«Και σήµερα το ίδιο θα έκανα». Η δήλωση του αμετανόητου, η δήλωση του τιμωρού που σκότωνε όσους δεν ζουν στο πλαίσιο που εκείνος ορίζει. Ο Μεγάλος Μανιτού της εγχώριας τρομοκρατίας εμφανίζεται ξανά στο προσκήνιο για να καταθέσει τις απόψεις του. Ο Δημήτρης Κουφοντίνας συζήτησε με τον δημοσιογράφο Τάσο Παππά και αυτή η συζήτηση κυκλοφορεί σε βιβλίο με τίτλο «13 απαντήσεις» (εκδόσεις Μονοπάτι). Τι καταλαβαίνει κανείς από την ομολογία «Και σήμερα το ίδιο θα έκανα»; Σκότωσε ανθρώπους και βρίσκεται στη φυλακή ως φονιάς. Αυτό πρέπει να το διευκρινίζουμε κάθε λίγο και λιγάκι για να μη γίνεται παρεξήγηση, ότι δήθεν έχει φυλακιστεί για τις απόψεις του.
Αξίζει τον κόπο να διαβάσει κάποιος το προηγούμενο αυτοβιογραφικό βιβλίο του δολοφόνου, ένα βιβλίο που ανήκει στην υβριδική κατηγορία του πολιτικού Αρλεκιν. Ο Κουφοντίνας στο επίκεντρο της αφήγησης δεν καταφέρνει να κάνει μια εμβριθή ανάλυση σε όσα συνέβησαν ούτε καταθέτει μανιφέστο. Περιφέρει γραπτώς έναν ναρκισσισμό για το πόσο ψυχοπονιάρης υπήρξε, για το πόση κοινωνική ευαισθησία είχε πάντα, για το πώς το ξεπάστρεμα των αντιπάλων είναι μια διέξοδος. Αν περιέγραφε τις σκηνές με αίματα, θα μιλούσαμε για όρους σίριαλ κίλερ αλλά δεν είναι τέτοιος, σχεδόν φοβάται την αναπαραγωγή βίαιων σκηνών. Δεν λέει ούτε μία στιγμή ότι είναι λάθος να αφαιρείς ανθρώπινη ζωή επειδή στράβωσες και έτσι θέλεις.
Να δούµε το πλαίσιο. Μια ομάδα ανθρώπων έχει όραμα για την κοινωνία, θέλει να την αλλάξει προς το καλύτερο. Προσπερνάμε τη σχετικότητα του «καλύτερου», είναι μια ομάδα ανθρώπων που έχει ως ιδανικό έναν άλλο τρόπο. Για να εφαρμοστεί ο άλλος τρόπος θεωρεί ότι κάποια πρόσωπα πρέπει να αποχωρήσουν από τον μάταιο κόσμο. Παίρνουν ένα όπλο ή ένα μαχαίρι και καθαρίζουν το τοπίο από τους ανεπιθύμητους. Στο παράδειγμα μπορείτε να αφαιρέσετε τον ορισμό «ομάδα ανθρώπων» και να βάλετε «17 Νοέμβρη». Κατόπιν αφαιρείτε το «17 Νοέμβρη» και βάζετε «Χρυσή Αυγή». Μα πόσο ανατριχιαστικά μοιάζουν οι πρακτικές τους. Κάπου εδώ πετιέται ο παρατηρητής που παρά τα τεράστια κενά στη μόρφωση διάβασε κάτι σκόρπια κειμενάκια για τη σύγκλιση των άκρων, οπότε έχει τη φαρέτρα γεμάτη επιχειρήματα.
Τίθενται ερωτήµατα: Δεν έχει δικαίωμα άποψης ο Κουφοντίνας; Δεν έχει δικαίωμα να ανεβάζει ατάκες στο Twitter, να παίρνει θέση για το δημοψήφισμα, δεν έχει δικαίωμα να αφηγηθεί την ιστορία του; Εχει το δικαίωμα και μάλιστα είναι πολύ χρήσιμα όλα αυτά. Από το πρώτο βιβλίο αποκαλύπτεται το πόσο μεγάλη ιδέα έχει για τον εαυτό του. Και αυτό, όμως, είναι δικαίωμά του. Αυτό που είναι ανεπίτρεπτο είναι η παραχάραξη της Ιστορίας. Δεν είναι πολιτικός κρατούμενος όπως τον αποκαλούν οι θαυμαστές του. Με τον ίδιο τρόπο που δεν είναι πολιτικός κρατούμενος ο ακροδεξιός φονιάς που δικάζεται αυτές τις ημέρες στο Εφετείο. Πρόκειται για μέλη εγκληματικών οργανώσεων που θέλουν να επιβάλουν στον πολύ κόσμο τη μειοψηφική τους άποψη για ένα καλύτερο αύριο.
Υπάρχει κι άλλη στάση απέναντι στους κουφοντίνες κάθε τύπου. Να τους αγνοούμε. Δηλαδή να ακούμε όλη την μπαρουφολογία των συντρόφων, να γινόμαστε μάρτυρες στην αποθέωση και να σηκώνουμε ψηλά το γαλλικό μυτάκι, γεμάτοι περιφρόνηση. Λάθος. Πρέπει να τους απαντάμε και να τους βάζουμε στη θέση τους, δηλαδή στο κελί τους. Μας καθοδηγεί ο ίδιος ο δολοφόνος τρομοκράτης λέγοντας «Και σήμερα το ίδιο θα έκανα». Και σήμερα θα σκότωνε προβάλλοντας όλα αυτά τα ανερμάτιστα που διαβάζουμε στο προηγούμενο βιβλίο του. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το καινούργιο βιβλίο θα είναι πιο καλογραμμένο και πιο συγκροτημένο καθώς η συνομιλία γίνεται με έμπειρο δημοσιογράφο. Το περίβλημα, λοιπόν, θα έχει πιο μεγάλο ενδιαφέρον, το περιεχόμενο, όμως, παραμένει μια απόπειρα δικαιολόγησης απεχθών εγκλημάτων.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 3 Ιουλίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ