Για ψευδείς διαδόσεις, που αποτελούν ενορχηστρωμένη παραπληροφόρηση, κάνει λόγο το γραφείο Τύπου του αναπληρωτή υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης, Γιώργου Κατρούγκαλου, αναφορικά με «επίορκους», γιατρούς και άλλους δημοσίους υπαλλήλους που επιστρέφουν στις υπηρεσίες τους, χωρίς πειθαρχική κρίση.
Σύμφωνα με το γραφείο του κ. Κατρούγκαλου, «η αλήθεια είναι ότι οι μνημονιακοί νόμοι έθεταν κάθε δημόσιο υπάλληλο που τον βάρυνε πειθαρχική κατηγορία και παραπεμπόταν στο πειθαρχικό συμβούλιο σε αυτοδίκαιη, αυτόματη αργία. Αθώοι ή ένοχοι, με επαρκείς ή όχι ενδείξεις ενοχής, για σοβαρά ή όχι αδικήματα, όλοι πετάγονταν αναπολόγητοι έξω από τη δουλειά τους, κατά προφανή παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας».
Επισημαίνεται, δε, ότι «ο νόμος 4325/2015 επανέφερε τον κανόνα του πειθαρχικού δικαίου που ίσχυε επί δεκαετίες, πριν από τη μνημονιακή λαίλαπα: Αυτοδίκαιη, αυτόματη αργία εφαρμόζεται, αλλά όχι για όλες τις πειθαρχικές κατηγορίες, μόνο για τις πιο σοβαρές: π.χ. αν έχει ασκηθεί δίωξη σε βάρος καθηγητή για παιδεραστία, αν το πειθαρχικό αδίκημα είναι ταυτόχρονα και ποινικό και υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις ενοχής που οδηγούν σε προφυλάκιση κ.λπ. Στις άλλες περιπτώσεις η αργία είναι δυνητική. Δηλαδή, ο νόμος δίνει τη δυνατότητα στον υπουργό ή τον επικεφαλής του δημόσιου νομικού προσώπου (π.χ. του νοσοκομείου) να θέσει εκτός καθηκόντων τον πειθαρχικά κατηγορούμενο μόνο με την υπογραφή του και στη συνέχεια να ζητήσει από το πειθαρχικό συμβούλιο να τον θέσει σε δυνητική αργία, μέχρις ότου δικάσει επί της ουσίας την υπόθεσή του».
Μάλιστα, σημειώνεται ότι «όλα αυτά αναλύθηκαν σε εγκύκλιο του υπουργείου αμέσως μετά την ψήφιση του νόμου. Επειδή, δε, ορισμένα πειθαρχικά συμβούλια δεν έχουν ακόμη συγκροτηθεί, με συνέπεια ορισμένες από τις προθεσμίες του νόμου να μην είναι δυνατό να τηρηθούν, με την από 22/6/2015 εγκύκλιο του υπουργείου, και σχετική τροπολογία, διευκρινίζεται ότι οι προθεσμίες παρατείνονται μέχρι να καταστεί δυνατή η σύγκληση των συμβουλίων. Κανένας «επίορκος» λοιπόν δεν επιστρέφει χωρίς πειθαρχική κρίση στη δουλειά του. Το δημόσιο συμφέρον προστατεύεται, χωρίς βλάβη του νομικού πολιτισμού μας».