Η συστηματική επίτευξη σημαντικών πρωτογενών πλεονασμάτων θα πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο στόχο της οικονομικής πολιτικής στη χώρα, υποστηρίζουν οι αναλυτές της Alpha bank στο εβδομαδιαίο δελτίο της Τράπεζας, διότι μόνο έτσι θα γίνει δυνατή η διατήρηση των σημαντικών κερδών ανταγωνιστικότητας που έχουμε επιτύχει και θα συνεχιστεί η βελτίωση της εμπιστοσύνης των αγορών στην ελληνική οικονομία.
Με τα πρωτογενή πλεονάσματα η αύξηση της εγχώριας ζήτησης θα στηριχθεί στη μεγάλη αύξηση της παραγωγής διεθνώς ανταγωνιστικών προϊόντων, στην επιστροφή των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες και στην αποκατάσταση θετικής ροής τραπεζικών δανείων στην οικονομία και ακόμη και στην προσέλκυση Ξένων Άμεσων Επενδύσεων και γενικότερα επιχειρηματικών κεφαλαίων σε κρίσιμους τομείς της οικονομίας.
Η επάνοδος της Ελλάδας στις αγορές και η χρήση του αποθέματος από το πακέτο της ανακεφαλαιοποίησης για τη μείωση του δημόσιου χρέους οδηγούν σε πλήρη κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας έως το 2016.
Τούτο επισημαίνoyn οι οικονομολόγοι της οποίας σημειώνουν ότι πλέον καθίσταται δυνατή η έγκαιρη επάνοδος και του Ελλ. Δημοσίου στις αγορές για δανεισμό με έκδοση μακροπρόθεσμων ομολόγων με ικανοποιητικούς όρους, όπως έχουν ήδη κάνει η Ιρλανδία και η Πορτογαλία.
Ήδη από την Κυβέρνηση ανακοινώθηκε η απόφαση για έκδοση 3ετών και 5ετών ομολόγων εντός του 1ου 6μήνου του 2014.
«Οι αποφάσεις αυτές είναι φυσιολογικές, δεδομένου ότι το spread του ελληνικού 10ετούς κρατικού ομολόγου από το αντίστοιχο γερμανικό μειώθηκε ήδη στα 450 bps (επιτόκιο στο 6,105%), με την τιμή των ομολόγων αυτών να ανέρχεται στα 79,35 την 2.4.2014 (Bloomberg), από 13,85 την 31.5.2012 (δηλαδή στο ενδιάμεσο διάστημα μεταξύ των δύο εκλογικών αναμετρήσεων το 2012)» υποστηρίζει η Alpha Bank.
Και προσθέτει ότι με τις σημερινές τάσεις, η δυνατότητα του Ελλ. Δημοσίου για δανεισμό από τις αγορές με ικανοποιητικό κόστος είναι δεδομένη.
«Σε κάθε περίπτωση, με τις ΑΜΚ των τραπεζών και με το δανεισμό του δημοσίου από τις αγορές καλύπτονται ουσιαστικά πλήρως οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας το 2014 και το 2015 και, ενδεχομένως, έως και το 2016» αναφέρουν χαρακτηριστικά οι οικονομολόγοι της τράπεζας.
Εξάλλου, τονίζουν ότι η αναμενόμενη πλέον περαιτέρω ελάφρυνση του ελληνικού δημοσίου χρέους, σύμφωνα και με τις αποφάσεις του Eurogroup της 26ης Νοεμβρίου 2012, μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση των δαπανών για τόκους της γενικής κυβέρνησης στα επόμενα έτη και σε περαιτέρω περιορισμό της ανάγκης για επίτευξη μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων στη γενική κυβέρνηση (ΓΚ), που, με τα σημερινά δεδομένα, έχουν προσδιοριστεί στο 4,5% του ΑΕΠ από το 2016 και μετά.
«Με την αναμενόμενη επίτευξη ικανοποιητικών ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας από το 2015, με τις εισπράξεις από την επαναφορά των τραπεζών στον ιδιωτικό τομέα με την άσκηση των warrants που εκδόθηκαν κατά την πρώτη αύξηση των μετοχικών κεφαλαίων των τραπεζών (ΑΜΚ) τον Μάιο 2013 και με τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις – που είναι απόλυτα αναγκαίο να προωθηθούν έγκαιρα κυρίως για την αξιοποίηση των σημαντικών περιουσιακών στοιχείων του δημόσιου τομέα (όπως το Ελληνικό), το χρέος της ΓΚ της χώρας μπορεί να μειωθεί σε επίπεδα κάτω του 100% του ΑΕΠ από το 2022» επισημαίνει στην ίδια ανάλυση η Alpha Bank.
Εκτιμά δε ότι αυτό μπορεί να γίνει ακόμη και με πρωτογενή πλεονάσματα κάτω του 4,0% του ΑΕΠ. Και συμπληρώνει ότι το αποτέλεσμα αυτό μπορεί, ασφαλώς, να διευκολυνθεί ακόμη περισσότερο με την υλοποίηση των αποφάσεων για την περαιτέρω ελάφρυνση του ελληνικού δημοσίου χρέους, όπως προαναφέρθηκε.