Ο Μάνος Ελευθερίου υπήρξε πολυσχιδής προσωπικότητα. Δεν υπάρχει όμως σοβαρή αμφισβήτηση πως στη συλλογική μας μνήμη θα μείνει ως ο δημιουργός που με τους σπουδαίους στίχους που έγραψε γεφύρωσε την ποίηση με το λαϊκό τραγούδι. Οι περισσότεροι μάλιστα –χωρίς να παραγνωρίζουν τις αυτόνομες συλλογές που άρχισε να δημοσιεύει από τις αρχές τις δεκαετίας του 1960 –φαίνεται να συμφωνούν ότι τα καλύτερα ποιήματά του συγκαταλέγονται ανάμεσα στα εκατοντάδες που έχουν μελοποιηθεί. Αυτά τα αθάνατα τραγούδια αποτελούν ήδη πολιτισμικά σημεία αναφοράς.
«Ο Μάνος Ελευθερίου εξέφρασε, ως κορυφαίος στο είδος, την αρμονική σύζευξη ποίησης και λαϊκής στιχουργίας. Και με το τραγούδι έγινε πανελλήνιος. Ηταν ο αλύγιστος αχθοφόρος των καημών μας. Περιείχε, στο δικό του ποιητικό σύμπαν, τις ευαισθησίες όλων μας. Πιστεύω ότι υπήρξε, χωρίς ποτέ να τον μιμηθεί, ο διάδοχος του Γκάτσου στο πεδίο αυτό» είπε στο «Βήμα» ο συγγραφέας Θωμάς Κοροβίνης. Το 2013 ο Μάνος Ελευθερίου είχε τιμηθεί με το Βραβείο Ποίησης του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη για το σύνολο του έργου του.
Τον περασμένο Μάρτιο κυκλοφόρησαν «Τα ομοιοκατάληκτα» (2018, Μεταίχμιο). Πρόκειται για μια προσωπική επιλογή του εκλιπόντος από παλαιότερα και νέα ανέκδοτα γραπτά του συνθεμένα με την τεχνική της παραδοσιακής ρίμας, τα οποία αναδεικνύουν «την άρρηκτη ενότητα ποίησης και στιχουργικής που χαρακτηρίζει το έργο και την πορεία του», όπως σημειώνει ο επιμελητής Δημήτρης Παπακώστας. Τι θα μείνει όμως από τον κατοπινό πεζογράφο Μάνο Ελευθερίου; Ο ίδιος λυπόταν που ασχολήθηκε με τα πεζά σε προχωρημένη ηλικία. «Νομίζω ότι δεν θα ήταν σωστό να απομονώσουμε τον στιχουργό και ποιητή από τον μυθιστοριογράφο και τον διηγηματογράφο. Εχω την αίσθηση ότι ειδικά ο Ελευθερίου θα πρέπει να αντιμετωπιστεί συνολικά, να συνεκτιμηθούν όλες του οι ιδιότητες, και η ερευνητική ασφαλώς» απάντησε στο «Βήμα» ο φιλόλογος Θανάσης Αγάθος που είχε ασχοληθεί με το βιβλίο του «Η γυναίκα που πέθανε δύο φορές» (2006, Μεταίχμιο), ένα μυθιστόρημα που αποδείχθηκε πολύκροτο ετεροχρονισμένα και στο οποίο ο Μάνος Ελευθερίου, από τη μια πλευρά, «αποτίνει φόρο τιμής στην ηθοποιό Ελένη Παπαδάκη» που δολοφονήθηκε στη διάρκεια των Δεκεμβριανών του 1944 και, από την άλλη, «μας δίνει το πορτρέτο μιας ζοφερής εποχής χωρίς να χαριστεί σε κανέναν, ούτε στην Αριστερά, όπου μάλλον ανήκε». Πάντως ο Μάνος Ελευθερίου δεν είχε σκοπό να αναμοχλεύσει πολιτικά πάθη.
Ο Εμφύλιος Πόλεμος ήταν το πρόσχημα, το μοιραίο φόντο της αφήγησής του, για να ανασύρει από τη λήθη τη μεγάλη θεατρίνα και να υποδείξει τον φθόνο του σιναφιού. Ανάλογο πάθος, ανθρώπινο και καλλιτεχνικό, επέδειξε και για την Ευαγγελία Παρασκευοπούλου και τη γενέτειρά του, τη Σύρο, στα τέλη του 19ου αιώνα, με το μυθιστόρημα «Ο καιρός των χρυσανθέμων» (2004, Μεταίχμιο) που το 2005 είχε αποσπάσει το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ