Το οστικό οίδημα είναι το αποτέλεσμα τραυματισμού του οστού. Η βλάβη αφορά τη σπογγώδη ουσία και συγκεκριμένα τη ρήξη μερικών μόνο οστικών δοκίδων από τις πολλές που συνθέτουν το κόκαλο. Αν η βία είναι ισχυρότερη και η ρήξη αφορά το σύνολο των δοκίδων τότε έχουμε κάταγμα. Θα μπορούσε λοιπόν το οστικό οίδημα να χαρακτηριστεί ως προστάδιο ενός κατάγματος.
Η αιτία είναι ο τραυματισμός. Αυτός μπορεί να είναι οξύς, συνήθως με άμεση πλήξη στο οστό, ή χρόνιος τραυματισμός από τη συνεχή εφαρμογή μεγάλων φορτίων σε μια περιοχή του οστού, κατά την άθληση ή τη βαριά εργασία (σύνδρομο υπέρχρησης).
Η συχνότητα εμφάνισης των οστικών οιδημάτων είναι αρκετά μεγάλη, όμως σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι εύκολη η διάγνωση είτε γιατί μετά τον τραυματισμό ο ασθενής μπορεί έστω και με λίγο πόνο να χρησιμοποιεί το τραυματισμένο μέλος είτε γιατί χρειάζονται ακριβείς διαγνωστικές μέθοδοι.
Κλινικά ο πάσχων εμφανίζει πόνο, συχνά οίδημα με μώλωπες στο υπερκείμενο δέρμα, ειδικά αν πρόκειται για απευθείας πλήξη επιφανειακού οστού, ήπια δυσχρησία του μέλους – χωλότητα.
Ο πόνος με την πάροδο του χρόνου βελτιώνεται αλλά αργεί να εξαλειφθεί εντελώς και εντοπίζεται στις πιο βαθιές δομές και όχι επιφανειακά. Συχνά οι γειτονικές αρθρώσεις συλλέγουν αντιδραστικό υγρό και παρουσιάζουν δυσκαμψία.
Η απλή ακτινογραφία δείχνει απόλυτα φυσιολογική και η διάγνωση είναι δυνατή με τη χρήση της μαγνητικής τομογραφίας.
Σε ειδικές περιπτώσεις συστήνεται αξονική και αρθρογράφημα. Είναι σημαντικό να διαχωρίσει ο θεράπων ιατρός ένα τραυματικό οστικό οίδημα από άλλες παθήσεις με παρόμοια εικόνα, όπως η μεταναστευτική οστεοπόρωση ή η οστεονέκρωση.
Η θεραπεία του οστικού οιδήματος είναι αργή. Πλησιάζει τον χρόνο πώρωσης ενός αντίστοιχου κατάγματος. Αμεσα μετατραυματικά η συστηματική παγοθεραπεία και η ήπια και βραχεία ακινητοποίηση της περιοχής βοηθούν στη διαχείριση της οξείας φάσης. Ειδικά όταν οι βλάβες γειτονεύουν με αρθρώσεις, η χρήση νάρθηκα βοηθά πολύ τη συμπτωματολογία. Φυσικά χορηγούνται αναλγητικά και αντιφλεγμονώδη φάρμακα για την αντιμετώπιση του πόνου. Η περιορισμένη χρήση του μέλους (π.χ. πατερίτσες όταν πρόκειται για οστικό οίδημα στα κάτω άκρα) προστατεύει και επιταχύνει την αποθεραπεία.
Η φυσικοθεραπεία με τη χρήση διαμαγνητικής αντλίας, μαγνητικών πεδίων και ηλεκτρικών πεδίων επίσης επιταχύνει τη θεραπεία.
Το οστικό οίδημα είναι μια «καλοήθης» τραυματική βλάβη, αρκετά συχνή. Μπορεί να προκαλέσει πρόσκαιρη ανικανότητα στον παθόντα, καθώς και επιπλοκές σε περίπτωση καθυστερημένης διάγνωσης. Καλό λοιπόν θα ήταν, όταν υπάρχει επίμονος πόνος μετά από έναν φαινομενικά μικρό τραυματισμό, να υπάρχει έλεγχος που θα οδηγήσει σε γρήγορη αποθεραπεία και επιστροφή στις φυσιολογικές δραστηριότητες. Μετά την αντιμετώπιση του οιδήματος καλό είναι για διάστημα ενάμιση μήνα περίπου ο ασθενής να ακολουθήσει ένα γενικό ασκησιολόγιο ενδυνάμωσης και του πάσχοντος μέλους αλλά και του αντίθετου μέλους.
Ο κ. Θεοφάνης Μουντζούρης είναι φυσικοθεραπευτής.

www.physiof.gr

f.mountzouris@yahoo.co.uk

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ