Μόλις 1 στους 2 ανθρώπους παραμένουν θετικοί απέναντι στην παγκοσμιοποίηση, σύμφωνα με νέα έρευνα του World Economic Forum.
Μάλιστα, το ποσοστό έχει μειωθεί κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες (σε μέσο όρο) για κάθε χώρα από το 2019.
Η Γαλλία, η Ρωσία και το Βέλγιο δείχνουν τη χαμηλότερη εμπιστοσύνη έναντι της παγκοσμιοποίησης, ενώ η Μαλαισία, η Νότια Αφρική, το Περού, η Βραζιλία και η Νότια Κορέα έχουν τη μεγαλύτερη.
Ο πολίτες φαίνεται ότι έχουν αποστασιοποιηθεί από το πλαίσιο της ανάγκης για παγκοσμιοποίηση κατά τα τελευταία δύο χρόνια, με σχεδόν τους μισούς να δείχνουν αβέβαιοι για τα οφέλη της και περισσότερο 1/3 να υποστηρίζει την επιβολή φραγμών στις εμπορικές συναλλαγές.
Τα στοιχεία
Τα ευρήματα από την τελευταία έρευνα του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (World Economic Forum) σε σχεδόν 20.000 άτομα σε 25 χώρες δείχνουν ένα μείγμα πόλωσης και αμφιθυμίας σχετικά με το ελεύθερο εμπόριο, την παγκοσμιοποίηση και τις πολιτικές προστατευτισμου.
Η έευνα δείχνει ότι το 75% των ερωτηθέντων πως η επέκταση του εμπορίου είναι προς τη θετική κατεύθυνση, ωστόσο σχεδόν το 40% πιστεύει ότι θα πρέπει να υπάρχουν περισσότεροι εμπορικοί φραγμοί για τον περιορισμό των εισαγωγών ξένων αγαθών και υπηρεσιών. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως το 36% των ερωτηθέντων παραμένουν ουδέτεροι ή δεν έχουν κάποια γνώμη.
Ο Sean Doherty, επικεφαλής του Διεθνούς Εμπορίου και Επενδύσεων στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ δήλωσε: «Το διεθνές εμπόριο και οι επενδύσεις μπορούν να αναπτύξουν τις οικονομίες, να μειώσουν τη φτώχεια, να βελτιώσουν την υγειονομική περίθαλψη και να ενισχύσουν τους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο.
Ωστόσο, οι αλλαγές που προκαλούνται από το εμπόριο μπορεί να είναι «ενοχλητικές», επώδυνες και μερικές φορές να υπονομεύσουν τις τοπικές μεταρρυθμίσεις. Η φαινομενική αντίφαση στα αποτελέσματα της έρευνας είναι κατανοητή: οι άνθρωποι θέλουν περισσότερο το καλό και λιγότερο το κακό της παγκοσμιοποίησης.
Για να αυξηθούν τα κέρδη και να επιτευχθούν δίκαια αποτελέσματα για όλους, οι κυβερνήσεις πρέπει να ακούσουν τις τοπικές προτεραιότητες και να εργαστούν από κοινού σε πολιτικές που σχετίζονται με το περιβάλλον, τις θέσεις εργασίας, τους φόρους, την ψηφιακή οικονομία και άλλα θέματα που αγγίζουν τα σύνορα».