Ανήμερα φθινοπωρινής εθνικής επετείου, την οποία στα ξένα οι Έλληνες εορτάζουμε με κάθε λαμπρότητα υπό την «κωδική ονομασία οxiday», 28η Οκτωβρίου, στη Χιμάρα, ο ελληνικής ιθαγένειας δήμαρχος, Γιώργος Γκόρος, Έλλην εξ ημισείας από πλευράς πατρός, μοίραζε σε όμαιμους, ομόθρησκους, και ομόγλωσσους συντοπίτες του, οι οποίοι είχαν μόλις επιστρέψει από κατάθεση στεφάνων σε μνημείο για τους επτά Έλληνες πεσόντες του ΄40 στην περιοχή, ειδοποιητήρια κατεδαφίσεως των πατρώων οικιών τους, τις οποίες όφειλαν να εκκενώσουν εντός πέντε ημερών. Πολλά δε εξ αυτών, έφεραν ημερομηνία πρωτοκόλλου της προηγουμένης.
Οι πεσόντες δεν γνωρίζει κανείς πόσοι επακριβώς ήταν. Ήταν σίγουρα περισσότεροι. Οι εν λόγω επτά έμειναν για να καλύψουν τα νώτα των υπολοίπων στην οπισθοχώρηση και θυσιάστηκαν κοντά στο σημείο που είναι θαμμένοι. Η ταφή τους έγινε από τον πατέρα της Ερμιόνης – θεία Μιόνη- Μπρίγκου και μάλιστα οι τάφοι προστατεύτηκαν από τον ίδιο, ο οποίος όταν ενημερώθηκε πως στο εν λόγω χωράφι μετά από δήμευσή του από το καθεστώς στο πλαίσιο της «αγροτικής μεταρρύθμισης» που ξεκίνησε το 1946 και ολοκληρώθηκε το 1952, θα γίνονταν γεωργικές εργασίες, πήγε την ίδια νύχτα και φύτεψε δέντρα, λεμονιές και ελιές, πάνω από τους τάφους για να μην ανακαλυφθούν από τους εργάτες της κοοπερατίβας.

Και τα 19 ειδοποιητήρια αφορούσαν σπίτια που ανήκουν σε μέλη της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας στην Αλβανία. Μόνο αυτά, ως επί το πλείστον διώροφα κτίσματα διακοσίων ετών, μεταξύ των και μία επικερδής επιχείρηση, παρακωλύουν την υλοποίηση του σχεδίου ανάπτυξης της αλβανικής κυβέρνησης στην περιοχή. Και τα 19 πρέπει να κατεδαφιστούν προκειμένου να απελευθερωθεί χώρος για πράσινο ή να αποκτήσουν πρόσοψη οι 11όροφες νεόδμητες πολυκατοικίες της πόλης.
Οι συγκεκριμένες πολυκατοικίες χτίστηκαν χωρίς άδεια δόμησης. Ο πρώην Δήμαρχος Χιμάρας και πρώην Πρόεδρος της Ομόνοιας, Βασίλης Μπολάνος, αντιστάθηκε στην ανοικοδόμησή τους με κάθε μέσο, αφού έφτασε σε σημείο να βάλει το αυτοκίνητο και το σώμα του μπροστά στα μηχανήματα του πρώην Βουλευτή του κυβερνώντος Σοσιαλιστικού Κόμματος, Κώτσο Κοκδήμα, ο οποίος είναι ο εργολάβος ιδιοκτήτης.

Η Χιμάρα είναι παραθαλάσσια περιοχή κατά μήκος της Αλβανικής Ριβιέρας στην Νότιο Αλβανία και υπάγεται στο Νομό Αυλώνα. Από τα ελληνικά σύνορα απέχει περίπου δύο ώρες, μέσω Αγίων Σαράντα και Μαυρομάτι. Από τα Τίρανα, αν δείξεις το θάρρος να ανέβεις και να κατέβεις τον Λογαρά, περίπου τρεισήμισι. Αλλά οι ώρες σε αυτές τις διαδρομές εξαρτώνται αποκλειστικά από τον οδηγό. Αν τύχει να ρωτήσεις τον χρόνο που απαιτεί μία διαδρομή, η απάντηση που θα λάβεις είναι πάντοτε ίδια: «Για εμάς τους ντόπιους ή για εσάς τους ξένους;»
Η πρώτη ταυτότητα των Ελλήνων της Μειονότητας στην Αλβανία είναι ο τόπος τους. Αποκομμένοι επί σειρά ετών από τον κορμό της χώρας καταγωγής τους, τη γλώσσα και τη θρησκεία τους, το μόνο που τους είχε απομείνει ήταν η γη τους. Δεν είναι διόλου τυχαίο που στις διαδηλώσεις διαμαρτυρίας που πραγματοποιούνται κάθε εβδομάδα στην Χιμάρα για τις κατεδαφίσεις των σπιτιών τους, αρκούνται σε ένα, μόνο, πανό: «Η γη μας είναι η ψυχή μας».
Ίσως σε αυτό ακριβώς να έγκειται η γοητεία και η δύναμη αυτών των ανθρώπων. Σ ένα πρώτο εξωτερικό χρόνο βίωσαν την ισοπέδωση επί μισό περίπου αιώνα υπό το καθεστώς Χότζα. Σε έναν δεύτερο εσωτερικό χρόνο βίωσαν την άλωση. Η πατρώα τους γη δεν μπορούσε να είναι για αυτούς πατρίδα.
Οι Χιμαραίοι είναι ιδιάζουσα περίπτωση. Είναι ιδιαίτερα περήφανοι, καθώς επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας η περιοχή απολάμβανε ένα καθεστώς οιονεί αυτονομίας, γιατί πάντοτε πολεμούσαν, αλλά και διότι ο θρύλος θέλει μία από τις γυναίκες του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή να κατάγεται από τα μέρη αυτά. Τα χρόνια, αργότερα, που η χώρα έγινε φυλακή μονολογούσαν: «Μέχρι και τα κύματα φτάνουν στην Κέρκυρα και ξαναγυρνάνε, μονάχα εμείς δεν μπορούμε να πάμε». Έχουν πλήρη επίγνωση της ομορφιάς και του πλούτου της γης και του τόπου τους. «Όταν επί Χότζα όλη η Αλβανία έτρωγε καλαμποκίσιο αλεύρι, σε εμάς έστελνε σταρένιο». Έχουνε να λένε για την αμηχανία εκπροσώπων Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης, οι οποίοι είχανε καταφθάσει στην περιοχή αμέσως μετά την πτώση του καθεστώτος για παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας. Οι Χιμαραίοι ανταπέδιδαν με λουκούλλεια γεύματα θαλασσινών από τις ακτές τους, κάνοντας και τους πιο ψύχραιμους Κύπριους να σαστίσουν.
Τις τελευταίες ημέρες γίνονται συνεχώς επίσημες Ανακοινώσεις από τα Υπουργεία Εξωτερικών των δύο χωρών, Ελλάδος και Αλβανίας, επιδίδονται διαβήματα εκατέρωθεν, με κλιμάκωση την ανάρτηση του Αλβανού Πρωθυπουργού στο προσφιλές του Facebook, ότι η Αθήνα υπήρξε κυρίως αλβανόφωνη και ότι η Ακρόπολη διεσώθη μέσα στον χρόνο χάρη σε Αλβανό. Δηλώσεις τις οποίες επανέλαβε την Πέμπτη στην Βουλή. Τόσο η Αθήνα, αλλά ακόμη περισσότερο τα Τίρανα, για τους Έλληνες στη Νότιο Αλβανία, είναι όχι μακρινά, αλλά ξένα. Ερωτηθέντες οι γενναιότεροι εξ αυτών, γιατί δεν διεκδικούν μία θέση πολιτικής ευθύνης και εκπροσώπησης στην αλβανική Βουλή, προκειμένου να κάνουν καλύτερο κουμάντο στις τύχες των παιδιών και του τόπου τους, η απάντηση είναι: «Μα δεν μπορούμε να ζήσουμε μακριά από τον τόπο μας».
Όταν μιλάς για δυσκολίες στους Έλληνες της Αλβανίας, ή παραπονιέσαι για αναποδιές στην δική σου ζωή, σε κοιτάζουν με υγρά μάτια σαν από άναρθρο και άλογο ζωντανό, που έχει δει κατάματα την φρίκη. Οι ίδιοι ποτέ δεν κλαίγονται, δεν μεμψιμοιρούν, τους αρέσει μόνο να διηγούνται.
Η Χιμάρα είναι δίγλωσση περιοχή, επί σειρά αιώνων συμβίωναν ελληνόφωνοι και αλβανόφωνοι, άλλοτε ειρηνικά, άλλοτε λιγότερο. Το δικαίωμά τους να ομιλούν την ελληνική, το πλήρωσαν πολλάκις με τον εαυτό τους. «Μα πως», είχε αγανακτήσει ένας τους, «ο παππούς μου μπορεί να μιλούσε και αλβανικά, αλλά μόνο στα ελληνικά έβριζε».
Κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού, το δικαίωμα να ορίζει την γλώσσα, την εθνικότητα και την καταγωγή του. Το δικαίωμα να διατηρεί την κυριότητα στο σπιτικό του, μέσα στον κυκεώνα του αλβανικού περιουσιολογίου και τα κενά του αλβανικού κράτους, πόσω μάλλον όταν η χώρα φιλοδοξεί να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι Χιμαραίοι έχουνε κερδίσει αυτό το δικαίωμα.
Πως διακρίνει κανείς έναν Χιμαριώτη; Η ανορθογραφία τους είναι παροιμιώδης, καθώς μετά το ΄45 ο Χότζα είχε αφαιρέσει το μειονοτικό καθεστώς από την περιοχή και είχε κλείσει τα ελληνικά σχολεία. Γράφουν πάντοτε τον τόπο τους Χιμάρα, και ποτέ Χειμάρρα σύμφωνα με τα επίσημα έγγραφα του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών. Πολλοί δε, φέρουν μη χριστιανικά ονόματα, καθώς επί Χότζα τα επιτρεπόμενα ονόματα ήταν μόνο εκείνα που συμπεριλαμβάνονταν στην επίσημη κρατική λίστα. Κάποιοι εκ των υστέρων τα εκχριστιάνισαν. Εις εξ αυτών και πολύ αγαπημένος μια μέρα μου είχε πει: «Ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό να αλλάξω το όνομά μου, για να μην ακούγεται ξένο. Ας τολμήσει ένας να ‘ρθει να μου πει ότι δεν είμαι Έλληνας».
Η γραφή της Χιμάρας με «ι» και ένα «ρ» είναι αρχαιότερη. Οι Χιμαριώτες θεωρούν και τις δύο σωστές, αφού η πιο πρόσφατη δεν είναι αρκετά πρόσφατη, ώστε να την χαρακτηρίσουν λανθασμένη. Εφόσον επιστημονικά και οι δύο μπορούν να σταθούν το ίδιο, προτιμάνε εκείνη που παραπέμπει στην αρχαιότητα από εκείνη που παραπέμπει στο Βυζάντιο, καθώς είναι και πιο ρομαντική, ετυμολογούμενη από την θεότητα των κεραυνών και των καταιγίδων «Χίμαιρα». Ταιριάζει άλλωστε και με τα Ακροκεραύνια όρη. Οι χείμαρροι «λάκκοι», τους Χιμαριώτες δεν τους συγκινούν τόσο, και αν και υπάρχουν μπόλικοι, δεν τους θεωρούνε άξιους να τους ονοματοδοτήσουν.

Από την Χιμάρα κατάγεται ο ολυμπιονίκης Πύρρος Δήμας, το λιοντάρι της Χιμάρας, ο αξιωματικός και πολιτικός Σπύρος Σπυρομήλιος, ο αετός της Χιμάρας, εξ ου και η ομώνυμη Στοά στο Citylink στο κέντρο της Αθήνας, αλλά και ο σημερινός Αλβανός Πρωθυπουργός, Έντι Ράμα, από πλευράς μητρός.