Εδώ και περίπου ένα δίμηνο η κλινική φαρμακολογία αναγνωρίστηκε ως μία από τις 43 επίσημες κύριες ιατρικές ειδικότητες της Ευρωπαϊκής Ενωσης από τη UEMS (Union Européenne des Médecins Spécialistes).
Ως ιατρική ειδικότητα στην Ευρώπη ξεκίνησε τη δεκαετία του ’70 στη Μ. Βρετανία και στη Σουηδία και επεκτάθηκε σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες λόγω ανάγκης από την ταχύτατη ανάπτυξη και παραγωγή νέων φαρμάκων.
Οι ειδικοί κλινικοί φαρμακολόγοι συμβάλλουν κυρίως σε έξι πεδία στο Εθνικό Σύστημα Υγείας και Ιατρικής Εκπαίδευσης: 1. σχεδιασμός, διεκπεραίωση και επίβλεψη κλινικών μελετών, 2. συνεργασία με τη φαρμακοβιομηχανία, 3. παροχή ειδικής φαρμακευτικής φροντίδας (εξορθολογισμός φαρμακοθεραπείας, σύνθετες και προχωρημένες θεραπείες, ιατροτεχνολογικά κ.τ.λ.), 4. κλινική τοξικολογία (διαχείριση δηλητηριάσεων, ανεπιθύμητων δράσεων κ.τ.λ.), 5. φαρμακοεπιδημιολογία, διαχείριση φαρμάκων και φαρμακευτική πολιτική, 6. εκπαίδευση (προπτυχιακή, μεταπτυχιακή και συνεχιζόμενη κ.τ.λ.).
Σε πρόσφατο άρθρο που δημοσιεύτηκε στη Μεγάλη Βρετανία, συνοψίζοντας σε μια αξιολόγηση της κλινικής φαρμακολογίας επισημαίνεται ότι είναι η ειδικότητα που συμβάλλει σημαντικά στην έρευνα και ανάπτυξη νέων θεραπειών και αξιολόγηση παλαιότερων, εξοικονομεί πόρους στο σύστημα υγείας με εξορθολογισμό της χρήσης των φαρμάκων και των εξετάσεων, συμβάλλει στη μείωση των ανεπιθύμητων δράσεων και των εισαγωγών στα νοσοκομεία, φέρνει κερδοφορία στο σύστημα υγείας από την έρευνα και τη συνεργασία με τη βιομηχανία, ενώ, τέλος, η συμβολή των κλινικών φαρμακολόγων σε φορείς αξιολόγησης «τεχνολογιών υγείας», όπως οι NICE και SHTAC, που αναδεικνύουν την πραγματική αξία των θεραπειών, είναι ανεκτίμητη.
Η πενταετής ειδίκευση στην κλινική φαρμακολογία περιλαμβάνει περίπου τρία έτη κλινικής εκπαίδευσης (παθολογία, παιδιατρική, επείγοντα κ.τ.λ.) και δύο έτη εκπαίδευσης σε εργαστήρια (μοντέλα φαρμακολογίας, ανάλυση βιολογικών δειγμάτων, βιοχημεία, μοριακές τεχνικές κ.τ.λ.).
Η ανάπτυξη της κλινικής φαρμακολογίας στη χώρα μας είναι μια πρόκληση. Η χρονική στιγμή είναι εξαιρετικά κρίσιμη και θα πρέπει να εκμεταλλευτούμε πλήρως την ευκαιρία. Η πρώτη δράση θα πρέπει να είναι η δημιουργία Υπηρεσίας Κλινικής Φαρμακολογίας σε ένα-δύο μεγάλα νοσοκομεία. Η υπηρεσία αυτή μπορεί να στελεχωθεί από ειδικούς που ήδη υπηρετούν σε πανεπιστήμια της ημεδαπής και κατέχουν τη σχετική γνώση.
Οι υπηρεσίες αυτές θα μπορούν να δίνουν ειδικότητα σε συνεργασία με τις κλινικές και τα εργαστήρια των νοσοκομείων και των πανεπιστημίων, ενώ ταυτοχρόνως θα υπηρετούν τη χώρα και την επιστήμη και πιστεύουμε ότι μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στο να ξεφύγουμε σύντομα από τη δίνη όπου βρισκόμαστε σήμερα.
Ο κ. Δημήτρης Κούβελας είναι καθηγητής και διευθυντής του Εργαστηρίου Κλινικής Φαρμακολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, πρόεδρος της Επιτροπής Λίστας Συνταγογραφούμενων Φαρμάκων.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



