Εξαιρετικός ρολίστας αλλά ενιοτε και πρωταγωνιστής στον κινηματογράφο και την τηλεόραση, καθώς επίσης ένας από τους πιο καταξιωμένους ηθοποιούς του αμερικανικού θεάτρου, ο Μπράιαν Ντένεχι άφησε την περασμένη Τετάρτη την τελευταία πνοή του στο Χάρτφορντ του Κονέτικατ, την πολιτεία όπου είχε γεννηθεί τον Ιούλιο του 1938 (στο Μπρίτζπορτ). Ηταν 82 ετών.

 

Ο Ντένεχι, άργησε να κερδίσει δημοσιότητα κάτι που έγινε το 1982 με το «Ράμπο: Το πρώτο αίμα», όταν έπαιξε τον σαδιστικό σερίφη που καταδίωκε μέχρι θανάτου έναν βετεράνο του πολέμου στο Βιετνάμ, τον Τζον Ράμπο. Η ταινία βέβαια ήταν όχημα του πρωταγωνιστή της, Σιλβέστερ Σταλόνε όμως ο Ντένεχι με την δυναμική, σχεδόν θηριώδη παρουσία του στάθηκε εξαιρετικά δίπλα στον πρώτο.

 

Απόφοιτος του Πανεπιστημίου Κολούμπια (Ιστορία), ο Μπράιαν Ντένεχι γράφτηκε αργότερα στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ για να σπουδάσει δραματικές Τέχνες. Το θέατρο τον κατέκτησε αμέσως και σύντομα άρχισαν οι κινηματογραφικές εμφανίσεις του, αρχικώς σε πολύ μικρούς ρόλους («Αναζητώντας τον κύριο Γκούντμαπρ», «Semi tough»), αργότερα μεγαλύτερους.

 

Στην δεκαετία του 1980 το όνομά του Ντένεχι συνδέθηκε με μεγάλες εμπορικές αλλά και καλλιτεχνικές επιτυχίες της 7ης Τέχνης. Ηταν ένας ευγενής εξωγήινος στο «Κοκούν» διεφθαρμένος σερίφης στο «Σιλβεράντο» αλλά και ο αστυνομικός με την καλή ψυχή στο «F/X – Θανάσιμες ψευδαισθήσεις». Ταινίες όπως «Αθώος μέχρι αποδείξεως του εαντίον», «Εγκλημα στο Γκόρκι Παρκ» και «Μπεστ σέλερ» ανήκουν στις πολύ καλές στγμές του Ντένεχι, ο οποίος ήταν επίσης ο αρχιτέκτονας στην θαυμάσια «Κοιλιά του αρχιτέκτονα» του Πίτερ Γκρίναγουεϊ.

 

O Ντένεχι διέπρεψε επίσης θεατρικά. Για τον ρόλο του Γουίλι Λόμαν που υποδύθηκε στον «Θάνατο του εμποράκου» το 1999 κέρδισε το ΤΟΝΥ. Για τον ίδιο ρόλο κέρδισε την Χρυσή Σφαίρα όταν το θεατρικό έργο μεταφέρθηκε στην τηλεόραση. Αλλη μεγάλη επιτυχία του στο Μπρόντγουεϊ ήταν το «Μακρύ ταξίδι της μέρας μέσα στη νύχτα» του Ευγένιου Ο’ Νίλ.

 

Περιέργως, αν και διαρκώς στα πράγματα, ο Μπράιαν Ντένεχι πέρα από το ΤΟΝΥ ποτέ δεν τιμήθηκε όπως θα έπρεπε. Υπήρξε πέντε φορές υποψήφιος για το ΕΜΜΥ και μία για την Χρυσή Σφαίρα – επίσης για τον «Εμποράκο».