Δεν θα κάνω τον τηλεκριτικό της συνέντευξης Μητσοτάκη. Δεν είναι η δουλειά μου κι άλλωστε βλέπω τόσους υποψήφιους τηλεκριτικούς γύρω μας που μάλλον περισσεύω.

Δύο συμπεράσματα, όμως.

Πρώτον, ο Μητσοτάκης επιμένει στη στρατηγική του. Λογικό. Δεν αλλάζεις στρατηγική στη μέση του ποταμού, ιδίως όταν κανείς δεν σε υποχρεώνει.

Είναι εμφανές άλλωστε ότι ο ίδιος έχει ανακτήσει σε μεγάλο βαθμό την επικοινωνιακή κυριαρχία του και η κυβέρνηση παρουσιάζει πλέον μια συντεταγμένη θέση.

Ταρακουνήθηκε αλλά δεν έπεσε.

Δεύτερον, είναι ζήτημα αν αναφέρθηκε μία ή δύο φορές στον Τσίπρα και μάλιστα δεν είμαι καν βέβαιος αν είπε το όνομά του.

Λογικό και αυτό. Αν ο Μητσοτάκης θεωρεί ότι έχει ένα σχέδιο για τον τόπο και μια πρόταση για τη διακυβέρνησή του, ο Τσίπρα είναι δευτερεύον ζήτημα.

Ακόμη και τώρα, στις χειρότερες δημοσκοπήσεις από καταβολής Μητσοτάκη, ο αρχηγός της αντιπολίτευσης δεν καταγράφεται ως συγκριτικά αντίπαλο μέγεθος.

Τι μένει;

Οτι οι εκλογές θα γίνουν τον Μάιο δεν είναι και καμία είδηση. Το ξέραμε αφότου κάηκε το σενάριο της 9ης Απριλίου.

Μένουν λοιπόν δύο μήνες και μετά άλλος ένας μήνας για τις δεύτερες.

Γι’ αυτές, ο Μητσοτάκης βρήκε μια νέα φόρμουλα. Στις πρώτες εκλογές ο λαός θα επιλέξει ποιος θα τον κυβερνήσει και στις δεύτερες πώς θα κυβερνηθεί.

Είναι ένα έξυπνο σχήμα υπό μία προϋπόθεση. Οτι στις πρώτες εκλογές θα υπάρξει καθαρός νικητής.

Εως πρόσφατα, όλες οι ενδείξεις εκεί οδηγούσαν. Το δυστύχημα των Τεμπών φάνηκε να θολώνει την εικόνα. Θα δούμε στη συνέχεια αν ο χρόνος την αποκαταστήσει.

Και φυσικά δεν θα προτρέξουμε. Για τους ενδιαφερομένους, η Πυθία εδρεύει στους Δελφούς. Αλλά κρατήστε το ζητούμενο των πρώτων εκλογών: ένας καθαρός νικητής.

Το βασικό συμπέρασμα από τη συνέντευξη είναι εκείνο που στην αρχή κατέγραψα. Ο Μητσοτάκης ξαναβρήκε την αυτοκυριαρχία και τον ειρμό του.

Είναι λογικό μια τέτοια τραγωδία να κλονίσει τον κάθε άνθρωπο. Θα ήταν παράλογο για έναν πρωθυπουργό να μείνει στον κλονισμό.

Αλλωστε στη δημοκρατία υπάρχει ένας παμπάλαιος κανόνας που δεν έχει ποτέ διαψευστεί.

Η δυσαρέσκεια μπορεί να ρίξει μια κυβέρνηση μόνο όταν υπάρχει κάποιος να την υποδεχτεί και να την εκφράσει.

Οταν δεν υπάρχει υποδοχέας της δυσαρέσκειας παρά μόνο άναρθρες κραυγές, τότε κάθε κυβέρνηση με στοιχειώδη ανακλαστικά κερδίζει τον χρόνο και τα περιθώρια να αφομοιώσει τη δυσαρέσκεια που έχει προκαλέσει.

Αυτό είναι το σενάριο που ζούμε από το 2019.

Θα δούμε αν θα επαναληφθεί ξανά και για τους ίδιους λόγους.