Είναι διαχωρισμός; Ή μήπως είναι διχασμός; Και είναι μια λογική συνέπεια της άρνησης η αναστολή της εργασίας ή μήπως είναι τιμωρία; Αν δεν ήταν ορατός ο κίνδυνος του επιδημιολογικού αδιεξόδου, αυτό δεν θα ήταν παρά ακόμη ένα παιχνίδι με τις λέξεις ενός πολιτικού συστήματος που έχει συνηθίσει να υπερκαταναλώνει φαιά ουσία. Με τον πιθανό πήχη των κρουσμάτων όμως να εκτοξεύεται ακόμη και στις 20.000, το παιχνίδι με τις λέξεις μετατρέπεται σε παιχνίδι με τη ζωή και τον θάνατο. Μπορεί να παίζει κανείς σε αυτές τις συνθήκες;

Για ένα πολιτικό σύστημα που παραδοσιακά κατασκευάζει πόλωση αντί για συναίνεση, το ερώτημα δεν είναι καινούργιο. Εχει τεθεί σε όλες τις μεγάλες κρίσεις – από τον εθνικό διχασμό του περασμένου αιώνα έως την οικονομική κρίση του σημερινού. Και έχει τεθεί με εκείνο τον υποθετικό λόγο που δεν συμπαθούν οι ιστορικοί: Τι θα είχε γίνει εάν το πολιτικό σύστημα συμφωνούσε πως το μνημόνιο με τους δανειστές ήταν η μοναδική λύση για να αποφύγει η χώρα την άτακτη χρεοκοπία; Πόσο μικρότερο θα ήταν το κόστος εάν δεν επένδυε ένα μέρος του συστήματος στην αγανάκτηση; Και πόσο πιο γρήγορα θα είχε λήξει αυτή η περιπέτεια εάν το ίδιο αυτό κομμάτι δεν καβαλούσε το κύμα του λαϊκισμού;

Δεν έχει κανείς παρά να επικαιροποιήσει τα ερωτήματα και να τα προσαρμόσει στην υγειονομική κρίση: Πόσο θα αυξηθεί το ποσοστό των εμβολιασμένων εάν όλα, μα όλα τα κόμματα συναινούσαν στην υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών χωρίς αστερίσκους; Εάν συμφωνούσαν πως η επιτυχία του εμβολιαστικού προγράμματος δεν μπορεί να εξαρτάται από την καλοσύνη των εργαζομένων στους οίκους ευγηρίας ή στο σύστημα Υγείας; Και τι περιθώρια επαναστατικής γυμναστικής θα είχαν οι αντιεμβολιαστές εάν δεν θεωρούσε κανένα κόμμα πως οι επιπτώσεις της μη συμμόρφωσης συνιστούν ποινή;

Στην πραγματικότητα, τα ερωτήματα δεν είναι τόσο υποθετικά όσο ακούγονται. Την εποχή της οικονομικής κρίσης, μια χώρα με αξιοζήλευτες επιδόσεις συναίνεσης, η Πορτογαλία, ξεμπέρδεψε πολύ πιο γρήγορα από μια διχασμένη χώρα που ακριβώς εξαιτίας του διχασμού της συνέχιζε να υπογράφει μνημόνια. Και σήμερα, την εποχή της υγειονομικής κρίσης, μια χώρα, η Γαλλία, που επιτρέπει μόνο στους εμβολιασμένους την επιστροφή στην προπανδημική κανονικότητα, είδε τους πολίτες της να σπεύδουν κατά εκατοντάδες χιλιάδες για να εμβολιαστούν. Το κόλπο, με λίγα λόγια, πιάνει.

Ο Εμανουέλ Μακρόν δεν απέφυγε ασφαλώς την κριτική – η ψεκασμένη Ακρα Δεξιά θα είναι πάντα και εκεί και εδώ και παντού στον κόσμο για να ανακαλύπτει τσιπάκια μαζικού ελέγχου και σημάδια του Σατανά. Αλλά η συριζαϊκή Αριστερά, από τον Πολάκη και την Τζάκρη έως τον ίδιο τον πρόεδρό της, γιατί θολώνει τις γραμμές της με ψευδαισθήσεις; Ναι, το κόλπο έπιασε κάποτε. Αλλά τώρα δεν φαίνεται να πείθει ούτε τους ψηφοφόρους της.