Εγιναν τα πρώτα βήματα για την αποκατάσταση και την ανάδειξη δύο ιστορικών γειτονιών στην παλιά πόλη της Καστοριάς, του Ντολτσό και του Απόζαρι. Ως τις αρχές Νοεμβρίου αναμένεται ότι θα έχουν διαμορφωθεί οι κύριοι άξονες της μελέτης σκοπιμότητας, καθώς και οι προτάσεις της Europa Nostra (ένα από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά κινήματα πολιτών για τη διαφύλαξη του ευρωπαϊκού πολιτισμού) προκειμένου να προστατευτεί η αρχιτεκτονική κληρονομιά της Καστοριάς.
Προ ημερών, το Ντολτσό και το Απόζαρι, περιοχές που έχουν περιληφθεί στον κατάλογο των επτά σε Μεγαλύτερο Κίνδυνο Μνημείων και Τοποθεσιών στην Ευρώπη για το 2014, επισκέφθηκε ομάδα ειδικών σε θέματα πολιτιστικής κληρονομιάς και οικονομικών από τη Europa Nostra, την Αναπτυξιακή Τράπεζα του Συμβουλίου της Ευρώπης και την Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού.
Δέσμευση στήριξης από τον δήμο

Σε συνάντηση που είχαν με φορείς της περιοχής, ο νεοεκλεγείς δήμαρχος κ. Ανέστης Αγγελής δεσμεύθηκε ότι θα υποστηρίξει τα έργα αποκατάστασης. Από την πλευρά του ο αντιπεριφερειάρχης κ. Σωτήρης Αδαμόπουλος διαβεβαίωσε ότι η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για την προσέλκυση χρηματοδότησης από την ΕΕ.
«Δεν πρόκειται μόνο για θέμα πολιτιστικής κληρονομιάς, αν και αυτό είναι το πιο σημαντικό ζήτημα. Πρόκειται επίσης για την ανάγκη η Καστοριά να χρησιμοποιήσει την αρχιτεκτονική κληρονομιά της ως ένα από τα μεγαλύτερα οικονομικά της πλεονεκτήματα προκειμένου να μειωθεί η ανεργία και να αυξηθεί η ροή των επισκεπτών σε μια από τις πιο διακεκριμένες παλιές πόλεις της Ελλάδας και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης» επισήμανε ο αντιπρόεδρος της Europa Nostra κ. Κώστας Καρράς.
Η ομάδα επισκέφθηκε πλήθος σημαντικών κτιρίων του 18ου και του 19ου αιώνα στην Καστοριά, εκ των οποίων μερικά έχουν ήδη αποκατασταθεί, όμως τα περισσότερα παραμένουν ετοιμόρροπα.

Σπάνιο δείγμα βυζαντινής πόλης

Η παλιά πόλη της Καστοριάς –και ιδιαιτέρως οι περιοχές Ντολτσό και Απόζαρι –αποτελεί ένα σπάνιο παράδειγμα βυζαντινής και μεταβυζαντινής πόλης, η οποία συνεχίζει αδιαλείπτως να κατοικείται ως τις μέρες μας. Εκεί διασώζονται μοναδικά αρχοντικά και ιδιαιτέρως σημαντικές εκκλησίες, των οποίων η διατήρηση, η αναβάθμιση και η αναβίωση αποτελεί στοιχείο ζωτικής σημασίας για την πολύπλευρη ανάπτυξη της πόλης.
Η περιοχή γνώρισε ιδιαίτερη ακμή κατά τη βυζαντινή και μεταβυζαντινή περίοδο, ενώ την Τουρκοκρατία απέκτησε πολυεθνικό χαρακτήρα. Τούρκοι, Ελληνες και Εβραίοι έδωσαν ένα πολυπολιτισμικό στίγμα στην Καστοριά και η πόλη χωρίστηκε σε τρεις εθνότητες. Σήμερα ωστόσο σώζονται τα καστοριανά αρχοντικά μόνο από το ελληνικό τμήμα της πόλης και ελάχιστα από το τουρκικό. Οι βίαιες αλλαγές που επέφεραν η ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας, η Κατοχή, ο Εμφύλιος, η ραγδαία ανοικοδόμηση κατά τις επόμενες δεκαετίες συντέλεσαν ώστε η παραδοσιακή μορφή της πόλης να περιοριστεί.
Η μεγάλη αύξηση του πληθυσμού και οι σύγχρονες ανάγκες, κυρίως μετά τη δεκαετία του 1950, αλλοίωσαν το δομημένο περιβάλλον και τον παλιό πολεοδομικό ιστό στο μεγαλύτερο μέρος της πόλης. Στη θέση των ελληνικών, τουρκικών και των εβραϊκών γειτονιών, των διώροφων και τριώροφων αρχοντικών με τους κήπους, οικοδομήθηκαν σύγχρονες πολυκατοικίες.
Σύνολο μοναδικής αρχιτεκτονικής

Σήμερα, με εξαίρεση τις διάσπαρτες στην πόλη βυζαντινές εκκλησίες και το σύμπλεγμα των ιουστινιάνειων τειχών (6ος αι. μ.Χ.) με το αξιόλογο κτίσμα του Μεντρεσέ (18ος αι.), το μεγαλύτερο και πιο αξιόλογο τμήμα του ιστορικού κτιριακού αποθέματος που έχει διασωθεί βρίσκεται συγκεντρωμένο στις περιοχές Απόζαρι και Ντολτσό. Εκεί επιβιώνει ένα αλληλένδετο σύνολο αποτελούμενο από 66 βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες μοναδικής αρχιτεκτονικής και σπάνιας εικονογράφησης και 370 ιστορικά κτίρια. Διασώζονται επίσης αρχοντικά και λαϊκά κτίρια της λεγόμενης «βαλκανικής αρχιτεκτονικής» του 17ου, του 18ου και του 19ου αιώνα, περιόδου οικονομικής άνθησης της πόλης χάρη στην επεξεργασία και στο εμπόριο της γούνας, καθώς και νεότερα νεοκλασικά και εκλεκτικιστικά κτίρια του πρώιμου 20ού αιώνα.
Ο ιστορικός αυτός πυρήνας διατηρεί σε μεγάλο βαθμό την παλαιά ρυμοτομία της πόλης με ένα πολυδαίδαλο δίκτυο από στενούς δρόμους. Μικρές πλατείες γύρω από τις εκκλησίες περιστοιχίζονται από παλιά κτίρια απομονωμένα πίσω από πέτρινους μαντρότοιχους και πλακόστρωτα σοκάκια που οδηγούν στη λίμνη. Οι κατασκευές δίνουν μάχη με τον χρόνο καθώς οι αντοχές των υλικών δόμησης είναι μικρές, με την εγκατάλειψη και την έκθεση στις ακραίες, κυρίως τον χειμώνα, συνθήκες να έχουν ήδη οδηγήσει στην κατάρρευση κάποιων αξιόλογων κτιρίων.
Κίνδυνοι για τα κτίσματα

Παράλληλα, σύμφωνα με τους ειδικούς της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, η οποία συνέβαλε στην ένταξη των δύο γειτονιών της Καστοριάς στα επτά μνημεία της Ευρώπης που πρέπει να προστατευθούν, «οι προσθήκες στα υφιστάμενα διατηρούμενα κτίρια έχουν συντελέσει στην απώλεια αξιόλογων αρχιτεκτονικών και δομικών στοιχείων, όπως τα αυθεντικά κουφώματα, ο εσωτερικός τοιχογραφικός και ξυλόγλυπτος διάκοσμος, οι επικαλύψεις ταβανιών, τζακιών και οι κατασκευαστικές και τεχνικές λεπτομέρειες της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής».
Σύμφωνα με την Ελληνική Εταιρεία, ελλοχεύουν αρκετοί κίνδυνοι αν δεν γίνουν άμεσα και οργανωμένα επεμβάσεις για την προστασία των κτισμάτων στην Καστοριά, όπως:
  • Εγκατάλειψη ιστορικών κτισμάτων λόγω οικονομικής αδυναμίας των ιδιοκτητών να τα συντηρήσουν ή να τα αποκαταστήσουν. Η Καστοριά ανήκει στην Περιφέρεια της Ελλάδας με το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας (32,9%)για το α’ τρίμηνο του 2013 και στις πέντε περιοχές της Ευρώπης με τη μεγαλύτερη πτώση του ΑΕΠ μεταξύ 2000-2010 (στοιχεία Eurostat).
  • Κατάρρευση ιστορικών κτιρίων και μνημείων.
  • Αλλοίωση της μορφής και απώλεια αυθεντικών στοιχείων των υφιστάμενων κτιρίων λόγω άστοχων παρεμβάσεων των ιδιοκτητών.
  • Νέα δόμηση στους ιστορικούς πυρήνες που συχνά δεν εναρμονίζονται επιτυχώς στο περιβάλλον του ιστορικού τόπου.

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια έξαρση των εμπρησμών και των προσπαθειών αποχαρακτηρισμού πολλών αρχοντικών, με στόχο την κατεδάφισή τους και την ανοικοδόμηση νέων κτιρίων. Αν δεν προχωρήσει άμεσα η αποκατάσταση των δύο γειτονιών, τότε υπάρχει κίνδυνος η ιστορική πόλη να ερημώσει σταδιακά και να μετατραπεί, όπου έχει διασωθεί, σε ένα μουσειακό σκηνικό χωρίς χρήση. Ετσι, η τοπική κοινωνία θα απολέσει έναν μη ανανεώσιμο πολιτισμικό πόρο, ο οποίος, σε σύνδεση με το μοναδικό φυσικό τοπίο, θα μπορούσε να αποτελέσει το «κλειδί» για μια βιώσιμη ανάπτυξη.

HeliosPlus