Κάθε ημέρα τα τελευταία περίπου δύο χρόνια στη χώρα μας (και όχι μόνον) μετράμε τις νέες λοιμώξεις, νοσηλείες, διασωληνώσεις και θανάτους. Κάπως έτσι, ειδικοί και πολίτες υπολογίζουν την επίπτωση του SARS-CoV-2 στην υγεία μας, με την καθημερινότητά μας να ορίζεται και να καθορίζεται από την ασθένεια, τις απώλειες και την απειλή. Οι πληροφορίες αυτές προκαλούν μοιραία θλίψη, ανασφάλεια, θυμό, άγχος… με τους περιορισμούς των προηγούμενων λοκντάουν να συμβάλλουν στη δυσθυμία και την αβεβαιότητα. Ομως, πώς αποτιμάται η επίπτωση όλων αυτών των αρνητικών συναισθημάτων στην ψυχική υγεία των Ελλήνων; Και πόσο αλώβητοι θα βγούμε ψυχολογικά μετά το πέρας της υγειονομικής αυτής κρίσης;

Οι ψυχικές διαταραχές μπήκαν ήδη από τους πρώτους μήνες της πανδημίας στο μικροσκόπιο με εκείνα τα πρώιμα αποτελέσματα να λειτουργούν σαν την κλειδαρότρυπα του μέλλοντος. Ερευνα που δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 2021 στην επιθεώρηση «Journal of Affective Disorders» με τίτλο «Αυτοαναφερόμενες μεταβολές στο άγχος, την κατάθλιψη και την αυτοκτονία κατά τη διάρκεια του lockdown της Covid-19 στην Ελλάδα», κατέληξε σε ιδιαίτερα ανησυχητικά συμπεράσματα. Το 9,31% του δείγματος εμφάνισε κλινική κατάθλιψη. Το 23,31% εκείνων που είχαν ιστορικό κατάθλιψης, υποτροπίασε.

Μάλιστα, ακόμη και στη «δεξαμενή» εκείνων που δεν είχαν κατά το παρελθόν χάσει το χαμόγελό τους, 8,96% εκδήλωσαν κατά την καραντίνα της άνοιξης του 2020 (τότε συλλέχθηκαν τα στοιχεία) το πρώτο τους καταθλιπτικό επεισόδιο. Το άγχος, πάλι, δηλητηρίασε περίπου έναν στους δύο, σύμφωνα με τα ευρήματα της ίδιας μελέτης.

Προειδοποιήσεις

Το ερευνητικό ενδιαφέρον δεν εξαντλήθηκε σε αυτήν τη μελέτη. Ακολούθησαν αρκετές ακόμη, με καθεμία να λειτουργεί προειδοποιητικά. Η διεθνής έρευνα για την ψυχική υγεία στην εποχή της πανδημίας, με τίτλο «Covid-19 Mentalhealth international fortheGeneral Population (COMET-G) Study» – πραγματοποιήθηκε από τον Μάρτιο του 2020 έως τον Απρίλιο του 2021 με τη συμμετοχή 40 χωρών συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας – ήταν αποκαλυπτική. «Τα ευρήματα αυτής της έρευνας δείχνουν σχεδόν τριπλασιασμό στην κλινική κατάθλιψη και μεγάλα ποσοστά στρες. Σε ένα μόνον έτος υπήρξε πρώιμη υποτροπή ή νέα περιστατικά κατάθλιψης που κανονικά θα εμφανίζονταν σε βάθος 20ετίας», εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο επιστημονικός υπεύθυνος της έρευνας, καθηγητής Ψυχιατρικής του Τμήματος Ιατρικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας Κωνσταντίνος Φουντουλάκης.

Ο καθηγητής αναλύει πως η αύξηση αυτή οφείλεται κυρίως στην επιβάρυνση ασθενών με διαγνωσμένη κατάθλιψη κατά το παρελθόν, προσθέτοντας, παράλληλα, πως ο κίνδυνος για τον γενικό πληθυσμό είναι αρκετά υψηλός. Σε ό,τι, δε αφορά τους παράγοντες κινδύνου, φαίνεται ότι το γυναικείο φύλο, το βεβαρημένο ιστορικό, η χρόνια σωματική νόσος, τα προβλήματα στην οικογένεια, τα οικονομικά προβλήματα, οι απαγορεύσεις τύπου lockdown αλλά και η διείσδυση των θεωριών συνωμοσίας αυξάνουν την ευαλωτότητα μερίδας του πληθυσμού.

Παράγοντες

Ετσι, σήμερα, ενώ λοιμωξιολόγοι και επιδημιολόγοι εκπέμπουν «σήμα κινδύνου» για τη νέα επιδημία ασθενών λόγω της μακράς Covid (γνωστή και ως σύνδρομο long Covid), οι ψυχίατροι εμφανίζονται ανήσυχοι για τις ψυχικές «πληγές» που έχουν (ξανα)ανοίξει ή θα… αιμορραγήσουν στο μέλλον λόγω της πανδημίας. «Η αποτίμηση της επίδρασης ενός τόσο έντονου ψυχοπιεστικού παράγοντα στην ψυχική υγεία θα ολοκληρωθεί στα χρόνια που ακολουθούν. Το θέμα με την ψυχική υγεία είναι ότι τέτοιου είδους παράγοντες μπορούν να λειτουργήσουν απορρυθμιστικά εκ των υστέρων. Ακόμη και όταν η πηγή της πίεσης έχει εξαλειφθεί. Πρόκειται για ένα άθροισμα συναισθημάτων, καταστάσεων (π.χ. βιολογικοί λόγοι) αλλά και εξωγενών συνθηκών που μπορούν να συμβάλουν στην εκδήλωση μιας ψυχικής διαταραχής», λέει από την πλευρά του στα «ΝΕΑ» ο καθηγητής Ψυχιατρικής του ΑΠΘ, πρόεδρος της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, Βασίλειος-Παντελεήμονας Μποζίκας.

Και παρατηρεί με νόημα ότι η ζωή «δεν είναι μία ευθεία, αλλά μία πορεία με ανηφόρες, κατηφόρες, ευθείες, στροφές». Ο ίδιος αναφέρεται στη σημερινή ημέρα, που αποτελεί ορόσημο μετά από μήνες εγκλεισμού και περιορισμών, καθώς εφεξής (και εκτός ανατροπής) οι εμβολιασμένοι πολίτες θα έχουν τη δυνατότητα να επιστρέψουν σε μία καθημερινότητα που θυμίζει εποχές προ Covid. «Παρ’ όλα αυτά, ήδη έχουν αρχίσει να διαφαίνονται οι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, ανοίγοντας έναν νέο κύκλο ανησυχίας», παρατηρεί. Σύμφωνα με τον καθηγητή, οι εφημερίες στις ψυχιατρικές κλινικές μαρτυρούν δειλά την ψυχολογική επιβάρυνση, παρ’ όλα αυτά δεν έχει ακόμη υπολογιστεί το μέγεθος της επίδρασης: «Πιθανόν η αύξηση αυτή να οφείλεται σε ασθενείς με διαγνωσμένα προβλήματα που υποτροπίασαν ή σε πολίτες που λόγω περιορισμένων και οικονομικών προβλημάτων δεν προσέγγισαν έγκαιρα κάποιον ειδικό».

Παράλληλα και καθώς η Β’ Πανεπιστημιακή Ψυχιατρική Κλινική του ΑΠΘ (με διευθυντή τον ίδιο) έχει αναλάβει τη φροντίδα της ψυχικής υγείας των φοιτητών της Θεσσαλονίκης, ο ειδικός εξηγεί ότι ούτε οι νέοι είναι αλώβητοι. «Γι’ αυτό και είναι κρίσιμο να δοθεί έμφαση στην πρωτοβάθμια ψυχιατρική φροντίδα, που αποτελεί χρόνιο πρόβλημα. Είναι σημαντικό να λειτουργήσουν κοινοτικές υπηρεσίες για την έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση. Αλλωστε, ίσως ένα θετικό που προέκυψε από την πανδημία είναι ότι μιλήσαμε αρκετά για την ψυχική νόσο, προτρέποντας τους πολίτες να αναζητήσουν βοήθεια», καταλήγει.