάτες πληγές που ζητούν να αναγνωριστούν και να αντιμετωπιστούν για να μη συνεχίσουν να καθορίζουν την τύχη των επόμενων γενεών.
«Ο θυμός σας επανορθώνει τα πάντα» λέει σε κάποια στιγμή του έργου η Ευρώπη στις κόρες της και είναι σαν ένα κάλεσμα στους Ευρωπαίους πολίτες να οργιστούν, να αντιδράσουν, να αναλάβουν τις ευθύνες τους, κυρίως να μιλήσουν για το συλλογικό τους τραύμα, ακόμη κι αν αυτό τους φέρει στη λάθος πλευρά της ιστορίας, σε εκείνη του θύτη.

Να μάθουμε από την αρχή να περπατάμε.
Μόνο έτσι θα μπορέσουν να «ανασκουμπωθούν» να φορέσουν τα καλά τους παπούτσια -εν προκειμένη τα Louboutin τους με τους κόκκινους πάτους-, και να μάθουν από την αρχή να περπατούν -είναι η τελευταία σκηνή της παράστασης-, για να προχωρήσουν μπροστά, ο ένας δίπλα στον άλλον.







