Η «συγχρονισμένη επιβράδυνση» είναι ο εύσχημος τρόπος με τον οποίο το ΔΝΤ επέλεξε να περιγράψει τα σύννεφα που πυκνώνουν στην παγκόσμια οικονομία και τγια τα σημάδια που πληθαίνουν ότι η παγκόσμια οικονομία εισέρχεται σε μια περίοδο όπου το ερώτημα της επικείμενης κρίσης θα κυριαρχεί.

Η παρουσίαση των συγκεκριμένων προβλέψεων για το 2019, πέραν της γενικής πρόβλεψης για παγκόσμια ανάπτυξη στο 3% παρουσιάζει μια πιο ανησυχητική εικόνα. Οι αναπτυγμένες οικονομίες αναμένεται να κινηθούν στο σύνολό τους μόλις στο 1,7%, με τις ΗΠΑ να πηγαίνουν με 2,4% καλύτερα από την Ευρωζώνη που αναμένεται να κινηθεί με 1.2% στα όρια της ύφεσης. Η Γερμανία από ατμομηχανή της ευρωζώνης εξελίσσεται σε φρένο, με προβλεπόμενη ανάπτυξη μόλις στο 0.5% για την τρέχουσα χρόνια, ενώ για την Ιταλία προεξοφλείται μηδενική ανάπτυξη.

Όμως, και σε άλλες οικονομίες τα πράγματα δεν δείχνουν να έχουν μεγάλο δυναμισμό. Το 6.1% της Κίνας φαντάζει εντυπωσιακό σε σχέση με την ευρωπαϊκή στασιμότητα όμως για την ίδια την Κίνα συνιστά μεγάλη επιβράδυνση, ιδίως εάν αναλογιστούμε ότι η πρόβλεψη για το 2020 είναι ακόμη πιο αρνητική στο 5,8%. Άλλες περιοχές, που επίσης τα προηγούμενα χρόνια είχαν δώσει αναπτυξιακές δυναμικές επίσης δείχνουν να εισέρχονται σε τροχιά μεγάλης επιβράδυνσης. Για παράδειγμα η πρόβλεψη για την ευρύτερη περιοχή της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής για το 2019 είναι για ανάπτυξη μόλις στο 0.2%.

Την ίδια ώρα επιβράδυνση εμφανίζεται κατά την εκτίμηση του ΔΝΤ και σε άλλους οικονομικούς δείκτες. Για παράδειγμα, το ΔΝΤ προβλέπει για το 2019 σημαντική υποχώρηση των ρυθμών αύξησης του παγκόσμιου εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών στο μόλις 1.2%, με αντίστοιχη υποχώρηση των ρυθμών αύξησης των εισαγωγών και των εξαγωγών και από τις αναπτυγμένες χώρες και από τις αναδυόμενες.

Ιδιαίτερη έμφαση δίνει το ΔΝΤ στο γεγονός ότι τους τελευταίους μήνες εμφανίζονται τάσεις επιβράδυνσης, με συντονισμένο τρόπο σε ένα ευρύ φάσμα χωρών. Αυτό αφορά τη βιομηχανική παραγωγή, τον όγκο του παγκόσμιου εμπορίου, το δείκτη υπευθύνων προμηθειών PMI), τον όγκο των πραγματικών επενδύσεων.

Τι πυροδοτεί την οικονομική επιβράδυνση

Η ίδια η εισαγωγική παράγραφος προσπαθεί με έναν παραθετικό τρόπο να ορίσει τα αίτια αυτής της δυναμικής: «Αυτή η χαμηλωμένη (subdued) ανάπτυξη είναι μια συνέπεια των αυξανόμενων φραγμών στο διεθνές εμπόριο, της αυξημένης αβεβαιότητας σε σχέση με το παγκόσμιο εμπόριο και τη γεωπολιτική, των ιδιοσυγκρασιακών παραγόντων που διαμορφώνουν μακροοικονομική πίεση σε αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς και των δομικών παραγόντων όπως της χαμηλής αύξησης της παραγωγικότητας και της επιδείνωσης των δημογραφικών δεδομένων στις αναπτυγμένες οικονομίες».

Παρά την επιλογή μιας παρατακτικής παράθεσης των αιτιών της παγκόσμιας οικονομικής επιβράδυνσης, μπορεί κανείς να δει εδώ την ένταση ανάμεσα σε δύο διαφορετικές κατηγορίες αιτίων.

Από τη μια υπάρχει όλη η συζήτηση για το παγκόσμιο εμπόριο, στο φόντο των αυξημένων γεωπολιτικών εντάσεων. Εδώ έχουμε το ερώτημα για τον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο και τη δυναμική του, τόσο σε σχέση με τη διακίνηση εμπορευμάτων όσο και σε σχέση με την κατανομή των επενδύσεων, π.χ. με την πολιτική προσπάθεια να αναχαιτιστεί το κύμα κινεζικών επενδύσεων στην Ευρώπη. Όπως επίσης δεν πρέπει να υποτιμάμε και τη σημασία ανοιχτών συγκρούσεων που αφορούν και το παγκόσμιο εμπόριο όπως είναι π.χ. η ένταση γύρω από τα Στενά του Ορμούζ.

Από την άλλη έχουμε, όμως, και την έμμεση παραδοχή ότι υπάρχουν και μακροοικονομικά προβλήματα αλλά και τα ζητήματα που αφορούν την παραγωγικότητα. Τα ζητήματα αυτά μας φέρνουν πιο κοντά στον πυρήνα της οικονομικής πολιτικής.

Από τη μια, αποδεικνύεται ότι υπάρχουν όρια στα αποτελέσματα που μπορούν να έχουν οι πολιτικές αντιστροφής υφεσιακών τάσεων, καθώς η τρέχουσα επιβράδυνση λαμβάνει χώρα σε μια συγκυρία όπου κυριαρχούν τα πολύ χαμηλά έως αρνητικά επιτόκια και οι παραλλαγές των πολιτικών «ποσοτικής χαλάρωσης».

Από την άλλη, αναδεικνύεται και το πραγματικό ζήτημα των τομών στην παραγωγικότητα. Και αυτό γιατί παρότι έχουν υπάρξει πολύ σημαντικές τομές και στην τεχνολογία και στην οργάνωση των παραγωγικών δραστηριοτήτων, εντούτοις δεν υπάρχουν οι ίδιοι ρυθμοί αύξησης της παραγωγικότητας. Αυτό επιτείνεται και από μια ακόμη παράμετρο, που αφορά ιδίως τις αναπτυγμένες οικονομίες: η στροφή προς τις υπηρεσίες δεν επιτρέπει τις ίδιες τομές στην παραγωγικότητα, μια που πρόκειται για παραγωγικές διαδικασίες που δεν μπορούν πλήρως να εκμηχανιστούν.

Αυτός ο συνδυασμός ανάμεσα στην αδυναμία να υπάρξουν τέτοιες τομές στην παραγωγικότητα και την ταυτόχρονη επανεμφάνιση της υπερδιόγκωσης της χρηματοπιστωτικής σφαίρας, επαναφέρει μια οξυμμένη αντίφαση που είχε καταγραφεί και στην προηγούμενη κρίση.

Η αβέβαιη ανάκαμψη του 2020

Οι προβλέψεις για το 2020 δείχνουν πιο αισιόδοξες. Το ΔΝΤ επιμένει να δίνει για το 2020 πρόβλεψη για παγκόσμια ανάπτυξη στο 3,4%, με τις αναπτυγμένες χώρες να παραμένουν στάσιμες στο 1,7% (με τις ΗΠΑ να υποχωρούν στο 2.4% και την ΕΕ να ανακάμπτει ελαφρά στο 1.4%) και τις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες να βελτιώνουν την προοπτική από το 3,9% στο 4.6%, όμως με υποχώρηση της Κίνας κάτω από το «ψυχολογικό» όριο του 6%, στο 5,8%.

Ωστόσο, την ίδια στιγμή το ίδιο το ΔΝΤ αναφέρει διάφορες παραμέτρους ως προς την εκτίμησή του. Για παράδειγμα εκτιμά ότι είναι πιθανό να έχουμε έναν επαναπατρισμό ή μετατόπιση προς το κέντρο ορισμένων παραγωγικών δραστηριοτήτων των πολυεθνικών επιχειρήσεων, στο πλαίσιο των εντάσεων στο παγκόσμιο εμπόριο. Όμως, είναι πιθανό εκεί να μην έχουν το μειωμένο κόστος και την αποδοτικότητα των προηγούμενων χώρων εγκατάστασής τους. Επιπλέον, το ΔΝΤ εμφανίζεται ανήσυχο για τον κίνδυνο υποχώρησης της διάχυσης τεχνολογίας στο πλαίσιο των αναδυόμενων φραγμών που τίθενται εντός του εμπορικού (και τεχνολογικού) πολέμου. Αντίστοιχα, το ΔΝΤ ανησυχεί εάν ως αποτέλεσμα μιας νέας κατανομής των παραγωγικών δραστηριοτήτων τελικά προκύψει υποχώρηση της παραγωγικότητας.

Ερωτηματικά βάζει το ΔΝΤ και σε σχέση με την υποχώρηση των παγκόσμιων επενδύσεων το 2018. Ο λόγος είναι ότι ένα σημαντικό μέρος της μείωσης έχει να κάνει με τη μετακίνηση κεφαλαίων από τοποθετήσεις που έγιναν για φορολογικούς σκοπούς, αναδεικνύοντας και τις δυσκολίες στη μέτρηση σήμερα των κινήσεων εκείνων κεφαλαίων που αφορούν επένδυση, ή αγορές και συγχωνεύσεις σε διάκριση από τις φορολογικές στρατηγικές των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων.

 

Το επισφαλές διεθνές περιβάλλον και η ελληνική οικονομία

Όλα αυτά διαμορφώνουν και ένα πιο επισφαλές περιβάλλον για την ελληνική οικονομία. Παρότι οι δυναμικές της ελληνικής ανάκαμψης περιλαμβάνουν και ενδογενείς παραμέτρους και σίγουρα θα εξαρτηθούν από διεργασίες που αφορούν την ίδια την ελληνική οικονομία (για παράδειγμα το εάν και κατά πόσο θα υπάρξει λύση στο θέμα των «κόκκινων δανείων» και άρα την επανεκκίνηση του τραπεζικού δανεισμού), εντούτοις το διεθνές κλίμα επηρεάζει. Ο τουρισμός, οι εξαγωγές αλλά και η προσέλκυση κεφαλαίων σίγουρα επηρεάζονται από τις δυναμικές της παγκόσμιας οικονομίας, έστω και με την έννοια ότι η ελληνική ανάκαμψη δεν θα έχει την ίδια ώθηση από το διεθνές περιβάλλον που θα είχε εάν η παγκόσμια οικονομία ήταν σε ανοδική φάση.