McDonald’s και Coca-Cola. Πρόκειται ασφαλώς για τις επιχειρηματικές επωνυμίες που εδώ και σχεδόν μισό αιώνα παραπέμπουν ευθέως στην οικονομική ηγεμονία των ΗΠΑ στις τέσσερις γωνιές του πλανήτη. Πρόκειται επίσης για χαρακτηριστικά καταναλωτικά γνωρίσματα του περίφημου «αμερικανικού τρόπου ζωής».
Ε λοιπόν, με την αμερικανική οικονομία να βρίσκεται σε πολύ καλύτερη συγκυρία από την ευρωπαϊκή ή τις ασιατικές οικονομίες και, κυρίως, με το πολιτικό προφίλ των ΗΠΑ στο ζενίθ (χάρη στην πληθωρική προσωπικότητα του Μπαράκ Ομπάμα ασφαλώς) οι δύο εμβληματικές αμερικανικές επιχειρήσεις δεν περνούν τις καλύτερες μέρες τους.
Τις πρώτες εβδομάδες του νέου έτους η McDonald’s απέπεμψε τον διευθύνοντα σύμβουλό της Ντον Τόμπσον και τον αντικατέστησε με τον βρετανό μάνατζερ Στιβ Ιστερμπρουκ, πρώην επικεφαλής των δραστηριοτήτων της επιχείρησης στη Βόρεια Ευρώπη. Η αλλαγή ηγεσίας συνοδεύτηκε με την ανακοίνωση ότι η κερδοφορία της McDonald’s υποχώρησε κατά 21% τη χρονιά που πέρασε.
Πέρα από την πτώση των κερδών της, η McDonald’s αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια και άλλα προβλήματα. «Σκάνδαλα με ακατάλληλο κρέας στην Ασία, διαμαρτυρίες και διαδηλώσεις για μισθούς πείνας, νομικές περιπέτειες για ρατσιστική συμπεριφορά και κυρίως μεγάλη κάμψη των πωλήσεών της στην Ασία» όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το BBC.
«Για την ώρα ο διευθύνων σύμβουλος της Coca-Cola, ο Μουχτάρ Κεντ, κρατιέται κάτω από την μπάρα. Αλλά παρά το ότι τα αποτελέσματα για το 2014 που ανακοίνωσε η εταιρεία του την Τρίτη 10 Μαρτίου ήταν καλύτερα από τα αναμενόμενα, η πίεση στη μεγαλύτερη εταιρεία αναψυκτικών στον κόσμο είναι μεγάλη» έγραφε την περασμένη Τετάρτη η «Le Monde».
Η γαλλική εφημερίδα σημειώνει ότι αποτέλεσμα της «πίεσης» αυτής είναι η κατάργηση 1.800 θέσεων εργασίας σε παγκόσμια κλίμακα από την Coca-Cola, «το πρώτο κοινωνικό πρόγραμμα της εταιρείας εδώ και μια 15ετία», όπως χαρακτηριστικά γράφει.
Διατροφικές αλλαγές
«Οπως και η McDonald’s, η εδρεύουσα στην Ατλάντα εταιρεία έχει γίνει το σύμβολο της κακής διατροφής και της παχυσαρκίας» εξηγεί η ρεπόρτερ της «Le Monde» Λοράνς Ζιράρ. Και οι δύο εταιρείες πληρώνουν τα επίχειρα της άσχημης αυτής φήμης που απέκτησαν, που είναι η κάμψη των πωλήσεων των χαρακτηριστικότερων προϊόντων τους, του χάμπουργκερ και της κόκα-κόλα. Ενώ επί δεκαετίες ολόκληρες τα δύο αυτά τρόφιμα κοσμούσαν τους δίσκους των φαστφουντάδικων δίχως να δέχονται κανενός είδους κριτική ή αμφισβήτηση, σήμερα έχουν τη ρετσινιά των «φαγητών-σκουπιδιών» (junk food).
Δεν είναι τυχαίο ότι οι πωλήσεις της κόκα-κόλα μειώθηκαν κατά 16% την περίοδο 2008-2013, σύμφωνα με την Euromonitor. Ευλόγως στα επιτελεία της Coca-Cola έχει σημάνει συναγερμός. Και η εταιρεία επιχειρεί να περιορίσει την εξάρτησή της από το διάσημο σε κάθε γωνιά της Γης ανθρακούχο αναψυκτικό της. Το 2014 οι προσπάθειές της αυτές εντάθηκαν. «Απόδειξη της στροφής που κάνει η Coca-Cola είναι η απόφαση της γιγαντιαίας εταιρείας αναψυκτικών να βάλει πόδι στα ράφια που πωλούν… γάλατα» γράφει η Ζιράρ.
Η αιχμή του δόρατος της «απόβασης» του αμερικανικού ομίλου στα ράφια των σουπερμάρκετ με τα γάλατα είναι το Fairlife, το οποίο διατίθεται προς το παρόν στην αμερικανική αγορά. Πρόκειται για ένα προϊόν γάλακτος που κατάφερε ήδη να δημιουργήσει «θόρυβο», σύμφωνα με τη γαλλική εφημερίδα. Διότι περιέχει δύο φορές περισσότερες πρωτεΐνες και ασβέστιο από τα άλλα, ενώ περιέχει λιγότερη ζάχαρη και καθόλου λακτόζη. Και το ερώτημα αναδύεται αβίαστα: κωλοτούμπα, λοιπόν, και η Coca-Cola; Κωλοτούμπα και η McDonald’s, που τυπώνει αθρόα διαφημιστικά φυλλάδια με σαλάτες και σάντουιτς με νέα, θρεπτικά και υγιεινά υλικά; Μπα… Μάλλον προσαρμογή στα νέα δεδομένα που εξασφαλίζει την επιβίωση. Γιατί όχι και την ευημερία!
HeliosPlus



