Στην κοινωνία επικρατεί, είτε η απελπισμένη ελπίδα είτε ο απελπισμένος φόβος και όχι η ισορροπημένη κρίση και η μετρημένη διαίσθηση.

Οι κοινωνίες και οι κάθε είδους ελίτ, παίρνουν ό,τι ήταν καλό στο παρελθόν και το ονομάζουν κληρονομιά και, στέλνουν στην λήθη του χρόνου κάθε τι που θεωρούν κακό, όμως το κακό από την λήθη επανέρχεται και εκδικείται. Γιαυτό, δεν μπορούμε να δραπετεύσουμε από το κακό παρόν στην νοσταλγία ενός επιλεκτικού παρελθόντος ή στην προεξόφληση ενός καλύτερου μέλλοντος.

Ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, φαίνεται να έχει χάσει την αξιοπρέπειά του, από τις συνεχείς κρίσεις, τις απογοητεύσεις και τα αδιέξοδα που ορθώνονται μπροστά του, ένα μέρος της παραιτείται και ένα άλλο αναζητά τον δρόμο των προσωπικών διευθετήσεων.

Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια χρειάζεται μια νέα εγγύηση και αυτή στην εποχή της παγκόσμιας αλληλεξάρτησης, των διογκούμενων ανισοτήτων και του κατακερματισμού των κοινωνιών, πρέπει να είναι απόλυτη και καθολική, για να νιώσει την ελάχιστη ασφάλεια, για να μπορέσει με σχετική ψυχραιμία, να κατανοήσει τις κατακλυσμιαίες εξελίξεις, σε ‘όλα τα πεδία και να επιλέξει με την στοιχειώδη λογική.

Μέχρι τις εκλογές του 2009, η πλειοψηφία των πολιτών ψήφιζε με βάση τις ιστορικές κομματικές καταβολές τους, την κοινωνική τους τάξη και, την προσδοκία βελτίωσης της οικονομικής και κοινωνικής τους θέσης.

Η δημοσιονομική κρίση, που άρχισε να εκδηλώνεται το 2008, μετά την χρηματοπιστωτική κρίση στις ΗΠΑ το Φθινόπωρο του 2007, και αποκαλύφθηκε στα τέλη του 2009 με τα μνημόνια που ακολούθησαν, συρρίκνωσε σημαντικά την μεσαία παραγωγική τάξη και τα μεσαία εισοδήματα, εκτόξευσε την ανεργία, ειδικά των νέων και μείωσε την χρηματοδότηση του κοινωνικού κράτους. Η πολύπλευρη κρίση, δημιούργησε απογοήτευση, οργή και ανασφάλεια στο μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας.

Στις εκλογές του 2012, οι πολίτες, στην πλειοψηφία τους καταδίκασαν αυτούς που θεώρησαν ότι προκάλεσαν την κρίση, και δημιούργησαν ένα κομματικό χάρτη με διογκωμένα τα δύο πολιτικά άκρα. Στην υπερδεκαετή πολύπλευρη κρίση, προστέθηκε η υγειονομική, η οποία εκτός από τον φόβο του θανάτου, βύθισε σε ακόμη πιο βαθιά ύφεση την οικονομία και έφερε ακόμη μεγαλύτερη απόγνωση στην κοινωνία.

Η επανεκκίνηση της παγκόσμιας οικονομίας πυροδότησε τον πληθωρισμό και την ακρίβεια, η ενεργειακή κρίση που ακολούθησε, κυρίως από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, έδωσε την ευκαιρία στους κερδοσκόπους να ζήσουν τα πιο τρελά τους όνειρα και η πλειοψηφία των καταναλωτών, το απόλυτο σοκ.

Με αυτά τα δεδομένα, η πλειοψηφία των πολιτών, ειδικά των μεγαλύτερων ηλικιών, αυτών δηλαδή πού διαμορφώνουν τους πολιτικούς και κομματικούς συσχετισμούς τα τελευταία χρόνια, επιζητά την ασφάλεια και την διατήρηση, έστω της σημερινής του πραγματικότητας.

Αυτά τα αιτήματα, με την πρωτόγνωρη οικονομική υποστήριξη της ΕΕ και τον αδιανόητο δανεισμό υπό κανονικές συνθήκες, λόγω της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης, τα καλύπτει ακόμη, σε σημαντικό βαθμό ο Κυριάκος Μητσοτάκης, παρ’ όλες τις αβελτηρίες της κυβέρνησής του, πολύ περισσότερο το τραγικό αύριο που διαγράφεται για την οικονομία και την κοινωνία. Το επιβεβαιώνει η διατήρηση των κρατικών ομολόγων, από τον πιο μεγάλο και πιο αυστηρό οίκο αξιολόγησης, στην κατηγορία «Σκουπίδια».

Ακόμη χειρότερα οι λόγοι που αναφέρονται στην έκθεσή του, αποκαλύπτουν μια διαφορετική πραγματικότητα, από αυτήν που προβάλλει η κυβέρνηση. Τα κόμματα δεξιά της ΝΔ τροφοδοτούνται από την φτωχοποίηση μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας, την εγκληματικότητα και απο τον φόβο της ταυτοτικής αλλοίωσης από τους μετανάστες και πρόσφυγες, προσφέροντας απλοϊκές απαντήσεις και ερμηνείες.

Τα κόμματα αριστερά της ΝΔ, δεν μπορούν να κερδίσουν τα μεσαία στρώματα που συνθλίβονται από την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, που οδηγεί σε μεγαλύτερη συγκέντρωση των παραγωγικών δραστηριοτήτων και του πλούτου, σε παλιές και νέες αγορές, ούτε τα στρώματα των εργαζομένων στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, παρότι τόσο το εργασιακό καθεστώς τους επιβαρύνεται και η αγοραστική τους δύναμη μειώνεται, ούτε φυσικά τους αγρότες και τους νέους.

Η Παγκοσμιοποίηση, αναδιαρθρώνει την παραγωγική βάση της χώρας, η κυβέρνηση την επιταχύνει, με τις μεταρρυθμίσεις στο πνεύμα της έκθεσης Πισαρίδη και του τρόπου διαχείρισης και κατανομής των πόρων του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης. Αυτό η κυβέρνηση το προβάλει ως μεγάλη στρατηγική, που οδηγεί στην μεγάλη ανάπτυξη και αργότερα και στην κοινωνική δικαιοσύνη και φαίνεται ότι πείθει ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας.

Τα κόμματα της αντιπολίτευσης ορθώς την καταγγέλλουν, δεν έχουν όμως, μέχρι τώρα, συνολική εναλλακτική πρόταση, για το πως θα ενταχθεί η ελληνική οικονομία και κοινωνία, στις παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής, που εδώ και χρόνια συγκροτούνται. Ποια θέση θα έχουν οι ελληνικές επιχειρήσεις του σήμερα και του αύριο και ποια η θέση του ειδικευμένου και ανειδίκευτου δυναμικού. Ποιος θα είναι ο ρόλος του κράτους, ποιου κράτους και ποιο το κοινωνικό κράτος, πως θα λειτουργεί και πως θα χρηματοδοτείται. Η διατύπωση επιμέρους και αποσπασματικών θέσεων, όσο καλές και να είναι, δεν αρκούν.

Σήμερα όλη η πολιτική αντιπαράθεση, εκτός από την διαρκή προσχηματική σύγκρουση, γίνεται για την ψήφο των πολιτών του λεγόμενου πολιτικού κέντρου.

Η ομάδα αυτή των πολιτών, που επηρεάστηκε από τις πολιτικές και τις συμπεριφορές των κυβερνήσεων από το 2010, μέχρι σήμερα, αποτελείται από ένα σημαντικό τμήμα πολιτών μεσαίων εισοδημάτων, με τα νέα δεδομένα, που νιώθει σχετικά ασφαλές στο νέο κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον, ενώ ηλικιακά είναι κυρίως πάνω από τα 50. Αυτή η ομάδα πολιτών έκανε Πρωθυπουργό τον Μητσοτάκη το 2019 και το 2023, αυτός ο εκλογικός χώρος σήμερα, μπορεί να διεκδικηθεί από την ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και, λιγότερο από τον Σύριζα-Προοδευτική Συμμαχία. Εάν δεν συμμετέχουν οι νέοι στις εκλογές, αυτό το σώμα θα καθορίσει τελικά το εκλογικό αποτέλεσμα των ευρωπαϊκών εκλογών

Ο Ανδρέας Παπανδρέου έχτισε την συμπαγή κοινωνική, ιδεολογική και πολιτική συμμαχία, την κομματική συγκρότηση, την κοινωνική και αυτοδιοικητική δικτύωση, μέχρι το 1977. Μετά τις εκλογές του 1977, ως Αξιωματική Αντιπολίτευση πλέον, έκανε το μεγάλο άνοιγμα προς το κέντρο κυρίως, αλλά και την αριστερά. Η δυναμική της επερχόμενης εξουσίας, ενίσχυσε το μεγάλο ρεύμα της αλλαγής, φθάνοντας στο 48,07%. Δεν χρειάζεται να του μοιάσουν οι σημερινοί ηγέτες του χώρου, αρκεί λίγο να τον μελετήσουν.

Τηρουμένων των αναλογιών, τα δεδομένα, τόσο τα εξωτερικά, όσο και στο εσωτερικό, μοιάζουν εκείνα των πρώτων χρόνων της Μεταπολίτευσης.

Δεν βοηθάει, ούτε η υπέρμετρη αισιοδοξία, ούτε η απόλυτη απελπισία. Οι πολίτες δεν χρειάζονται λόγια αισιοδοξίας που δεν ξέρουν τι να την κάνουν μέσα στην απελπισία τους, αλλά λόγια θάρρους και φρόνησης, φυσικά σχέδιο και στρατηγικές προτάσεις, για να δράσουν.