Η αποτίμηση της κληρονομιάς του Τόμας Στερνς Ελιοτ διακρίνεται σε δύο εποχές, όπως γράφει στη «New York Review of Books» ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κολούμπια Εντουαρντ Μέντελσον: σε αυτήν της απόλυτης αποδοχής της αυθεντίας των λόγων του όσο ζούσε και στην αμφισβήτησή τους μετά θάνατον. Το ποιητικό του κύρος δεν θίχτηκε ποτέ, βέβαια, ωστόσο αμαυρώθηκε από τις κατηγορίες για λανθάνοντα ή μη αντισημιτισμό, ανυπόκριτο σεξισμό και λοξές ματιές προς τον φασισμό. Πενήντα και πλέον χρόνια μετά τον θάνατό του, το 1965, ο Μέντελσον τονίζει ότι η αναθεωρητική ματιά στις πεποιθήσεις του Ελιοτ χρήζει αναθεώρησης.
Aντλώντας υλικό από μια πρόσφατη βιογραφία της νεότητας του ποιητή από τον Ρόμπερτ Κρόφορντ («Young Eliot», εκδόσεις Farrar, Straus and Giroux) και αντιπαραβάλλοντάς την με την εξαντλητική δίτομη έκδοση των ποιημάτων του («The Poems of T. S. Eliot», εκδόσεις Johns Hopkins University Press) o Μέντελσον τονίζει ότι μια προσεκτική ανάγνωση τεκμηριώνει πως στο έργο του Ελιοτ αντικατοπτρίζεται η γνώση της ελαττωματικής του φύσης. Διαβασμένα στο πλαίσιο του χριστιανισμού του, τα αντισημιτικά αποσπάσματά του παραπέμπουν σε αυτοκριτική του ίδιου του του φαρισαϊσμού, της έπαρσης να φαντασιώνεται τον κοινωνικά ανώτερο εαυτό του κοντύτερα στον Θεό από έναν Εβραίο, σημειώνει ο καθηγητής του Κολούμπια.
Οσο για τις φασιστικές συμπάθειες έλκει την προσοχή των κριτικών στην «Ιδέα μιας χριστιανικής κοινωνίας» (εκδόσεις Αρμός), κείμενο του 1939, όπου ο Ελιοτ μιλάει ανοιχτά για το «αίσθημα ταπείνωσης» που ένιωσε στο άκουσμα της Συμφωνίας του Μονάχου, του κατευνασμού του Χίτλερ από τους πρωθυπουργούς της Βρετανίας και της Γαλλίας διά του ακρωτηριασμού της Τσεχοσλοβακίας. «Δεν ήταν κριτική κατά της κυβέρνησης» συνεχίζει ο Ελιοτ, «αλλά αμφιβολία για την αξία του πολιτισμού. Δεν μπορούσαμε να αντιτάξουμε το φρόνημά μας στο φρόνημά τους, δεν είχαμε ιδέες με τις οποίες να αντισταθούμε ή να εναντιωθούμε στις ιδέες που μας εναντιώνονταν». Για τον Μέντελσον αυτό και άλλα χωρία αποτελούν απόδειξη ότι ο Ελιοτ άδικα κατατάχθηκε στους φιλικά διακείμενους προς τον φασισμό, όχι γιατί δεν επέκρινε σφοδρά τη δημοκρατία αλλά γιατί η κριτική του «εστιάστηκε στην αδυναμία της να αρθρώσει ηθική και διανοητική απάντηση στη λατρεία της δύναμης που πρόβαλλαν οι δικτάτορες». Περίπλοκος και αντιφατικός, ο Ελιοτ οφείλει να κατακριθεί, κατά τον Μέντελσον, αλλά και να αποκατασταθεί όπου πρέπει.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



