Καθώς οι δημοσκοπήσεις «βλέπουν» πιο κοντά μια έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ (Brexit), ενώ στον κόσμο του τζόγου οι bookmakers συνεχίζουν να ποντάρουν, έστω και με μικρότερο ζήλο, στην παραμονή (Bremain), η νευρικότητα στις αγορές αλλά και στα παγκόσμια κέντρα λήψης αποφάσεων αναφορικά με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου δείχνει να κορυφώνεται, αφού τυχόν επικράτηση του Brexit θα αποτελέσει, όπως λέγεται, ένα «άλμα προς το άγνωστο».
Το διακύβευμα θεωρείται τεραστίων διαστάσεων, καθώς ενδέχεται να καθορίσει όχι μόνο το μέλλον της βρετανικής οικονομίας των 2,9 τρισ. δολαρίων, αλλά ενδεχομένως και της ίδιας της Γηραιάς Ηπείρου, υπονομεύοντας τις προσπάθειες που έγιναν μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, με συνέπειες και για την παγκόσμια οικονομία.
Περίοδος αστάθειας
Στο Παρίσι και στο Βερολίνο εκτιμάται πως το Brexit θα ισοδυναμούσε με την έναρξη μιας περιόδου πολιτικής και οικονομικής αστάθειας στην ΕΕ και θα δρομολογούσε ισχυρές φυγόκεντρες δυνάμεις για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα και το ευρώ.
Καθώς η επόμενη ημέρα μιας τέτοιας απόφασης αποτελεί για τους αναλυτές «μαύρο κουτί», μια εξέλιξη αυτού του είδους θεωρείται αρνητική και για την προσπάθεια της χώρας μας να βγει από τη στενωπό, ενώ στελέχη κορυφαίων διεθνών τραπεζών δεν αποκλείουν το Brexit να επαναφέρει το Grexit, το οποίο εξάλλου θεωρούν πως δεν έχει φύγει ακόμη από το τραπέζι.
Σε κάθε περίπτωση, η μεγάλη αναταραχή που αναμένεται να λάβει χώρα θα μπορούσε να ανατρέψει την όποια προσπάθεια της Ελλάδας να επιστρέψει στην ανάπτυξη, αυξάνοντας το βάθος της ύφεσης, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για την κοινωνία, τους φορολογουμένους, αλλά και τη σταθερότητα του πολιτικού συστήματος.
Ενδεικτικό του παγκόσμιου συναγερμού αποτελεί το γεγονός ότι η επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ Τζάνετ Γέλεν παραδέχθηκε πως ο φόβος του Brexit επηρεάζει τη στρατηγική για τα επιτόκια, βάζοντας στον «πάγο» σε αυτή τη φάση τα σχέδια άμεση αύξηση.
Την ίδια ώρα, ο Mάριο Ντράγκι και η ΕΚΤ φέρεται ότι σε συνεργασία με την Τράπεζα της Αγγλίας «θα κάνουν ό,τι χρειάζεται για να διατηρήσουν την απαραίτητη ρευστότητα στις αγορές».
Η υπόσχεση της ΕΚΤ θα αφορά μεταξύ άλλων το άνοιγμα των λεγόμενων «γραμμών ανταλλαγής» (swap lines) με την Τράπεζα της Αγγλίας (ΒοΕ), επιτρέποντας την ανταλλαγή ευρώ και βρετανικών λιρών και την απεριόριστη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών τραπεζών στα δύο νομίσματα.
Αμεση αναστολή
Στις Βρυξέλλες, πάλι, φέρεται ότι επεξεργάζονται ακόμη και «σενάρια χάους» που φτάνουν μέχρι και την άμεση αναστολή της συμμετοχής της Βρετανίας στην ΕΕ, ενώ οι αναλυτές είναι πεπεισμένοι πως σε περίπτωση Brexit η Γερμανία θα τηρήσει σκληρή στάση ώστε να περιοριστούν φαινόμενα αποσύνθεσης της ΕΕ.
Ο φόβος του Brexit οδήγησε πάντως και τον παγκόσμιο Δείκτη Οικονομικής Αβεβαιότητας της UBS στα ύψη, παραπέμποντας σε παλαιότερες κρίσεις, όπως αυτές της κατάρρευσης της στερλίνας το 1992, της Lehman Brothers τον Σεπτέμβριο του 2008, αλλά και της περιόδου του Απριλίου του 2010, όταν η Ελλάδα ζητούσε διεθνή βοήθεια.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τράπεζες όπως η Citi, η Deutsche Bank, η JP Morgan, η Goldman Sachs, η HSBC, η Barclays, η Royal Bank και η Lloyds επιστρατεύουν χρηματιστές για να εργαστούν την επομένη του βρετανικού δημοψηφίσματος επί 24ώρου βάσεως, καθώς εκτιμάται πως η νευρικότητα στις χρηματαγορές θα είναι η μεγαλύτερη των τελευταίων 25 ετών.
Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με έρευνα της Bank of America Merrill Lynch, οι fund managers ανά τον κόσμο αύξησαν τα μετρητά στα χαρτοφυλάκιά τους στο υψηλότερο επίπεδο από τον Νοέμβριο του 2001.
Ο πιστωτικός κίνδυνος
Το Brexit θα δημιουργήσει αναταραχή στις αγορές ξένου συναλλάγματος, μετοχών και ομολόγων και θα δοκιμάσει πληροφοριακά συστήματα, χρηματιστήρια και τμήματα εκκαθάρισης συναλλαγών στη Δύση, ενώ στο επίκεντρο των πιέσεων αναμένεται να βρεθούν οι τράπεζες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι όσο ενισχυόταν η προοπτική του Brexit τα χρηματιστήρια σε όλον τον κόσμο υποχώρησαν, ενώ ο χρυσός, το γεν και συνολικά τα λεγόμενα «ασφαλή καταφύγια» ενισχύθηκαν. Π.χ. οι επενδυτές δανείζουν πλέον με ζημιές τη Γερμανία για δέκα χρόνια.
Στον αντίποδα, οι αποδόσεις των ομολόγων της ευρωπαϊκής περιφέρειας και ιδίως της Ελλάδας εκτινάχθηκαν, ενώ οι αναλυτές σημείωσαν πως αυτό σημαίνει ότι ο πιστωτικός κίνδυνος μεμονωμένων χωρών επανέρχεται στο προσκήνιο.
Για την ελβετική τράπεζα UBS, ο αντίκτυπος ενός ενδεχόμενου Brexit στην ΕΕ έχει να κάνει κυρίως με δύο ερωτήματα: πρώτον, κατά πόσον οι διαπραγματεύσεις την επόμενη ημέρα μεταξύ της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου θα προχωρήσουν με έναν φιλικό ή έναν συγκρουσιακό τρόπο και, δεύτερον, με ποιον τρόπο θα εξελιχθεί η ίδια η ΕΕ, αν θα κινηθεί δηλαδή προς την κατεύθυνση μιας ταχύτερης ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ή προς την κατεύθυνση μιας μεσοπρόθεσμης αποσύνθεσης.
Το κόστος για την Ελλάδα και την ΕΕ
Σε ποιες χώρες εντοπίζονται οι μεγαλύτερες απώλειες
Μπορεί οι πρώτες εκτιμήσεις να αναφέρουν ότι το κόστος για την ίδια τη Βρετανία σε περίπτωση εξόδου από το ευρώ θα φθάσει τα 50 δισ. ευρώ, ωστόσο για τους αναλυτές η επόμενη ημέρα παραμένει ένα «μαύρο κουτί» και στον τομέα αυτόν.
«Ο Τζορτζ Οσμπορν, ο οποίος αδυνατεί να προβλέψει ποιο θα είναι το έλλειμμα του προϋπολογισμού για το επόμενο εξάμηνο, έχει υπολογίσει ότι κάθε βρετανικό νοικοκυριό θα χάνει ετησίως 4.300 στερλίνες ως το 2030» παρατηρούσαν αναλυτές της Saxo Bank. Σύμφωνα πάλι με έρευνα της PricewaterhouseCoopers, την οποία παρήγγειλε η Συνομοσπονδία Βρετανών Βιομηχάνων (Confederation of British Industry, CBI), η βρετανική οικονομία θα χάσει ως 127 δισ. ευρώ και 950.000 θέσεις εργασίας ως το 2020.
Το κόστος για την Ελλάδα και την ΕΕ
Σε ποιες χώρες εντοπίζονται οι μεγαλύτερες απώλειες
Μπορεί οι πρώτες εκτιμήσεις να αναφέρουν ότι το κόστος για την ίδια τη Βρετανία σε περίπτωση εξόδου από το ευρώ θα φθάσει τα 50 δισ. ευρώ, ωστόσο για τους αναλυτές η επόμενη ημέρα παραμένει ένα «μαύρο κουτί» και στον τομέα αυτόν.
«Ο Τζορτζ Οσμπορν, ο οποίος αδυνατεί να προβλέψει ποιο θα είναι το έλλειμμα του προϋπολογισμού για το επόμενο εξάμηνο, έχει υπολογίσει ότι κάθε βρετανικό νοικοκυριό θα χάνει ετησίως 4.300 στερλίνες ως το 2030» παρατηρούσαν αναλυτές της Saxo Bank. Σύμφωνα πάλι με έρευνα της PricewaterhouseCoopers, την οποία παρήγγειλε η Συνομοσπονδία Βρετανών Βιομηχάνων (Confederation of British Industry, CBI), η βρετανική οικονομία θα χάσει ως 127 δισ. ευρώ και 950.000 θέσεις εργασίας ως το 2020.
Τυχόν αποχώρηση θα επιφέρει σφοδρό χτύπημα στην οικονομία, στο εμπόριο, στον χρηματοοικονομικό τομέα και στη διπλωματική θέση της χώρας. Επτά από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους του Ηνωμένου Βασιλείου είναι εξάλλου μέλη της ΕΕ (όπου και διεξάγεται το 50% περίπου του εμπορίου της), ενώ 8,6 τρισ. ευρώ σε τραπεζικά περιουσιακά στοιχεία του City ανήκουν σε χρηματοοικονομικούς οργανισμούς που δεν εκπροσωπούν βρετανικά συμφέροντα. Σε περίπτωση Brexit, κάθε συμβόλαιο για παράγωγα, ασφάλιστρα κινδύνου, δάνεια θα πρέπει να επανασυνταχθεί, ενώ οι τράπεζες με έδρα στο Λονδίνο θα χάσουν «το διαβατήριο» για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΟΧ), δηλαδή την άμεση πρόσβαση σε 500 εκατομμύρια πελάτες.
Το Grexit
Για την Ελλάδα πρωτίστως ο φόβος έχει να κάνει με το ενδεχόμενο το Grexit να επανέλθει δυναμικά στο προσκήνιο.
Ως παράπλευρες απώλειες θα υπάρξουν ζητήματα συμβατότητας και ερμηνείας των νόμων, γεγονός το οποίο θα επηρεάσει τις ελληνικές επιχειρήσεις και τους έλληνες εργαζομένους και πολίτες. Οι καταθέσεις, λένε στελέχη της αγοράς, δεν δείχνουν να κινδυνεύουν, ενώ ένας σημαντικός αριθμός ελλήνων πολιτών διατηρεί ισχυρούς δεσμούς με το βρετανικό τραπεζικό σύστημα. Το Brexit θα επηρεάσει και 2% περίπου των ελληνικών εξαγωγών προς τη Βρετανία, ενώ ιδιαίτερη είναι η σχέση του City του Λονδίνου σε επίπεδο συναλλαγών στις ελληνικές μετοχές.
Δυσάρεστες θα είναι οι συνέπειες και στον ελληνικό τουρισμό καθώς ένα Brexit θα καταστήσει πιο αδύναμη τη στερλίνα. Οι έλληνες εργαζόμενοι επίσης φοβούνται ότι θα μεταβληθούν οι όροι παραμονής τους, ενώ στους φοιτητές θα αυξηθούν τα δίδακτρα και το κόστος σπουδών κατά 40%. Οι έλληνες εφοπλιστές αναμένεται να παραμείνουν στο απυρόβλητο.
Από τις άλλες χώρες, σύμφωνα με την S&Ρ, σε περίπτωση Brexit τη μεγαλύτερη ζημία θα υποστεί η Ιρλανδία, ακολουθούν Μάλτα, Κύπρος και Λουξεμβούργο. Αρνητικές συνέπειες αναμένονται και για την Ελβετία, το Βέλγιο, την Ολλανδία και την Ισπανία.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ