Σε κλοιό πιέσεων βρέθηκαν εκ νέου τα ελληνικά ομόλογα και οι μετοχές τη Δευτέρα, λίγες ώρες μετά τις προγραμματικές δηλώσεις του πρωθυπουργού Αλ. Τσίπρα. «Βλέπουμε πιο σκληρή ρητορική από την ελληνική κυβέρνηση κι αυτό δημιουργεί νευρικότητα στους επενδυτές» ανέφεραν διαχειριστές κεφαλαίων, σημειώνοντας πως οι προγραμματικές δηλώσεις φέρνουν σε ευθεία σύγκρουση την κυβέρνηση με τους ευρωπαίους εταίρους της συρρικνώνοντας τα περιθώρια για άμεσο συμβιβασμό.
Η απόδοση των τριετών ελληνικών τίτλων σημείωσε άλμα στην περιοχή του 21%, η απόδοση του 10ετούς εκτοξεύεται στο 11,2% και του πενταετούς ξεπέρασε το 16%, ενώ στο Χρηματιστήριο της Αθήνας οι απώλειες διαμορφώθηκαν στο 4,57%.
Ωστόσο, αν και για τις αγορές οι εταίροι και δανειστές ζυγίζουν ακόμη και το κόστος να πετάξουν την Ελλάδα από το ευρώ, εν τούτοις ο συμβιβασμός για μία μεγάλη ομάδα αναλυτών και οικονομολόγων συγκεντρώνει ακόμη τις μεγαλύτερες πιθανότητες, την ώρα μάλιστα που το οικονομικό επιτελείο φέρεται να έχει καταρτίσει το σχέδιο παράτασης που θα παρουσιάσει στους εταίρους την Τετάρτη, το οποίο στοχεύει σε μία μεταβατική περίοδο έως την 1η Σεπτεμβρίου, χρονικό ορίζοντα στον οποίο εκτιμάται ότι θα μπορέσει η χώρα να οικοδομήσει το νέο συμβόλαιο με τους εταίρους.

Τι λέει η μελέτη της ελβετικής UBS

«Μπορεί η Ευρώπη να αποφύγει μια ελληνική τραγωδία;» αναρωτιέται μελέτη της ελβετικής τράπεζας UBS, εκτιμώντας πως σε αυτή τη φάση οι αγορές δείχνουν να υποτιμούν τους κινδύνους από ένα ενδεχόμενο αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις της χώρας με τους δανειστές.
Βέβαια, μια συμβιβαστική λύση εκτιμά επίσης πως μπορεί να βρεθεί, αλλά το ερώτημα είναι αν αυτή θα είναι προϊόν συντεταγμένων διαπραγματεύσεων ή μιας αναγκαστικής χρηματοοικονομικής πίεσης ή ακόμη και των φόβων ενός «Grexit».
Μια εθελοντική ελληνική έξοδος από το ευρώ μοιάζει πάντως απίθανη, υποστηρίζει η ελβετική τράπεζα, καθώς το 75% των Ελλήνων είναι υπέρ του κοινού νομίσματος. Αλλά εάν οι καταθέτες απολέσουν την εμπιστοσύνη τους στην ΕΚΤ ως «δανειστή εσχάτης ανάγκης», κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει στην επιβολή ελέγχων στη διακίνηση κεφαλαίων, τότε μια έξοδος από το ευρώ δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Η έξοδος από το ευρώ παραμένει η χειρότερη έκβαση της ελληνικής υπόθεσης, τόσο για την ίδια τη χώρα όσο και για την υπόλοιπη ευρωζώνη, ενώ το κόστος της εξόδου εκτιμάται ότι θα είναι μεγαλύτερο από το όποιο κόστος παραμονής και για τα δύο μέρη, τα οποία ωστόσο δεν αναμένεται να οδηγηθούν εξαιτίας αυτού κινδύνου άμεσα σε έναν εύκολο και γρήγορο συμβιβασμό.
Καθώς πάντως υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μία κοινά αποδεκτή λύση η ελβετική τράπεζα θεωρεί πως τυχόν αποφάσεις που θα οδηγήσουν στο «Grexit» θα πρέπει να εκληφθούν ως σοβαρή αποτυχία της ευρωπαϊκής οικονομικής διπλωματίας και ως ένα σοβαρό λάθος πολιτικής.
Εξάλλου παρά τη με μεγάλη αυτοπεποίθηση ρητορική της, η διαπραγματευτική θέση της ελληνικής κυβέρνησης δεν είναι πολύ ισχυρή, ενώ από την άλλη πλευρά και η γερμανική κυβέρνηση γνωρίζει ότι η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα ήταν πολύ ακριβή οικονομικά και πολιτικά και γι’ αυτό θέλει να την αποφύγει, αλλά όχι και με οποιοδήποτε τίμημα, ανησυχώντας μάλιστα και για τον περίφημο «ηθικό κίνδυνο». Σε κάθε περίπτωση, η Γερμανία αναφέρεται ότι επιθυμεί μια βιώσιμη λύση για την κρίση στην ευρωζώνη και ως εκ τούτου πιστεύει ότι οποιεσδήποτε παραχωρήσεις προς την Ελλάδα (οι οποίες μάλιστα μπορεί να περάσουν και σε άλλες χώρες της περιφέρειας) πρέπει να συνοδεύονται και από τη συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.


Οι εκτιμήσεις της Citigroup

Παρά την αύξηση του ρίσκου, η Citigroup αναμένει ότι τελικά θα επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ της Ελλάδας και των εταίρων και δανειστών που θα φέρει ένα νέο πρόγραμμα διάσωσης, το οποίο θα ακολουθήσει πιθανότατα μιας ενδιάμεσης, προσωρινής συμφωνίας, με αποτέλεσμα να αποφευχθεί το «Grexit» και η χρεοκοπία. Αν οι διαπραγματεύσεις αποτύχουν, τότε «βλέπει» ότι η ΕΚΤ θα προτιμήσει τη λύση της περιορισμένης πρόσβασης στον ELA ή κάτι άλλο ανάλογο, παρά το «Grexit». Δεν αποκλείεται όμως να δούμε τότε ένα διαφορετικό μείγμα στον έλεγχο της κίνησης κεφαλαίων, ή μια κατάρρευση της κυβέρνησης που μπορεί να οδηγήσει σε νέο κυβερνητικό σχήμα ή και σε νέες εκλογές.

HeliosPlus