Δεν θα καταφύγει στην «εύκολη» λύση της αύξησης των τιμολογίων ρεύματος. Και δεν θα καταργήσει την έκπτωση του 15% στους συνεπείς πελάτες. Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ κ. Μανόλης Παναγιωτάκης μιλώντας στο «Βήμα» επισημαίνει ότι υπάρχουν και άλλοι τρόποι αύξησης των εσόδων της ΔΕΗ. Προαναγγέλλει έξοδο της επιχείρησης στις αγορές το ερχόμενο διάστημα και είσοδο στη λιανική αγορά φυσικού αερίου από τις αρχές του 2019.
Οσον αφορά τους εργαζομένους της ΔΕΗ, διαψεύδει κατηγορηματικά τα σενάρια περί μείωσης του προσωπικού κατά 50%, ενώ τονίζει ότι δεν απαιτείται κανένα πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου. Σχετικά με την πώληση των λιγνιτικών μονάδων της επιχείρησης εκτιμά ότι στα σχήματα που θα διαμορφωθούν στην τελική φάση θα μετέχουν «παίκτες» που εκδήλωσαν ενδιαφέρον στην πρώτη φάση του διαγωνισμού, πιθανώς με τη συμμετοχή ενός χρηματοδοτικού fund. Ο κ. Παναγιωτάκης θεωρεί ότι ο λιγνίτης είναι απαραίτητος για το μεταβατικό στάδιο έως την επικράτηση της «πράσινης» ενέργειας, ώστε να στηριχθεί και η ελληνική βιομηχανία.

Κύριε Παναγιωτάκη, η ενεργειακή αγορά μετασχηματίζεται ραγδαία. Η ΔΕΗ με την αναγκαστική αποεπένδυση των λιγνιτών θα χάσει ένα σημαντικό ποσοστό της παραγωγής της, ενώ πρέπει παράλληλα να περιορίσει και τη θέση της στο λιανεμπόριο. Πώς διαμορφώνεται το αύριο της επιχείρησης στο νέο ενεργειακό τοπίο;
«Η παραγωγή των υπό αποεπένδυση μονάδων αντιστοιχεί στο 13%-14% της συνολικής παραγωγής της ΔΕΗ. Στο πενταετές επιχειρηματικό μας σχέδιο προβλέπεται να καλύψουμε αυτή την απώλεια με παραγωγή από ΑΠΕ, συμπεριλαμβανομένου και του ΥΗΣ Μεσοχώρας. Σε ό,τι αφορά τη λιανική αγορά, πράγματι υπάρχει μνημονιακή δέσμευση για μείωση του μεριδίου της στο 50% έως το τέλος του 2019. Από τη μέχρι τώρα πορεία της αγοράς –καθώς μόνο το 5% των καταναλωτών έφυγε από τη ΔΕΗ, συνεπεία και του τρόπου δράσης των ανταγωνιστών μας –δεν διαφαίνεται η εκπλήρωση του στόχου, ο οποίος άλλωστε τέθηκε χωρίς να αξιολογηθούν επαρκώς οι ιδιομορφίες της ελληνικής αγοράς. Βεβαίως απομένει να δούμε πώς θα διαμορφωθεί το τοπίο στη λιανική μετά την αποεπένδυση. Ανεξάρτητα πάντως από αυτά, η ΔΕΗ οφείλει –και ήδη το πράττει –να αναβαθμίσει τις υπηρεσίες της και γενικά να καταστεί –πέραν του αναμφισβήτητου κύρους που απολαμβάνει και της σιγουριάς που προσφέρει –πλήρως ανταγωνιστική. Στόχος είναι η ΔΕΗ, αν και μικρότερη σχετικά με την εποχή του μονοπωλίου, αλλά πάντοτε μεγάλη και δεσπόζουσα στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, να καταστεί ισχυρότερη και πλέον κερδοφόρα».
Το περίφημο «Project Compass» –το επιχειρηματικό σχέδιο που εκπόνησε η McKinsey για λογαριασμό της ΔΕΗ –προτείνει αυξήσεις στα τιμολόγια ώστε να ενισχυθεί η κερδοφορία. Με δεδομένο ότι ο υπουργός Ενέργειας κ. Γιώργος Σταθάκης έχει δηλώσει κατηγορηματικά ότι η κυβέρνηση δεν θα επιτρέψει αυξήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος, θεωρείτε ως μοναδική λύση την κατάργηση της έκπτωσης συνέπειας του 15%;
«Το «Project Compass» θεωρεί –και πολύ σωστά –αναγκαία την αύξηση της κερδοφορίας της επιχείρησης. Ούτως ή άλλως, δεν είναι νοητό μια εταιρεία σαν τη ΔΕΗ, με επενδεδυμένα κεφάλαια αξίας πολλών δισ., να εμφανίζει και μάλιστα διαρκώς τόσο χαμηλά επίπεδα κερδοφορίας. Υπάρχουν πολλοί τρόποι αύξησης των εσόδων και των κερδών. Ο πιο εύκολος είναι η αύξηση των τιμών, πρακτική που εφαρμόστηκε τα προηγούμενα χρόνια έως και το 2014. Προς αυτή την κατεύθυνση πιέζουν διάφορες πλευρές, και μάλιστα στο όνομα του ανοίγματος της αγοράς. Η σημερινή Διοίκηση της ΔΕΗ, η οποία είναι και αρμόδια για την τιμολογιακή πολιτική, δεν υιοθετεί αυτή την άποψη, λαμβάνοντας υπόψη και τις συνθήκες της αγοράς. Βεβαίως προκύπτουν ως γνωστόν επιβαρύνσεις από εξωγενείς παράγοντες, όπως η ραγδαία αύξηση των δικαιωμάτων CO2 ή η κάλυψη των ελλειμμάτων του Ειδικού Λογαριασμού των ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ), μη ελεγχόμενου από την επιχείρηση, οι οποίοι και συνεκτιμώνται. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 2016 έως και το 2018 (εκτίμηση) η ΔΕΗ επιβαρύνθηκε με πλέον του 1 δισ. από εξωγενείς παράγοντες (ΕΛΑΠΕ, ΝΟΜΕ, ενεργειακή κρίση 2017 κ.λπ.).
Σε ό,τι αφορά την έκπτωση συνέπειας 15%, η οποία σύμφωνα με σχετική έρευνα επιδοκιμάζεται από το 82% και πλέον των πελατών, δεν πρόκειται ούτε να καταργηθεί ούτε να μειωθεί. Είναι θέμα αρχής ενταγμένης στο σύστημα αξιών της ΔΕΗ η επιβράβευση των συνεπών πελατών, οι οποίοι, σε αντίθεση με άλλους, συντηρούν την ευρωστία της επιχείρησης και δικαιολογημένα, χωρίς την έκπτωση, θα διακατέχονται από το αίσθημα της αδικίας».

Ποιο είναι τελικά το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας; Είναι εφικτή η μείωσή του ώστε να αποτυπωθεί και στα τιμολόγια ρεύματος;
«To κόστος παραγωγής της ηλεκτρικής ενέργειας την επόμενη τουλάχιστον 10ετία θα επηρεάζεται ουσιαστικά από παράγοντες όπως οι διεθνείς τιμές πετρελαίου και οι τιμές των δικαιωμάτων CO2. Οι σημερινές ενδείξεις κάθε άλλο παρά επιτρέπουν εφησυχασμό, τουλάχιστον για τα επόμενα χρόνια. Επιβάλλεται άμεση δραστηριοποίηση και στοχευμένες ενέργειες προς την ΕΕ ώστε να τύχει και η χώρα μας –αλλά και η ελληνική βιομηχανία –της ιδιαίτερης αντιμετώπισης που ισχύει για άλλες χώρες, π.χ. Πολωνία, για τη λιγνιτική παραγωγή. Απαξίωση της λιγνιτικής παραγωγής και αναγόρευση του φυσικού αερίου ως κατ’ εξοχήν καυσίμου για το μεταβατικό στάδιο μέχρι την πλήρη επικράτηση της πράσινης ενέργειας καθιστά το κόστος παραγωγής έρμαιο των διακυμάνσεων των διεθνών τιμών, γεγονός το οποίο κάθε άλλο παρά συμβάλλει στην ανάπτυξη της βιομηχανίας, όπως είπε πρόσφατα ο Πρωθυπουργός, ώστε να συμμετέχει κατά 12% στο ΑΕΠ έναντι του 9% σήμερα (στην ΕΕ το αντίστοιχο ποσοστό ανέρχεται σε 15%). Σε ό,τι αφορά τη ΔΕΗ, θα προβούμε σε κάθε αναγκαίο μέτρο για μείωση του κόστους παραγωγής, επιδρώντας στους παράγοντες που μπορούμε να ελέγξουμε».
Με βάση και το σχέδιο της McKinsey, πώς βλέπετε να διαμορφώνονται τα οικονομικά της ΔΕΗ; Πώς θα διαχειριστείτε τα δάνεια της επιχείρησης;
«Κατ’ αρχάς να τονίσω ότι η επιχείρηση, μετά και την αναχρηματοδότηση με πολύ ικανοποιητικούς όρους του κοινοπρακτικού δανείου του 1,2 δισ., ακόμη και χωρίς τις δράσεις του Business Plan, δεν θα αντιμετωπίσει προβλήματα ρευστότητας τα επόμενα 2-3 χρόνια. Θα τηρεί ικανοποιητικά τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της και θα διαθέτει όλα τα απαιτούμενα κεφάλαια για το φιλόδοξο επενδυτικό της πρόγραμμα, για έργα ΑΠΕ, Δικτύου Διανομής, Πτολεμαΐδας V κ.λπ. Πολιτική μας είναι η ενεργητική διαχείριση του χαρτοφυλακίου των δανείων μας με μείωση, κατά το δυνατόν, των πιο ακριβών δανείων. Αυτό έγινε με την αγορά ομολόγων ύψους 150 εκατ. τον Φεβρουάριο. Προσβλέπουμε στην αναβάθμιση της αξιολόγησής μας από τους διεθνείς οίκους και συνακόλουθα στην έξοδό μας στις αγορές σε λίγους μήνες.
Στόχος μας είναι με τη λήξη του Επιχειρηματικού Σχεδίου, το 2022, ο δανεισμός να έχει μειωθεί στα 3,680 δισ. από 4,790 δισ. σήμερα και η λειτουργική κερδοφορία να έχει αυξηθεί στα 920 εκατ. από 520 εκατ. σήμερα. Αυτό, πέραν της διαχείρισης των δανείων, θα επιτευχθεί με ένα πλέγμα επιχειρηματικών πρωτοβουλιών και δράσεων εξοικονόμησης και ανάπτυξης».
Υπάρχει σχεδιασμός για νέα προϊόντα;
«Βεβαίως υπάρχει σχεδιασμός για νέα προϊόντα και υπηρεσίες. Είναι γνωστό ότι ήδη έχουμε λάβει άδεια προμήθειας φυσικού αερίου, στην αγορά του οποίου η ΔΕΗ θα δραστηριοποιηθεί ενεργά από το νέο έτος. Επιπλέον, η ΔΕΗ θα ενεργοποιηθεί συστηματικά προσφέροντας υπηρεσίες και προϊόντα εξοικονόμησης και αναβάθμισης της ενεργειακής αποδοτικότητας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα, οι φωτισμοί οδών και πλατειών, τα αρδευτικά συστήματα των αγροτών, τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα κ.λπ.
Πάντως, σχετικά με το Business Plan, σας έχει ασκηθεί κριτική διότι δεν έχετε δημοσιοποιήσει τα πλήρη στοιχεία του.
«Το Business Plan μιας επιχείρησης του μεγέθους της ΔΕΗ, εισηγμένης στο Χρηματιστήριο, και μάλιστα σε συνθήκες ανταγωνισμού, δεν είναι ούτε για λαϊκή κατανάλωση ούτε για στείρα, άνευ ουσίας, κομματική αντιπαράθεση και διαξιφισμούς. Καταλαβαίνω την επαγγελματική ανάγκη, τη δική σας και γενικά των δημοσιογράφων για ειδήσεις. Καταλαβαίνω ωστόσο και τις επιδιώξεις και την απογοήτευση ορισμένων πλευρών, που επιδιώκουν να έχουν προνομιακή πληροφόρηση ακόμη και από τις συνεδριάσεις του ΔΣ της επιχείρησης, και στη συνέχεια να παρουσιάζουν την πραγματικότητα με παραμορφωτικούς φακούς.
Τα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα για το Business Plan, όπως συζητήθηκε σε πολύωρη συνεδρίαση του ΔΣ, είναι επαρκέστατα. Πιστεύω ότι οι άμεσα ενδιαφερόμενοι (stakeholders) της επιχείρησης δεν έχουν κανένα κενό. Οι πελάτες της ΔΕΗ έχουν βιώσει την πρακτική της σημερινής Διοίκησης, η οποία κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να μην τους επιβαρύνει –και δεν θα τους αιφνιδιάσει.
Με τους εργαζομένους είμαστε σε διαρκή επικοινωνία, ώστε να γνωρίζουν τα προβλήματα που τους αφορούν και τις δράσεις της Διοίκησης για τη λύση τους. Η επενδυτική κοινότητα και οι πιστωτές της επιχείρησης είναι σε θέση να αναλύσουν τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν, και βέβαια αναμένουν και θα αξιολογήσουν κατάλληλα τις πρωτοβουλίες και τις δράσεις για την επίτευξη των στόχων. Αλλωστε μέσα από θεσμοθετημένες διαδικασίες –τηλεδιασκέψεις με τους αναλυτές, roadsshows κ.λπ. –έχουν την ευκαιρία να πληροφορούνται υπεύθυνα για ό,τι τους ενδιαφέρει».
Οσον αφορά την προκήρυξη του διαγωνισμού για τους λιγνίτες, έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον έξι εταιρείες. Θεωρείτε ότι μπορεί να έχουμε εκπλήξεις στη β’ φάση;
«Τα σχήματα που θα συμμετάσχουν στην τελική φάση εκτιμώ ότι θα διαμορφωθούν από τους οίκους που έχουν ήδη εκδηλώσει ενδιαφέρον. Δεν αναμένονται εκπλήξεις, με την εξαίρεση ίσως συμμετοχής κάποιου χρηματοδοτικού fund που πιθανό να προστεθεί».
Εχετε συχνά συνδέσει την επιτυχία της αποεπένδυσης με τον νέο ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας αλλά και με τη δυνατότητα χορήγησης Αποζημιώσεων Διαθεσιμότητας Ισχύος (ΑΔΙ), την οποία ωστόσο έχει αποκλείσει η Κομισιόν. Θεωρείτε ότι αυτό μπορεί θα αποτελέσει τροχοπέδη για την εξέλιξη του διαγωνισμού;
«Η ΕΕ δεν έχει, το αντίθετο μάλιστα, αποκλείσει τη χορήγηση ΑΔΙ, και περιμένει τις προτάσεις της ελληνικής πλευράς. Αλλωστε η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού στις 17 Απριλίου αποφάνθηκε πολύ θετικά, δηλαδή ρεαλιστικά, για τη λιγνιτική παραγωγή στη χώρα μας. Σε ό,τι αφορά την αποεπένδυση, είναι αυταπόδεικτο ότι η επιτυχία της είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την προοπτική της λιγνιτικής παραγωγής στη χώρα μας, ζήτημα που πρέπει να αποσαφηνίζει ο Εθνικός Ενεργειακός Σχεδιασμός, καθώς και από τη χορήγηση Αποζημίωσης Ισχύος (ΑΔΙ) και το ύψος της. Απαιτείται η έγκαιρη ανάληψη πρωτοβουλιών από τη χώρα μας. Από την πλευρά της ΔΕΗ προωθούνται ήδη τα αναγκαία μέτρα για την πώληση των μονάδων λαμβάνοντας υπόψη και τα ΑΔΙ».
Οσον αφορά τις λιγνιτικές μονάδες που δεν βρίσκονται στο πακέτο της αποεπένδυσης, μπαίνουν «τίτλοι τέλους» σε Αμύνταιο και Καρδιά;
«Το Επιχειρηματικό Σχέδιο αντιμετωπίζει τον τερματισμό λειτουργίας των ΑΗΣ Αμυνταίου και Καρδιάς με τη συμπλήρωση των 17.500 ωρών λειτουργίας ως ένα ενδεχόμενο. Αυτή η προοπτική δεν θα είναι δυσμενής μόνο για τη ΔΕΗ ή την Πτολεμαΐδα και το Αμύνταιο λόγω των τηλεθερμάνσεων, αλλά θα είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για την ασφάλεια εφοδιασμού της χώρας. Πιστεύω ότι με την ένταση των προσπαθειών θα επικρατήσει η λογική ώστε να αποτραπεί αυτό το ενδεχόμενο, και οι δύο σταθμοί να λειτουργήσουν μέχρι τη συμπλήρωση 32.000 ωρών, δηλαδή 2,5 χρόνια επιπλέον».

«Δεν χρειάζεται και δεν προβλέπεται μείωση προσωπικού»

Το επιχειρηματικό σχέδιο προβλέπει δραστική μείωση του προσωπικού. Μπορείτε να μας πείτε ποια ακριβώς θα είναι η τύχη των 12.000 εργαζομένων (μαζί με τους συμβασιούχους) μετά την αποεπένδυση και το κλείσιμο των παλαιών μονάδων;

«Τα δημοσιεύματα περί μείωσης του προσωπικού στο 50% δεν έχουν καμία απολύτως βάση. Επίσης, συλλογισμοί του τύπου «αφού η ΔΕΗ θα απολέσει το 50% της αγοράς, θα πρέπει κατά συνέπεια να μειώσει το προσωπικό της στο 50%» είναι αυθαίρετοι και εντελώς εκτός πραγματικότητας και ορθής διοικητικής και επιχειρηματικής λογικής. Το προσωπικό των υπό αποεπένδυση μονάδων έχει ήδη μεταφερθεί κατά 100% στις εταιρείες Μεγαλόπολη και Μελίτη που θα μεταβιβαστούν. Πρόκειται για 1.300 άτομα. Οταν θα τερματιστεί η λειτουργία των ΑΗΣ Αμυνταίου και Καρδιάς, οι παλαιότεροι εργαζόμενοι θα συνταξιοδοτηθούν και οι νεότεροι θα απασχοληθούν σε άλλες μονάδες. Ας μη λησμονούμε ότι το 2021 αρχίζει η λειτουργία της Πτολεμαΐδας V. Δεν χρειάζεται και δεν προβλέπεται εθελουσία έξοδος προσωπικού. Η ροή των συνταξιοδοτήσεων θα είναι αρκετή. Επιπλέον, ένα μέρος των εργαζομένων θα απασχοληθεί στις νέες δραστηριότητες. Αντίθετα, χρειάζονται νέοι εργαζόμενοι σε νευραλγικές θέσεις, που σήμερα είναι υποστελεχωμένες, καθώς και για βελτίωση της ηλικιακής κατανομής του προσωπικού, του οποίου ο μέσος όρος ηλικίας είναι περίπου 50 έτη. Πέραν αυτών, χωρίς αμφιβολία χρειάζεται μείωση του μισθολογικού κόστους. Αυτό θα γίνει με μέτρα εξορθολογισμού πρωτίστως της οργάνωσης και των διαδικασιών, καθώς και με ανανέωση του προσωπικού».

Είναι η ΔΕΗ θεσμικά έτοιμη για να αντεπεξέλθει στον ανταγωνισμό και γενικά να αναπτύξει την επιχειρηματική της δραστηριότητα; Πώς αξιολογείτε τη μεταβίβαση των μετοχών της στο Υπερταμείο;

«Πρέπει να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους. Το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία της ΔΕΗ είναι τροχοπέδη. Μάλιστα, πολύ συχνά σκέπτομαι ότι το θεσμικό περιβάλλον είναι εχθρικό για μια εταιρεία σαν τη ΔΕΗ, μόνο και μόνο επειδή παραμένει υπό δημόσιο έλεγχο. Και αυτό αφορά το καθεστώς που διέπει τις προσλήψεις προσωπικού και στελεχών, τις αμοιβές των στελεχών, τις διαδικασίες προμηθειών και έργων. Αφορά ακόμη τον κίνδυνο που ελλοχεύει μόνιμα για ποινικές διώξεις για επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και αποφάσεις. Αυτό δρα παραλυτικά στη λειτουργία και στην ανάληψη ευθύνης. Το θεσμικό πλαίσιο χρειάζεται ριζική επανεξέταση.

Σε ό,τι αφορά τη μετάβαση του μετοχικού κεφαλαίου της ΔΕΗ στην ΕΕΣΥΠ (Υπερταμείο), ίσως είμαι ο πρώτος που τον Οκτώβρη του 2016 τοποθετήθηκα δημόσια θετικά. Υπό προϋποθέσεις, η ΕΕΣΥΠ μπορεί να αποδειχθεί μία από τις σημαντικότερες και επωφελέστερες για τη χώρα μεταρρυθμίσεις. Πρέπει να υποστηριχθεί και ο ρόλος της να ισχυροποιηθεί, λειτουργώντας βεβαίως πάντα για το δημόσιο συμφέρον. Παράλληλα, πρέπει να αλλάξει το θεσμικό πλαίσιο, καθώς και οι ρυθμίσεις σε θέματα εποπτείας των ΔΕΚΟ, που επιβιώνουν ακόμη ως κατάλοιπα του προηγούμενου καθεστώτος».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ