Από την Aδέκαστη
«Δεν έχω κανένα ενδιαφέρον για το δραματολόγιο που θα παρουσιαστεί εφέτος στην Επίδαυρο. Νομίζω ότι τα πάντα τα χαρακτηρίζει μια προχειρότητα. Οσο για την κυρία Βουγιουκλάκη, νομίζω ότι είναι καλά εκεί που είναι. Δεν έχει καμιά δουλειά στην Επίδαυρο». Η δήλωση ανήκει στον Αλέξη Μινωτή. Δημοσιεύθηκε στο «Βήμα» την 1η Ιουλίου του 1990, λίγες ημέρες προτού η Αλίκη Βουγιουκλάκη εμφανιστεί στην «Αντιγόνη» σε σκηνοθεσία Μίνωος Βολανάκη.
Εχουν περάσει πάνω από 24 χρόνια από τότε. Η εποχή έχει αλλάξει, τα μεγέθη έχουν σαφώς συρρικνωθεί και το περίφημο άβατο της Επιδαύρου πλέον είναι βατό και προσβάσιμο πολύ πιο εύκολα σε καλλιτέχνες που είχαν την τύχη ή την ατυχία να γεννηθούν σε πιο εύκολους και χαλαρούς καιρούς. Πώς θα σχολίαζε άραγε ο Αλέξης Μινωτής τους ηθοποιούς που τα τελευταία χρόνια παρελαύνουν από την Επίδαυρο; Γιατί αν τότε υπήρχαν γκρίνιες για το «θράσος» της Αλίκης να παίξει Αντιγόνη, σήμερα σύσσωμο το λεγόμενο βαριετέ του ελληνικού θεάτρου έχει μεγαλόπρεπα μετακομίσει και στρογγυλοκαθήσει στην Επίδαυρο.
Και αν αναλογιστεί κανείς την περίπτωση του Δημήτρη Χορν, η μελαγχολία για εκείνες τις εποχές γίνεται ακόμη πιο έντονη. Οταν ρωτούσαν τον μεγάλο ηθοποιό γιατί δεν έπαιξε ποτέ στην Επίδαυρο, εκείνος αποκρινόταν: «Μα με τι φωνή να παίξω;».
Το τηλεκοντρόλ της Επιδαύρου
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Το πρόγραμμα του εφετινού φεστιβάλ σίγουρα θα ήταν άδικο να χαρακτηριστεί κακό. Ισα ίσα, έχει δημιουργηθεί για να ικανοποιήσει τους πάντες. Γιατί και Γιάννη Φέρτη με «Πέρσες» περιλαμβάνει αλλά και Γιάννη Ζουγανέλη με «Βατράχους», ώστε με την ευγενική παρουσία του δεύτερου να ικανοποιηθούν τα 30something θεατρόφιλα ζευγαράκια, τα οποία, για παράδειγμα, στο πρόσωπο του Θοδωρή Αθερίδη διαβλέπουν τον Ελληνα Ντόναλντ Μάργκιουλις.
Τουλάχιστον, η βουλευτής της ΝΔ και τηλεοπτική περσόνα περιφερειακών καναλιών Τόνια Ιακωβίδου μπορεί να κοιμάται ήσυχη και να μη φοβάται για τον «αμοραλιστικό ελιτισμό» του φεστιβάλ που «αγνοεί την ιστορία του θεσμού των Επιδαυρίων και την ανάγκη για πολιτιστική και τουριστική ανάπτυξη της Επιδαύρου και της ευρύτερης περιοχής», όπως περιέγραψε με την επίμαχη ερώτησή της στη Βουλή.
Γιατί τώρα που η ώρα του 26χρονου Δημήτρη Καραντζά (παρουσίασε την ομολογουμένως καλή «Ελένη») –όσο και του 37χρονου Εκτορα Λυγίζου –(κατέβηκε με τον «Προμηθέα Δεσμώτη», μια παράσταση που παρά τις όποιες αδυναμίες είχε μια πρόταση να καταθέσει) πέρασε, είναι η στιγμή της παραγωγής του Εθνικού Θεάτρου «Βάτραχοι» υπό τη σκηνοθετική μπαγκέτα του Γιάννη Κακλέα. Το καστ περιλαμβάνει Βασίλη Χαραλαμπόπουλο, Φάνη Μουρατίδη, Εβελίνα Παπούλια, Πάνο Βλάχο, ακόμη και τον Γιάννη Ζουγανέλη.
Τι άλλο να ζητήσει κανείς; Τα αγαπημένα μας τηλεοπτικά πρόσωπα μετακομίζουν στην Επίδαυρο, προσφέροντάς μας μια ασφαλή, καλλιτεχνική θαλπωρή. Η μόνη διαφορά; Οτι ο καναπές έχει αντικατασταθεί από μαρμάρινες κερκίδες και ότι δεν υπάρχει τηλεκοντρόλ για να αλλάξουμε κανάλι.
Ενας ελαστικός Αριστοφάνης
Η αλήθεια είναι ότι ο Σωτήρης Χατζάκης, ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, έχει κάνει σαφείς τις προθέσεις του. «Μέλημά μου είναι να κόβει η ποιότητα εισιτήρια στο Εθνικό Θέατρο» έχει πει, μεταξύ άλλων, τονίζοντας ότι «δεν είμαστε θέατρο πολυτελείας».
Στα πλαίσιο αυτό η επιλογή του Γιάννη Κακλέα για την κωμωδία που παρουσιάζει το Εθνικό Θέατρο στην Επίδαυρο κρίνεται ιδανική. Ενας σαφώς χαρισματικός σκηνοθέτης που εφέτος δεν είχε κανένα πρόβλημα να κινείται ανάμεσα στο πετυχημένο «Κουρδιστό πορτοκάλι» αλλά και στο «Ενα ή κανένα» της Αννας Βίσση και του Αντώνη Ρέμου. Το λούστρο ποιότητας λάμπει εξασφαλίζοντας ταυτοχρόνως εμπορικότητα που θα φέρει το μεγάλο κοινό και θα ικανοποιήσει τους επιχειρηματίες της Επιδαύρου, οι οποίοι φαίνεται να παραπονέθηκαν ότι η «εστέτ κουλτούρα» των προηγούμενων παραστάσεων άφησε τις ταβέρνες και τα μπαρ της περιοχής αδειανά.
Πάνω σε αυτό το σκεπτικό διαμορφώνεται και το καστ: ο πάντα συμπαθής Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, ένα καλός κωμικός που όμως δεν μπορεί να αποτινάξει το τηλεοπτικό «Είσαι το ταίρι μου» από πάνω του, ο απλά καλών προθέσεων Φάνης Μουρατίδης και φυσικά η Εβελίνα Παπούλια για όσους δεν εμπέδωσαν την 507η επανάληψη των «Δύο ξένων» και θέλουν να την απολαύσουν και στην Επίδαυρο. Η περίπτωση του Γιάννη Ζουγανέλη δεν χρήζει μεγαλύτερης αναλύσεως. Ας αρκεστούμε σε αυτό: κάθε καλλιτέχνης δικαιούται να έχει το κοινό του.
Το πρόβλημα σε κάθε περίπτωση δεν είναι η παράσταση του Γιάννη Κακλέα, αλλά μια ιδιότυπη παρεξήγηση γύρω από τον Αριστοφάνη. Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια το θεατρικό του κείμενο προσιδιάζει σε βολικό κοστούμι, το οποίο μεταποιούμε, ράβουμε και ξηλώνουμε στα μέτρα του χαμηλού αναστήματος των δημοφιλών τηλεοπτικών κωμικών μας. Οταν, λοιπόν, ο Πέτρος Φιλιππίδης, είτε παίζει τον Λάκη τον Γλυκούλη είτε διαφημίζει ως «Μπακαλόγατος» τυρί, έχει κάθε δικαίωμα να κατεβαίνει στην Επίδαυρο και να ομιλεί μάλιστα και περισπούδαστα για αυτό, κάπου η υπόθεση μοιάζει να έχει πάρει έναν δρόμο χωρίς επιστροφή. Κάπως έτσι, σε μερικά χρόνια δεν αποκλείεται να δούμε ακόμη και τον Μάρκο Σεφερλή πρωταγωνιστή στην Επίδαυρο. Για να είμαστε ειλικρινείς, τουλάχιστον από πλευράς ταλέντου -αν εξαιρέσουμε την κάκιστη αισθητική του –είναι σαφώς καλύτερος από αρκετούς κωμικούς που έχουν δώσει το «παρών» στο Αρχαίο Θέατρο. Και η εμπορική επιτυχία με τον Σεφερλή είναι σαφώς εξασφαλισμένη, αν αυτό είναι τελικά το μοναδικό ζητούμενο των ημερών μας.
Ωιμέ!
Στην περίπτωση των τραγωδιών που παρουσιάζονται στην Επίδαυρο τα πράγματα ευτυχώς είναι σε αρκετό βαθμό πιο ελεγχόμενα. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι ακόμη και οι πιο φημισμένοι και ποιοτικοί σκηνοθέτες δεν προσφέρουν ρόλους στους «ωραίους» και τις «ωραίες» προκειμένου να γεμίσουν το θέατρο.
Ας θυμηθούμε, για παράδειγμα, την περίπτωση του Αποστόλη Τότσικα, στον οποίο το 2007 ο Πέτερ Στάιν εμπιστεύτηκε τον ρόλο του Ορέστη με τα αποτελέσματα να είναι τραγικά, αλλά όχι όπως τα φανταζόταν ο τραγωδός. Μην ξεχνάμε και ότι ο Σάκης Ρούβας παραλίγο πέρυσι να βρεθεί στην Επίδαυρο με τις «Βάκχες» του Δημήτρη Λιγνάδη. Τελικά το αποφύγαμε και αρκεστήκαμε να τον απολαύσουμε μόνο στο Ηρώδειο.
Στο εφετινό πρόγραμμα του φεστιβάλ της Επιδαύρου οι τραγωδίες στέκονται στο ύψος τους. Κάποιοι, ίσως υπερβολικοί, θα μπορούσαν να προβάλουν ενστάσεις για την παρουσία του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη και του Αιμίλιου Χειλάκη στον «Φιλοκτήτη» του Κώστα Φιλίππογλου. Ομως και οι δύο ηθοποιοί είναι πολύ πιο πάνω από το τηλεοπτικό τους παρελθόν και έχουν αποδείξει την καλλιτεχνική τους αξία. Κάθε γκρίνια άλλωστε υποχωρεί μπροστά στη δυνατή παράσταση που παρουσίασαν, με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό στον ομώνυμο ρόλο να είναι πραγματικά εξαιρετικός.
Τελικά η πιο προβληματική παράσταση μέχρι στιγμής τουλάχιστον ήταν η παραγωγή του Εθνικού Θέατρου «Ιππόλυτος» σε σκηνοθεσία Λυδίας Κονιόρδου. Αν και για τους περισσότερους ο «Ιππόλυτος» φάνταζε εξαιτίας της παρουσίας της Κονιόρδου ως το πιο δυνατό χαρτί του εφετινού καλοκαιριού, τελικά απογοήτευσε σε μια παράσταση χωρίς σαφή προσανατολισμό, με χλιαρές ερμηνείες. Ο Νίκος Κουρής στον ρόλο του Ιππόλυτου δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, δίνοντας την ευκαιρία στους κακεντρεχείς να θυμηθούν την κακή του ερμηνεία στην «Ορέστεια» του Γιάννη Κόκκου το 2001, βγάζοντας από το χρονοντούλαπο ακόμη και εκείνο το άχαρο τηλεοπτικό σποτ που πραγματοποίησε για γνωστό σαμπουάν.
Αυτό δυστυχώς συμβαίνει με τους ηθοποιούς που επιλέγουν τη λεγόμενη «ποιοτική εμπορικότητα», μετακινούμενοι με ευκολία από το ένα στρατόπεδο στο άλλο. Στο πρώτο στραβοπάτημα οι κακοπροαίρετοι μπορεί να τους ψέξουν θέτοντας το ερώτημα: δικαιούται κάποιος που έχει ερμηνεύσει Χριστόφορο Παπακαλιάτη να ερμηνεύει και Ευριπίδη; Και αν ναι, δεν είναι αναμενόμενο να κριθεί συγκριτικά με το παρελθόν του;
Η τηλεοπτική άλωση της Επιδαύρου
Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα σίγουρα δεν είναι αυτονόητη και δεν μπορεί να απαντηθεί με ένα ξερό «ναι» ή με ένα απλό «όχι». Βασίζεται σε πιο λεπτές συνιστώσες. Τα τελευταία χρόνια δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν το άνοιγμα στο μεγάλο κοινό. Οι ηθοποιοί του βαριετέ δεν είναι απαραίτητα κακοί και ίσως είναι καλύτερα να πηγαίνει ο κόσμος στο θέατρο για να δει τον Χαραλαμπόπουλο, παρά να μην πηγαίνει καθόλου.
Διατρέχοντας και τις διανομές των παραστάσεων τα ονόματα των ηθοποιών που δεν έχουν περάσει κάποια στιγμή από τη μικρή οθόνη όλο και λιγοστεύουν. Και αν στο άκουσμα του ονόματος του Αρη Σερβετάλη, ο οποίος στις 8 και 9 Αυγούστου θα βρεθεί στην Επίδαυρο με τις «Βάκχες» της Αντζελας Μπρούσκου, κάποιοι αυτομάτως θα μειδιάσουν ενθυμούμενοι τον τηλεοπτικό Λάζαρο και το ιγκουάνα του, δεν μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι η Στεφανία Γουλιώτη δεν είναι κατάλληλη για την αρχαία τραγωδία, επειδή κάποτε έπαιξε στο σίριαλ «Χαρά αγνοείται».
Θα ήταν περισσότερο σώφρον να κρίνουμε κάθε εποχή με τα μεγέθη που παράγει και στη δική μας δυστυχώς τα ιερά τέρατα της τέχνης αποτελούν παρελθόν, νοσταλγικά βίντεο που προβάλλουμε στο YouΤube.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η Επίδαυρος δεν απαιτεί σεβασμό, αφοσίωση, δουλειά και δέος από τους ηθοποιούς και τους σκηνοθέτες που έχουν την τύχη να βρεθούν στους χώρους της, παρόλο που λίγο-πολύ όλοι ξέρουμε ότι η Επίδαυρος έχει περάσει σε μια νέα, πιο πεζή, πιο τηλεοπτική πραγματικότητα, με απλά λόγια συμβαδίζει με τη δική μας εποχή.
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 3 Αυγούστου 2014
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ