Μέτρα ουσίας ή επικοινωνίας; Οι ειδικοί συγκλίνουν στην άποψη ότι το μόνιμο πακέτο στήριξης ύψους σχεδόν 1 δισ. ευρώ που ανακοίνωσε η κυβέρνηση αποτελεί θετικό βήμα. Ενισχύει τις πιο ευάλωτες ομάδες, χωρίς να διαταράσσει τη δημοσιονομική ισορροπία.

Σε μια συγκυρία υψηλών τιμών σε τρόφιμα, ενέργεια και στέγαση, η στοχευμένη ενίσχυση των πιο αδύναμων οικονομικά στρωμάτων θεωρείται εύλογη και αναγκαία.

Ωστόσο, επισημαίνουν ότι οι επιδοματικές πολιτικές δεν στερούνται κινδύνων. Μπορούν να προκαλέσουν ανισορροπίες σε επιμέρους αγορές – χαρακτηριστικό παράδειγμα η στέγαση, όταν ενισχύεται η ζήτηση μέρους της αγοράς, με την προσφορά να μην μπορεί να καλύψει ικανοποιητικά την υπόλοιπη ζήτηση.

Παράλληλα, τονίζουν πως η υπεραπόδοση των δημόσιων εσόδων και τα διαδοχικά υπερπλεονάσματα προσφέρουν μια μεγάλη ευκαιρία: να αντιμετωπιστούν χρόνιες παθογένειες που εξακολουθούν να λειτουργούν ως βαρίδι στην αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας.

Το κοινό τους μήνυμα είναι σαφές: το επόμενο πακέτο μέτρων πρέπει να έχει αναπτυξιακό χαρακτήρα και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Να στοχεύει κυρίως στην ελάφρυνση του υπερβολικού φορολογικού βάρους που άφησε πίσω της η μνημονιακή περίοδος.

Ως προτεραιότητα τίθεται η μείωση του μη μισθολογικού κόστους. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, για να καταβληθούν 1.500 ευρώ καθαρά σε έναν εργαζόμενο η επιχείρηση επιβαρύνεται συνολικά με 2.600 ευρώ.

Ο εξορθολογισμός της φορολογίας και η απλοποίηση του συστήματος κρίνονται αναγκαίοι όροι για την ενίσχυση της ανάπτυξης και της ευημερίας των νοικοκυριών.

***
Οι πτυχές και τα διλήμματα του υπερπλεονάσματος

Μπήκαμε ήδη σε μια μακρά περίοδο αβεβαιότητας σε όλους τους τομείς και κάθε αδυναμία στο οικονομικό ή κοινωνικό περιβάλλον μας βαραίνει περισσότερο από άλλοτε

Το 2024 μάς επεφύλασσε, μεταξύ άλλων, ένα πρωτοφανές πρωτογενές πλεόνασμα 11,4 δισ. ευρώ, πολύ μεγαλύτερο από τον στόχο των 5,9 δισ. ευρώ του προϋπολογισμού. Οπως δείχνουν τα σχετικά στοιχεία, αυτή η ευχάριστη έκπληξη οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε τέσσερις σημαντικές εξελίξεις:

• Την αύξηση του ΑΕΠ από τα 225,2 δισ. ευρώ (2023) στα 237,4 δισ. ευρώ (2024).

• Τον περιορισμό της μαύρης οικονομίας, που κατά τις κυβερνητικές εκτιμήσεις απέφερε περί τα 2 δισ. ευρώ επιπλέον φορολογικά έσοδα.

• Τη συγκράτηση των κρατικών δαπανών.

• Τον πληθωρισμό που διόγκωσε όλα τα μεγέθη του προϋπολογισμού.

Ετσι λοιπόν δημιουργείται ένα υπερπλεόνασμα 5,5 δισ. ευρώ, το οποίο καλείται η κυβέρνηση να διαχειριστεί, για να κλείσει κάποιες από τις πολλές «τρύπες» που παραμένουν ανοιχτές.

Διαβάστε εδώ ολόκληρη την άποψη του Μιχάλη Γκλεζάκου, καθηγητή Χρηματοοικονομικής στο Πανεπιστήμιο Πειραιά.

***

Η σημασία του μεγέθους του δημόσιου τομέα

Η διασφάλιση επιδομάτων μπορεί να οδηγεί σε άμβλυνση των κινήτρων για εργασία ή για εμφάνιση εισοδημάτων

Είναι σαφώς θετική εξέλιξη το να μη δυσκολεύεται το δημόσιο ταμείο να συλλέξει έσοδα και μάλιστα αυτά να καταγράφουν ανοδική τάση χωρίς αύξηση φορολογικών συντελεστών. Σε μια χώρα όπου πρόσφατα το Δημόσιο δεν μπορούσε να χρηματοδοτήσει τις υποχρεώσεις του, η συστηματική επίτευξη δημοσιονομικών πλεονασμάτων δημιουργεί μια πολύτιμη βάση.

Σε αυτή έχουν συμβάλει η ισχυρή ανάκαμψη της οικονομίας τα τελευταία χρόνια και μέτρα που μειώνουν τη δραστηριότητα που δεν φορολογείται, όπως βεβαιώνεται από τις πρόσφατες επίσημες ανακοινώσεις.

Η υποστήριξη μέσω στοχευμένων επιδομάτων μέρους του πληθυσμού που βρίσκεται σε μεγαλύτερη οικονομική ανάγκη είναι επίσης εύλογη όταν υπάρχει μια τέτοια δημοσιονομική πορεία. Η ανάγκη υποστήριξης προκύπτει κυρίως λόγω της τάσης αύξησης τιμών σε σημαντικά αγαθά, όπως η στέγαση, η ενέργεια και τα τρόφιμα, άσχετα με το αν αυτή προκαλείται από εξωτερικούς παράγοντες ή από αδυναμίες της εγχώριας αγοράς.

Διαβάστε εδώ ολόκληρη την άποψη του Νίκου Βέττα, είναι γενικού διευθυντή του ΙΟΒΕ και καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.

***

Οι σύνθετες επιλογές των πακέτων στήριξης

Είναι εμφανές πλέον ότι η μνημονιακή περίοδος έχει κληροδοτήσει την ελληνική κοινωνία με ένα υψηλό φορολογικό βάρος που είναι σοβαρό εμπόδιο για το παραγωγικό σύστημα

Το παρόν, μόνιμο, πακέτο στήριξης που ανακοινώθηκε αφορά: α) Την ενίσχυση των συνταξιούχων: 250 ευρώ για περίπου 1.440.000 συνταξιούχους με εκτιμώμενο κόστος 360 εκατ. ευρώ. β) Την ενίσχυση των ενοικιαστών με ένα ενοίκιο μέχρι 800 ευρώ (για μέσο δηλωμένο ενοίκιο 250 ευρώ!) για 950.000 νοικοκυριά, εκτιμώμενο κόστος περίπου 240 εκατ. ευρώ. γ) Την ενίσχυση του Προγράμματος Δημόσιων Επενδύσεων με 500 εκατ. ευρώ. Τo πακέτο θα πρέπει να θεωρείται συμπληρωματικό προηγούμενων κινήσεων (ένστολοι) και της επερχόμενης «Θεσσαλονίκης».

Η ενέργεια αυτή εντάσσεται κατ’ αρχάς στη λογική της δημοσιονομικής αποτίμησης του 2024, και έτσι δεν προσκρούει στους νέους ευρωπαϊκούς κανόνες, η οποία έκλεισε με πρωτογενές πλεόνασμα 4,8% του ΑΕΠ αλλά και δημοσιονομικό (πρωτοφανές) πλεόνασμα 1,3% του ΑΕΠ.

Οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης ανήλθαν το 2024 σε 113 δισ. ευρώ έναντι 111 το 2023, ενώ τα έσοδα σε 117 δισ. ευρώ έναντι 108 δισ. ευρώ. Οι λόγοι αύξησης των εσόδων θα πρέπει να αποδοθούν: α) Στην τεχνολογία μέσω της διεύρυνσης της χρήσης καρτών, της διασύνδεσης ταμειακών συστημάτων και της ηλεκτρονικής κάρτας εργασίας. Συνολικά καταγράφεται σημαντική μείωση της παραοικονομίας (IMF) αλλά με αύξηση του πολιτικού κόστους. β) Στον πληθωρισμό, ο οποίος έχει διευρύνει το ποσοστό των κρατικών εσόδων που προέρχεται από τους έμμεσους φόρους. γ) Στην άνοδο των εισοδημάτων λόγω της συνεχούς αύξησης του πραγματικού και ονομαστικού ΑΕΠ και της μείωσης της ανεργίας.

Διαβάστε εδώ ολόκληρη την άποψη του Παναγιώτη Ε. Πετράκη, ομότιμου καθηγητή ΕΚΠΑ.