Ο Μανώλης Φάμελλος έχει ένα ιδιαίτερο και λεπτό χιούμορ. Και ως άνθρωπος και ως δημιουργός. Ενίοτε και μια ειρωνεία, υπόγεια όμως, που δεν προσβάλλει και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως πιπέρι, π.χ. στην ακρόαση ενός άλμπουμ ή στην παρακολούθηση μιας συναυλίας. Ή ακόμη και στη σελίδα του στο Facebook εφόσον προλογίζεται ως προμεταπολιτευτικός τραγουδοποιός – ιδανικός για πάρτι. Προσφάτως ο Μανώλης Φάμελλος παρουσίασε δύο άλμπουμ: το «Γύρω απ’ τον ήλιο» (συμμετέχουν οι Nalyssa Green και Νατάσσα Μποφίλιου) και το «Flitcraft» με την Jessica Kilroy, αμερικανίδα φολκ-ροκ τραγουδοποιό. Το δεύτερο άλμπουμ περιλαμβάνει επτά αναθεωρημένα τραγούδια και τέσσερις πρωτότυπες συνθέσεις, δύο από αυτές στηριγμένες σε ποιήματα του William Blake, και ηχογραφήθηκε ως επί το πλείστον στη Γλυφάδα των Αθηνών και στο Trego της Μοντάνα των Ηνωμένων Πολιτειών.

Τι είναι γύρω από τον ήλιο και τελικά πόσο μακριά απέχουμε;

«Εγώ όπως και τόσοι άλλοι και όπου ήλιος το απρόσιτο. Ενας εκ των πραγμάτων χωρισμός, ας πούμε, κοινός για όλους μας, που τίθεται ως όρος. Γιατί από τον χωρισμό ξεκινάμε για να καλύψουμε το χαμένο έδαφος και είναι αυτό που μας ορίζει και μας επιτρέπει να υπάρχουμε εξ αποστάσεως, δορυφόροι, πλανήτες χαμένοι στο Διάστημα, ψάχνοντας μια ενότητα μέσα στην αρμονία».
Πώς προέκυψε η συμμετοχή των δύο κυριών στο άλμπουμ;
«Αβίαστα, χωρίς κόμπους. Με τη Nalyssa μοιραζόμαστε τη σκηνή εδώ και δύο χρόνια, με τη Νατάσσα μας συνδέουν “οικογενειακοί” δεσμοί, είμαστε με έναν τρόπο μακρινά ξαδέλφια… Και πίσω από όλα αυτά η ασυνείδητη ίσως αλλά σταθερή προσπάθειά μας να δώσουμε ένα νόημα και μια μορφή στο τυχαίο που είναι ολόκληρη η ζωή μας».
Οι τελευταίες σου εργασίες (μουσικές) είναι περισσότερο «ψιθυριστές», αν τις «διαβάζω» σωστά… Γιατί;
«Δεν υπήρξα ποτέ μεγάλος θορυβοποιός. Χτυπάω μάλλον από μέσα και τον ίδιο δρόμο προχωράω ή μάλλον σκάβω ακόμη, ίσως με κάποιες ελεγχόμενες εκρήξεις κατά καιρούς. Ελπίζω αυτό να μη σημαίνει πως μπαίνω πιο βαθιά στο καβούκι μου. Δεν απευθύνομαι σε μεγάλα ακροατήρια αλλά σε πρόσωπα που θα γείρουν να με ακούσουν ώσπου να αγκαλιαστούμε τρυφερά τρόπον τινά. Δεν θέλω να πω πως όσα λέγονται έχουν αυστηρά εξομολογητικό χαρακτήρα, αλλά οι χαρακτήρες μου, τα διάφορα εγώ μου δηλαδή, νιώθω πως αναπνέουν καλύτερα μέσα στο σκηνικό αυτό. Ισως και να μη θέλω να αποχωριστώ τη σιωπή τελικά, το πιο μεγάλο και ζωτικό ερωτηματικό».

Το project με την Jessica Kilroy πώς έγινε; Γιατί επέλεξες να κάνεις και μια αγγλόφωνη δουλειά;
«Αναρωτιέμαι κι εγώ, αλλά δεν έχω ακόμη μια πειστική απάντηση. Μεγάλωσα με αυτή τη μουσική και με έναν τρόπο ήθελα να επιστρέψω εκεί, να με φανταστώ αλλιώς και να ανασχεδιάσω το παρελθόν».

Οι Flitcraft θα έχουν συνέχεια;
«Ναι, εφόσον είμαστε μηχανές του χρόνου, ανακατεύοντας το παρελθόν ίσως κάποιο διαφορετικό μέλλον να γεννηθεί».
Πώς ήταν η Μοντάνα;
«Ηταν ο πιο βαθύς ουρανός που μπορεί να φανταστεί κανείς, όπως και παντού στην κάποτε Αγρια Δύση. Ενας τόπος ανοιχτός και ξάστερος, πράσινος και γκρίζος, που σε καλεί να χαθείς μέσα του, μέσα σε ένα σύννεφο σιωπής. Ενας στίχος του Robert Desnos που έχω δανειστεί σε κάποιο τραγούδι μου λέει πως “σε έχω τόσο ονειρευτεί που δεν ξέρω πια αν είσαι αληθινή”, πράγμα που μου συμβαίνει συχνά με τα πρόσωπα αλλά και τα τοπία. Και ό,τι χάνεται από το όνειρο, όταν προσγειώνεται στην πραγματικότητα, το αναπληρώνουν το νέο φως, οι μυρωδιές, τα πρόσωπα και η μουσική».
Γιατί επέλεξες να μελοποιήσεις William Blake; (σ.σ.: 1757-1827, από τους σημαντικότερους άγγλους ποιητές και παράλληλα ζωγράφος, χαράκτης, εικονογράφος, μυστικιστής και οραματιστής)
«Και αυτό παραμένει ένα αίνιγμα. Ισως να βρήκα εκεί κάτι το αρχετυπικό, κάτι που αντιστέκεται σε όλες τις αναλύσεις… Στο τέλος πάντα το μυστήριο παραμένει αλώβητο. Αλλά και με τη θετική έννοια, υπάρχει το στοιχειώδες της γλώσσας στο οποίο είχα ανάγκη να μυηθώ σαν νεοφώτιστος».

Στην εποχή που ζούμε σήμερα, στην εποχή της κρίσης, η τέχνη και δη το τραγούδι πρέπει να κατέχει κάποια θέση ή όλα είναι μόνο ευρώ;
«Χα χα, ναι, πρέπει να κατέχει μια θέση, μια θέση μέσα στο ευρώ! Το τραγούδι μπορεί να μιλάει για την κρίση και να είναι το ίδιο η κρίση. Νομίζω πως το ίδιο ως μαζική νεύρωση περιέγραψε το αδιέξοδο πολύ προτού ξεσπάσει η κρίση στο οικονομικό πεδίο. Ετσι δεν χτίσαμε την παντοκρατορία της καψούρας αποθεώνοντας τον πιο ρηχό αυτισμό μας;».
Μήπως ενίοτε η κρίση αποτελεί και μια καλή δικαιολογία για ό,τι κακό μας συμβαίνει; Μας κάνει και τους κάνει (πολιτικούς) να μη νιώθουν τύψεις;
«Εδώ νιώθω να μου υποβάλλεται η απάντηση και δεν θα αντέξω στον πειρασμό. Εμείς δεν είμεθα Δυτικοί, δεν ενεργούμε ενοχικά. Μπορούμε πολύ εύκολα να μας συγχωρήσουμε για όλα και ούτε γάτα ούτε κρίση ούτε ζημιά. Σοβαρότερα τώρα, από τη μια πλευρά συνειδητοποιούμε με τρόμο πόσο λίγα γνωρίζουμε, πόσο λίγα περνάνε από το χέρι μας και μέσα στον πανικό μας γινόμαστε υστερικοί για το ασήμαντο, μία γραβάτα, ένα κασκόλ… Σε όλα θέλουμε να βάλουμε ένα μηδέν ώσπου κάποια στιγμή το μηδέν μάς εκδικείται, εδώ που φτάσαμε ίσως και να μας σώσει τελικά και να δούμε επιτέλους την αλήθεια στον καθρέφτη. Από την άλλη, φτάνοντας στα όριά μας, ίσως να πάρουμε επιτέλους μια μορφή, να πάρουμε το παιχνίδι στα χέρια μας. Από την πράξη μπορεί να μάθουμε, όχι από το παράπονο. Και ας ελπίσουμε πως το κακό μόνο μέσα μας μπορεί να συμβεί».

Τι περιμένεις από τον νέο υπουργό Πολιτισμού;
«Να βρει νέες λέξεις και τρόπους για τα πράγματα και να σπάσει το αραχνιασμένο πλαίσιο του ρόλου του. Νομίζω πως αυτό ακριβώς είναι ικανός να κάνει».
Τι θέλεις να παίρνουν οι ακροατές από τις δουλειές σου, είτε τις δισκογραφικές είτε τις live;
«Ο,τι έχουν ευχαρίστηση… Οπως θα έχω ξαναπεί, πάντως, νιώθω πως μιλώ σε ανθρώπους κάπου χωρισμένους μέσα τους. Αρα χωρισμένους και από τον κόσμο, ανθρώπους σαν κι εμένα με λίγα λόγια… Οταν όμως (δυστυχώς όχι συχνά) συντονιζόμαστε είναι σαν να αποκαθίσταται ένα κύκλωμα. Η μπάλα γυρίζει, το παιχνίδι ξαναρχίζει».
Τα επόμενα σχέδιά σου ποια είναι;
«Κάνω όσο περισσότερα μπορώ ξεγελώντας τους περιορισμούς της σκληρής πραγματικότητας».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ