Η εκπόνηση από τα κράτη-μέλη των Εθνικών Στρατηγικών Σχεδίων για την Κοινή Αγροτική Πολιτική ήταν το θέμα της σημερινής Διακοινοβουλευτικής Συνεδρίασης της Επιτροπής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (AGRI) με τη συμμετοχή βουλευτών από τα εθνικά Κοινοβούλια, που διεξήχθη μέσω τηλεδιάσκεψης.
Τη Βουλή των Ελλήνων εκπροσώπησαν οι βουλευτές-μέλη της Διαρκούς Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου κ.κ. Φωτεινή Αραμπατζή και Σταύρος Αραχωβίτης.
Η κ. Αραμπατζή, αφού αναφέρθηκε στις πολιτικές επιλογές της ελληνικής κυβέρνησης για την προστασία του περιβάλλοντος, όπως για παράδειγμα την απολιγνιτοποίηση, τόνισε ότι παρότι στην Ελλάδα οι κυρίαρχες μορφές γεωργίας και κτηνοτροφίας έχουν αναλογικά μικρό περιβαλλοντικό αποτύπωμα συγκριτικά με τις «βιομηχανοποιημένες» μορφές αγροτικής δραστηριότητας άλλων ευρωπαϊκών χωρών, είναι δεδομένο ότι η πράσινη μετάβαση έχει πρόσκαιρα μεγάλο κόστος, το οποίο δεν είναι ούτε δίκαιο ούτε λογικό να επωμιστούν ούτε οι παραγωγοί, ιδίως οι μικροί και μεσαίοι, ούτε οι καταναλωτές.
Η λύση, υποστήριξε, που μπορεί να δοθεί μέσω των Εθνικών Στρατηγικών Σχεδίων, είναι αφενός η αξιοποίηση της τεχνολογίας και αφετέρου η επέκταση των καλών πρακτικών που εφαρμόζουν ήδη αρκετοί αγρότες ώστε να μειωθεί το κόστος παραγωγής και να προχωρήσουμε σε φιλικές προς το περιβάλλον γεωργικές πρακτικές με όρους κοινωνικής και οικονομικής αποτελεσματικότητας. Τέλος, έδωσε έμφαση στην ανάγκη να διασφαλιστεί πως τα τρόφιμα που θα εισάγονται στην Ε.Ε. θα τηρούν τα ίδια αυστηρά πρότυπα ασφαλείας με τα εγχωρίως παραγόμενα.
Από την πλευρά του, ο κ. Αραχωβίτης, αναφέρθηκε στην τριπλή πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι αγρότες, (κλιματική αλλαγή, ενεργειακή κρίση, πανδημία Covid-19) και χαρακτήρισε θετικό το γεγονός ότι τα Εθνικά Στρατηγικά Σχέδια δίνουν ως ένα βαθμό ευελιξία στα κράτη-μέλη να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις, αλλά έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για την αυξημένη αιρεσιμότητα που μπορεί να οδηγήσει σε μείωση των επιδοτήσεων. Εξέφρασε, τέλος, τον προβληματισμό του για τα στενά χρονικά περιθώρια ως προς την κατάθεση των Σχεδίων, και πρότεινε να υπάρξει ένα επιπλέον περιθώριο διαλόγου μετά την κατάθεση του Σχεδίου, για να γίνουν οι όποιες απαραίτητες αλλαγές και να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα τους.