Το μήνυμα από τις δημοτικές εκλογές στη Γαλλία ήταν σαφές: ο Σοσιαλιστής πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ έχει πρόβλημα. Σχεδόν δύο χρόνια μετά την εκλογή του, δεν έχει εκπληρώσει καμία από τις υποσχέσεις του, η δημοτικότητά του εξερευνά νέα βάθη στις δημοσκοπήσεις, η ανεργία αυξάνεται, το δημοσιονομικό έλλειμμα δεν φρενάρει, οι Βρυξέλλες δυσπιστούν. Οι δημοτικές εκλογές του Μαρτίου –στις οποίες το Σοσιαλιστικό Κόμμα έχασε 155 από τις 500 πόλεις που ήλεγχε, ακόμη και προπύργια όπως τη Λιμόζ που υπήρξε σοσιαλιστική από το 1912 –αποτελούν μόνο μία πρόγευση από την «καταστροφή» που περιμένει τον Ολάντ στις ευρωεκλογές του Μαΐου.
Οι Γάλλοι του προσάπτουν απουσία οράματος, ανικανότητα να ισορροπήσει την οικονομική αποτελεσματικότητα με την κοινωνική δικαιοσύνη, άρνηση να αντιμετωπίσει σοβαρά αλλά δύσκολα μέτωπα, διακυβέρνηση που χαρακτηρίζεται από αποσπασματική πρόοδο η οποία ακολουθείται από οπισθοδρόμηση.

«Αυτό που φαίνεται να μη λειτουργεί καθόλου στην αποδοχή της πολιτικής του Φρανσουά Ολάντ από τους Γάλλους είναι το γεγονός ότι αντιλαμβάνονται όλο και περισσότερο πως η προεκλογική του εκστρατεία για την προεδρία ήταν σε μεγάλο βαθμό ψεύτικη. Τέσσερα ήταν τα μεγάλα ολισθήματα, τα βασικά ψέματά του: ότι θα ερχόταν σε ρήξη με την “υπερπροεδρία” του Νικολά Σαρκοζί, ότι θα δημιουργούσε θέσεις εργασίας, ότι θα αντιστεκόταν στις απαιτήσεις της Γερμανίας όσον αφορά τις χρηματοδοτικές και επενδυτικές επιλογές και,τέταρτον, ότι θα επανίδρυε το εκπαιδευτικό σύστημα μέσω μεταρρυθμίσεων»
λέει στο «Βήμα» ο Λισιέν Ζομ, διευθυντής ερευνών στο CEVIPOF, το Κέντρο Πολιτικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Sciences Po. «Οι “αντισαρκοζικές” δηλώσεις, όπως περί μιας “κανονικής προεδρίας”, αποδεικνύονται ύποπτες για ανειλικρίνεια. Ο οικονομολόγος Ολάντ –που δίδασκε κάποτε εδώ, στο Sciences Po –γνώριζε καλά ότι η επανεκκίνηση της οικονομίας θα περνούσε αναγκαστικά από τις επιχειρήσεις και από τη μείωση των ελλειμμάτων: δεν έλεγε όμως αυτά που πίστευε και οι Γάλλοι το έχουν πλέον καταλάβει».
Με τις απογοητευτικές για τους Σοσιαλιστές δημοσκοπήσεις για τις ευρωεκλογές της 25ης Μαΐου, ο Ολάντ αναγκάζεται να δράσει. Δύο είναι τα εργαλεία που έχει στη διάθεσή του. Το πρώτο, τον ανασχηματισμό, το έβαλε σε εφαρμογή αυτή την εβδομάδα: ανάμεσα στα νέα πρόσωπα που μπήκαν στην κυβέρνηση είναι ο πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς, ένας «σοσιαλδεξιός» α λα Τόνι Μπλερ, και ο υπουργός Οικονομικών Αρνό Μοντεμπούρ από την αριστερή πτέρυγα των Σοσιαλιστών.
Ο Βαλς, που είναι δυναμικός και επικοινωνιακός, προσδίδει μια αίσθηση εξουσίας και δράσης στην κυβέρνηση ύστερα από το νερόβραστο και αδρανές δίδυμο του Ολάντ με τον πρώην πρωθυπουργό Ζαν-Μαρκ Ερό. Ο Μοντεμπούρ, που δηλώνει κατά της παγκοσμιοποίησης, προσδίδει ένα αριστερό άλλοθι στις περικοπές ύψους 50 δισ. ευρώ που θα κληθεί οσονούπω να εφαρμόσει.
Στη νέα κυβέρνηση εκπροσωπούνται όλες οι τάσεις του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Ή μήπως τελικά δεν εκπροσωπείται καμία; Σε επιστολή προς τον Ολάντ που υπογράφουν πανεπιστημιακοί και καλλιτέχνες, τονίζουν ότι ο πρόεδρος «ορίζοντας τον Βαλς πρωθυπουργό και επανεπιβεβαιώνοντας την ανάγκη να “προσδώσει δύναμη στην οικονομία” μέσω της ελάφρυνσης των εργοδοτικών εισφορών και των περικοπών, δείχνει ότι αναμφισβήτητα άκουσε το μήνυμα των Γάλλων… της Δεξιάς οι οποίοι θα συνεχίσουν να ψηφίζουν Δεξιά, προτιμώντας το αυθεντικό από το αντίγραφο».
Το δεύτερο εργαλείο που έχει στη διάθεσή του ο Ολάντ είναι να εφαρμόσει χωρίς καθυστερήσεις και παλινωδίες την οικονομική πολιτική που έχει υποσχεθεί στους Γάλλους και στις Βρυξέλλες.

«Οσο βρίσκεται στην προεδρία ο Ολάντ έβγαλε στην κοινή θέα την ιδιωτική του ζωή, συμπεριφερόμενος μάλιστα “αγενώς” δημοσίως με τη σύντροφό του, ενώ παράλληλα άφησε την κυβέρνησή του να διασπαστεί: όσοι οι υπουργοί, τόσες και οι απόψεις. Εξαιτίας αυτού απειλούνται οι μεγάλες θεσμικές ισορροπίες της 5ης Δημοκρατίας και οι ευρωπαίοι εταίροι μας χάνουν την υπομονή τους. Δεν υπάρχει πια γαλλογερμανικό ζεύγος»
προσθέτει μιλώντας στο «Βήμα» ο κ. Ζομ.


Ανρί Ρεΐ
«Δεν υπήρξε ποτέ υπουργός, μόνο δήμαρχος»
«Τα κυριότερα εμπόδια που συναντά ο πρόεδρος είναι τα εμπόδια που ανακύπτουν από την έλλειψη βάρους της Γαλλίας στην ΕΕ»
λέει στο «Βήμα» ο Ανρί Ρεΐ, διευθυντής Ερευνών στο CEVIPOF, το Κέντρο Πολιτικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Sciences Po.
Γιατί ο Ολάντ μοιάζει να σκοντάφτει σε όλους τους τομείς;
«Ο Ολάντ κατάφερε να εκλεγεί το 2012 λόγω της αντίδρασης που υπήρχε κατά του Νικολά Σαρκοζί και λόγω των ευνοϊκών συνθηκών που δημιούργησε η δίωξη του φαβορί για την προεδρία, του Ντομινίκ Στρος-Καν στις ΗΠΑ και μετά στη Γαλλία. Αλλωστε και η διαφορά στο εκλογικό ποσοστό του από τον Σαρκοζί ήταν μικρή. Η κατάσταση όμως στην οποία βρήκε τη χώρα ο νέος πρόεδρος ήταν δύσκολη: η απουσία ανάπτυξης και η υψηλή ανεργία αποτελούν ένα πλαίσιο a priori δυσοίωνο. Επιπλέον, ο Ολάντ δεν υπήρξε ποτέ στο παρελθόν υπουργός. Η μόνη θέση που κατείχε ήταν δήμαρχος μιας μικρής πόλης στον νομό της Κορέζ, από τις μαραζωμένες περιοχές της γαλλικής επαρχίας. Διέθετε λοιπόν ελάχιστη εμπειρία από διακυβέρνηση. Ηταν επί χρόνια γενικός γραμματέας του Σοσιαλιστικού Κόμματος, του οποίου εξασφάλισε την επιβίωση ύστερα από την κατατρόπωση στις εκλογές του 2002. Ωστόσο και ως υπεύθυνος της εκστρατείας υπέρ του “Ναι” στο δημοψήφισμα του 2005 για το ευρωσύνταγμα διαψεύστηκε».
Ποια είναι τα κυριότερα εμπόδια που συναντά στην εφαρμογή της πολιτικής του;
«Η απουσία ανάπτυξης. Ο Ολάντ υποσχέθηκε ότι θα αντιμετώπιζε την ανεργία, που αποτελεί μείζον πρόβλημα, όμως χωρίς ανάπτυξη είναι εξαιρετικά δύσκολο να το πετύχει. Που γίνεται ακόμη πιο δύσκολο όταν το επιχειρεί μόνος του ένας αρχηγός κράτους στην Ευρώπη. Το ρεύμα Ολάντ δεν είναι κυρίαρχο πανευρωπαϊκά όπου επικρατούν η Γερμανία και οι χώρες του Βορρά με τις ισχυρές οικονομίες. Αλλωστε η Γαλλία δεν παίζει πλέον σημαντικό στρατηγικό ρόλο στην Ευρώπη. Ο Ολάντ αποκαλείται σοσιαλδημοκράτης αλλά δεν είναι σαν τους σοσιαλδημοκράτες του Βορρά που εκπροσωπούν το σύνολο της Αριστεράς και τα συνδικάτα. Στη Γαλλία “σοσιαλδημοκράτης” σημαίνει “μεταρρυθμιστής” –χωρίς όμως τη δυνατότητα να διαπραγματευθεί με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις για να καταλήξει σε συμφωνίες που θα του επέτρεπαν να έχει τον έλεγχο της κοινωνικοοικονομικής πολιτικής του».


Μανουέλ Βαλς
Ενας «υπερ-μπάτσος» στην πρωθυπουργία

Ο νέος πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς, που ηγείται μιας «κυβέρνησης μάχης», όπως την αποκαλεί, έχει το παρατσούκλι «υπερμπάτσος» λόγω της θητείας του στο υπουργείο Εσωτερικών. Ο Βαλς θυμίζει Σαρκοζί: υπερκινητικός, γρήγορος και έντονος σαν τον πρώην πρόεδρο, δηλώνει κατά της εμβληματικής για τους Σοσιαλιστές 35ωρης εβδομάδας και απελαύνει τους Ρομά από τη χώρα. Ηδη οι οργανώσεις της Αριστεράς έχουν εξαγγείλει μεγάλη πορεία στο Παρίσι στις 12 Απριλίου, με σύνθημα «Τώρα, αρκετά!», κατά της λιτότητας και υπέρ της ισότητας ευκαιριών και της αναδιανομής του πλούτου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ