Την ελπίδα ότι μετά τις βελτιώσεις που έγιναν τόσο η αναθεώρηση του άρθρου 54 του Συντάγματος όσο και ο εκλογικός νόμος που θα έρθει στην Βουλή, θα ψηφιστούν από το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων, εξέφρασε ο υπουργός Εσωτερικών Τάκης Θεοδωρικάκος δίνοντας τις απαραίτητες αποσαφηνίσεις γύρω από την τελική διατύπωση του νομοθετικού πλαισίου για την ψήφο των Ελλήνων του εξωτερικού. Εκτίμησε μάλιστα ότι με τις βελτιώσεις που έγιναν διευκολύνεται η στάση των κομμάτων και διαμορφώνονται οι απαραίτητες συγκλίσεις ώστε να υπάρξει η πλειοψηφία των 200 εδρών για να περάσει από τη Βουλή ο νόμος που θα διευκολύνει τους Έλληνες του εξωτερικού να ψηφίζουν από τον τόπο της κατοικίας τους. Όπως εξήγησε ο κ. Θεοδωρικάκος, με βάση την πρόταση αναθεώρησης προϋπόθεση για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος των εκτός επικρατείας Ελλήνων είναι ο χρόνος απουσίας από τη χώρα ή η παρουσία στην Ελλάδα για ορισμένο χρόνο στο παρελθόν. Επίσης με την αναθεώρηση του άρθρου 54 προβλέπεται ότι ορισμένες θέσεις από τους βουλευτές Επικρατείας κάθε κόμματος να καταλαμβάνονται από Έλληνες της διασποράς. Ακόμα καθιερώνονται μία ή περισσότερες εκλογικές περιφέρειες απόδημου Ελληνισμού.

Ειδικότερα, η τελική πρόταση αναφέρει ότι στο άρθρο 54 προστίθεται νέα παράγραφος 4 που έχει ως ακολούθως:

«4. Με τον νόμο της παραγράφου 4 του άρθρου 51 μπορεί να τίθενται προϋποθέσεις στην άσκηση του εκλογικού δικαιώματος στον τόπο διαμονής τους από τους εκλογείς που κατοικούν έξω από την Επικράτεια, όπως αυτοπρόσωπη παρουσία σε εκλογικό τμήμα, χρόνος απουσίας από τη χώρα ή παρουσία στη χώρα για ορισμένο χρόνο στο παρελθόν. Με τον νόμο του προηγούμενου εδαφίου μπορεί να ορίζεται ότι ορισμένες θέσεις του ψηφοδελτίου επικρατείας κάθε κόμματος της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου καταλαμβάνονται υποχρεωτικά από απόδημους. Νόμος μπορεί να προβλέπει ότι η ψήφος των εκλογέων που ψηφίζουν σε εκλογικά τμήματα έξω από την Επικράτεια δεν προσμετράται σε συγκεκριμένη εκλογική περιφέρεια, αλλά μόνο σε επίπεδο επικρατείας. Με τον νόμο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου μπορεί να καθιερώνονται μία ή περισσότερες εκλογικές περιφέρειες απόδημου Ελληνισμού, κατά παρέκκλιση της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου».

Ο κ. Θεοδωρικάκος υπογράμμισε ότι η συγκεκριμένη προσθήκη στο άρθρο 54 του Συντάγματος, «γίνεται για να θωρακιστούν συνταγματικά οι περιορισμοί που θέτουν ορισμένα κόμματα σε ό,τι αφορά τις διευκολύνσεις που θα γίνονται στους εκτός επικρατείας Έλληνες να ψηφίζουν από τον τόπο κατοικίας τους». Όπως μάλιστα τόνισε «πολλές εξ αυτών είναι δυνητικές και όχι υποχρεωτικές γιατί είναι κρίμα να γίνει το λάθος που έγινε σε προηγούμενη αναθεώρηση και να δεσμεύσουμε αμετάκλητα νέες κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες στο μέλλον».

Ο υπουργός Εσωτερικών αναφέρθηκε στην προτεραιότητα της κυβέρνησης και προσωπικά του πρωθυπουργού να διαμορφωθούν οι ευρύτερες δυνατές συγκλίσεις στο θέμα. Στην κατεύθυνση αυτή μετά από πολύωρες και επίπονες συζητήσεις με όλα τα κόμματα του κοινοβουλίου, στις 22 Οκτωβρίου «καταλήξαμε ουσιαστικά σε μια συνθήκη συμβιβασμού, που θα διευκολύνει αρκετές χιλιάδες Ελλήνων να ψηφίσουν στις προσεχείς εκλογές στις χώρες που κατοικούν», είπε, προσθέτοντας ότι «δυστυχώς οι περιορισμοί που ετέθησαν από κόμματα δεν επιτρέπουν να κάνουν χρήση της ευεργετικής διάταξης όλοι οι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους». «Όσοι δεν θα μπορέσουν να κάνουν χρήση του νόμου που ευελπιστώ ότι θα ψηφιστεί με την αναγκαία πλειοψηφία, θα μπορούν να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα, όπως προεβλέπετο μέχρι σήμερα, ερχόμενοι στην Ελλάδα και στις εκλογικές περιφέρειες που είναι εγγεγραμμένοι», διευκρίνισε. Και αναγνώρισε ότι «σαφώς δεν είναι αυτό που επιδιώκαμε»: «Πρόκειται για μια συνθήκη συμβιβασμού, η οποία όμως επιτρέπει να κάνουμε ένα σημαντικότατο πρώτο βήμα», δήλωσε. Με βάση και τα ζητήματα κινδύνου αντισυνταγματικότητας που έθεσαν στην διακομματική επιτροπή κάποια κόμματα, κρίθηκε αναγκαίο στο άρθρο 54, που είναι αναθεωρητέο, να θωρακισθούν συνταγματικά οι προβλέψεις που θα περιληφθούν στο νόμο, το σχέδιο του οποίου συντάχθηκε με βάση τη συμφωνία της 22ας Οκτωβρίου και το νομοσχέδιο ετέθη σε διαβούλευση. Όπως ανέφερε ο υπουργός Εσωτερικών «όταν οι πολιτικές αποφάσεις αφορούν βασικά δημοκρατικά δικαιώματα των πολιτών με εθνικό χαρακτήρα, τότε η συναίνεση αποτελεί αυτονόητο καθήκον και δείχνει το μέγεθος της ευθύνης καθενός εξ ημών απέναντι σε εκείνους που μας εμπιστεύθηκαν, όχι μόνο την ψήφο τους, αλλά την πρόοδο τη δική τους και των οικογενειών τους».