Το Μέγαρο Μαξίμου και προσωπικά ο Πρωθυπουργός προσπαθούν να μεταδώσουν κλίμα αισιοδοξίας σχετικά με την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων με εταίρους και δανειστές και κατ’ επέκταση με τις οικονομικές προοπτικές της χώρας.
Ωστόσο, όσοι παρακολουθούν από κοντά τα ελληνικά και ευρωπαϊκά πράγματα περιγράφουν σύνθετη και δύσκολη την όλη κατάσταση. Και αυτό γιατί απλούστατα οι εταίροι και οι δανειστές έχουν παγιωμένες θέσεις για το ελληνικό πρόβλημα και δεν μετακινούνται από αυτές παρά μόνο οριακά.
Θέτουν ως βασικές προϋποθέσεις για την αξιολόγηση τη γενναία μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος και τον ισοσκελισμό των προϋπολογισμών μας τα επόμενα χρόνια.
Οι δύο στόχοι είναι προφανώς αλληλένδετοι. Ο ισοσκελισμός των προϋπολογισμών εξαρτάται από το βάρος των συντάξεων και τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος. Αλλά η δυσπιστία των ξένων πηγάζει και από την απροθυμία των ελληνικών Αρχών να προωθήσουν ευρύτερες μεταρρυθμίσεις.
Γι’ αυτούς είναι κρίσιμο ζήτημα η αναβάθμιση του δημόσιου τομέα, η μείωση του κόστους και η αποτελεσματικότητα των μονάδων του. Ακόμη διατηρούν τις επιφυλάξεις τους για το τραπεζικό σύστημα, για τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, την υιοθέτηση και εφαρμογή αρχών σύγχρονης εταιρικής διακυβέρνησης χωρίς κομματικές ή άλλες επιδράσεις.
Πέραν αυτών και η προηγούμενη εμπειρία είναι επιβαρυντική για εμάς. Η Ελλάδα όλα τα προηγούμενα χρόνια έχει διακριθεί για τις παλινωδίες και το έλλειμμα εφαρμογής των συμφωνηθέντων.
Εδώ και πέντε χρόνια το ελληνικό πολιτικό σύστημα μεταδίδει την εντύπωση αναξιόπιστου και ανήμπορου εταίρου, που συμφωνεί και αναιρεί επιστρέφοντας πάντα με το χέρι απλωμένο.
Πράγμα που σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια αναστολής και υπαναχωρήσεων. Υπό αυτή την έννοια η διαπραγμάτευση θα είναι μακρά και δύσκολη, δεν θα μοιάζει με περίπατο σε παραμυθένιο δάσος αλλά, αντιθέτως, με δοκιμασία σε αφιλόξενο τόπο.
Το μόνο θετικό είναι ότι στην παρούσα φάση η Ευρώπη, η οποία βασανίζεται από το Προσφυγικό και τα φαινόμενα εθνοκεντρισμού, δεν θέλει να αντιμετωπίσει μια ακόμη ελληνική περιπλοκή, που πιθανώς να ενισχύσει έτι περαιτέρω αυτές τις τάσεις.
Ομως και πάλι δεν πρέπει να υπερεκτιμάται η ιδιαιτερότητα της περιόδου.
Πρωτίστως η κυβέρνηση, αλλά και η αντιπολίτευση οφείλουν να πολιτευθούν με σύνεση και πάντα με γνώμονα το
εθνικό συμφέρον.
εθνικό συμφέρον.
Η χώρα, έστω και σε συνθήκες δύσκολες, έχει την ευκαιρία να βρει τον δρόμο επιστροφής στην κανονικότητα.
Αρκεί οι πολιτικές δυνάμεις, με πρώτη την κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό, να αναλάβουν το κόστος που τους αναλογεί και να υπερασπίσουν χωρίς ενδοιασμούς και επιφυλάξεις την οριστική έξοδο της χώρας από την κρίση.
Θα είναι δυστύχημα αν για ακόμη μία φορά η Ελλάδα διολισθήσει στον αυτοτροφοδοτούμενο φαύλο κύκλο πολιτικής και οικονομίας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



