Οι πρόγονοι του συγχρόνου ανθρώπου (Homo sapiens) που ζούσαν στην Ανατολική Αφρική, είχαν αρχίσει, ήδη πριν από 320.000 χρόνια, αρκετά νωρίτερα από ό,τι πίστευαν έως τώρα οι επιστήμονες, να κάνουν μια σειρά από τεχνικές και κοινωνικές καινοτομίες.

Ανάμεσα στις καινοτομίες ήταν να κατασκευάζουν πιο καλοφτιαγμένα και πιο κοφτερά λίθινα εργαλεία (πολλά από μαύρο ηφαιστειακό οψιδιανό και από έγχρωμο πυριτόλιθο), να χρησιμοποιούν χρωστικές ουσίες από ώχρα και μαγγάνιο (για άγνωστη χρήση αλλά μάλλον για βάψιμο του σώματος με φωτεινό κόκκινο χρώμα ή για άλλους συμβολικούς σκοπούς), καθώς επίσης να κάνουν μακρινές μετακινήσεις και πιθανώς εμπορικές ανταλλαγές σε αποστάσεις έως 90 χιλιομέτρων.

Όπως τα σημερινά κινητά τηλέφωνα είναι μικρότερα από ό,τι τα πρώτα κινητά που εμφανίσθηκαν, έτσι και τα νέα λίθινα εργαλεία (χειροπελέκεις κ.α.) ήσαν μικρότερα, πιο εύχρηστα και πιο αποτελεσματικά από τα παλαιότερα. Επιπλέον, ήσαν φτιαγμένα όχι από ντόπιες πέτρες, αλλά από πιο εξωτικές πρώτες ύλες που είχαν μεταφερθεί από μακρινά μέρη, μια ένδειξη για την ύπαρξη ακόμη και πρώιμων εμπορικών δικτύων.

Οι καινοτομίες αυτές συνέπεσαν με μεγάλες περιβαλλοντικές και οικολογικές αλλαγές την ίδια εποχή σε αυτή την περιοχή. Αυτό ενισχύει την πεποίθηση των επιστημόνων ότι οι αλλαγές στην ανθρώπινη συμπεριφορά σε μεγάλο βαθμό προκλήθηκαν από τις προκλήσεις του περιβάλλοντος, το οποίο κατά καιρούς γινόταν πιο απρόβλεπτο και επικίνδυνο για την επιβίωση των κυνηγών-τροφοσυλλεκτών (σεισμοί, απότομη εναλλαγή υγρασίας-ξηρασίας, εξαφάνιση ζώων κ.α.).

Οι ανθρωπολόγοι και άλλοι επιστήμονες από διάφορες χώρες έκαναν την ανακάλυψη στη νότια Κένυα και παρουσίασαν τα ευρήματά τους σε τρεις επιστημονικές δημοσιεύσεις στο περιοδικό Science. Όπως τόνισαν, το βασικό μήνυμα των ανακαλύψεων είναι ότι ωθούν ακόμη πιο πίσω στο παρελθόν την έναρξη της εξέλιξης της πολύπλοκης συμπεριφοράς.

Η χρονολόγηση των ευρημάτων προ 320.000 έως 305.000 ετών συμπίπτει περίπου με τα αρχαιότερα γνωστά απολιθώματα του ανματομικά σύγχρονου «έμφρονος ανθρώπου» (Homo sapiens), τα οποία έχουν ανακαλυφθεί στο Μαρόκο και είναι ηλικίας 300.000 έως 350.000 ετών.

Τα νέα ευρήματα είναι επίσης κατά δεκάδες χιλιάδες χρόνια πιο πρώιμα από τις έως τώρα ενδείξεις καινοτομιών στην μεσολιθική ανατολική Αφρική. Οι νέες πρακτικές(τεχνικές καινοτομίες, δίκτυα κοινωνικο-οικονομικών ανταλλαγών, πρώιμη συμβολική επικοινωνία κ.α.) αντικατέστησαν συνήθειες και συμπεριφορές που είχαν ακολουθηθεί επί εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια έως τότε.

Νέα ευρήματα και για τους Ντενίσοβαν

Πριν από οκτώ χρόνια διαπιστώθηκε ή ύπαρξη ενός μυστηριώδους άγνωστου είδους ανθρώπου που ζούσε πριν από 30.000 χρόνια, παράλληλα με τους προγόνους μας. Το είδος αυτό ζούσε στη Σιβηρία.και ονομάστηκε Ντενίσοβαν. Αυτό το είδος ανθρώπου φαίνεται είναι το τρίτο γνωστό, μετά τους Νεάντερνταλ και τον σύγχρονο άνθρωπο και περπάτησε στη Γη κατά τη διάρκεια της τελευταίας εποχής των Παγετώνων, όταν οι σύγχρονοι άνθρωποι ανέπτυσσαν εκλεπτυσμένα πέτρινα εργαλεία, κοσμήματα και τεχνουργήματα.
Γονδιακές μελέτες που ακολούθησαν την ανακάλυψη των Ντενίσοβαν έδειξαν ότι ο σύγχρονος άνθρωπος που μετανάστευσε από την Αφρική πριν από περίπου 70 χιλιάδες έτη αρχικά προς την Ασία και την Αυστραλία και αργότερα προς την Ευρώπη δεν διασταυρώθηκε μόνο με τους Νεάντερνταλ αλλά και με τους Ντενίσοβαν. Εντοπίστηκαν πληθυσμοί από την ευρύτερη περιοχή της Ωκεανίας που φέρουν ένα ποσοστό DNA που ανήκει στους Ντενίσοβαν. Μια νέα μελέτη που έγινε από ερευνητές της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον και δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Cell» δείχνει ότι υπήρξαν δύο ανεξάρτητες μεταξύ τους φάσεις διασταύρωσης των Ντενίσοβαν με τον σύγχρονο άνθρωπο. Σύμφωνα με τους ερευνητές η πρώτη διασταύρωση έγινε από ένα πληθυσμό Ντενίσοβαν που ζούσε σε νοτιότερες περιοχές της σημερινής Ρωσίας με τον σύγχρονο άνθρωπο. Από αυτή την διασταύρωση προέκυψαν άνθρωποι οι οποίοι κατέληξαν στην Ωκεανία.

Υπήρξε όμως και ένα δεύτερο γεγονός διασταύρωσης αυτή την φορά με ένα πληθυσμό Ντενίσοβαν που ζούσε σε βορειότερες περιοχές. Από αυτή την διασταύρωση προέκυψαν άνθρωποι άλλοι εκ των οποίων εγκαταστάθηκαν στην σημερινή Κίνα και άλλοι στην Ιαπωνία. Η έρευνα εντόπισε κινέζους και ιάπωνες που διαθέτουν DNA των Ντενίσοβαν το οποίο διαφέρει από το DNA των ανθρώπων από την Ωκεανία που επίσης έχουν DNA Ντενίσοβαν. Από την μελέτη δεν προέκυψε πάντως γονιδιακή σχέση των Ντενίσοβαν με πληθυσμούς από την Ευρώπη ή με ανθρώπους που κατέληξαν στην αμερικανική ήπειρο.