«Κι εγώ που νόμιζα ότι το θέατρο των πρωταγωνιστών έχει τελειώσει, ότι είναι πια ξεπερασμένο. Και ήρθε η εφετινή σεζόν για να μου αποδείξει το αντίθετο…».
Αυτές οι φράσεις, ειπωμένες από έναν σκηνοθέτη νεότερης γενιάς που δουλεύει με την ομάδα του, συνοψίζει ίσως την τρέχουσα θεατρική περίοδο στις αθηναϊκές σκηνές. Γιατί όποιον κι αν ρωτήσεις το ίδιο θα σου πει: «Γεμάτα θέατρα είναι εφέτος τα mainstream θέατρα». Οι κωμωδίες, τα κλασικά έργα, οι μεγάλες σκηνές, οι πρωταγωνιστές, διανύουν μια πολύ καλή χρονιά. Φυσικά και δεν ισχύει για όλες τις παραστάσεις αλλά αφορά κυρίως αυτές. Η οικονομική κρίση μοιάζει να χτύπησε μονομερώς το θέατρο και το τίμημα φαίνεται πως πληρώνουν κυρίως οι ομάδες, το πειραματικό θέατρο, η νεότερη γενιά που δρα και λειτουργεί με το δικό της σκεπτικό.
Υπάρχουν και εξαιρέσεις


«Είναι λίγο σαν νόμος της Φυσικής: σε μια σύγκρουση δύο αυτοκινήτων τη μεγαλύτερη ζημιά την παθαίνει ο πιο αδύναμος» λέει ο Γιάννης Καλαβριανός, εμπνευστής και σκηνοθέτης της ομάδας Sforaris, ο οποίος ωστόσο δεν νιώθει εφέτος χτυπημένος από την κρίση. Γιατί η δική τους παραγωγή, που συνεχίζεται για δεύτερη χρονιά, με το έργο «Γιοι και κόρες», παίζεται με την ίδια μεγάλη επιτυχία (τα Δευτερότριτα στο Θέατρο του Νέου Κόσμου).
Είναι ίσως η εξαίρεση. Ωστόσο τόσο η ομάδα Sforaris, όπως και οι περισσότερες από τις υπόλοιπες που έχουν δώσει το στίγμα τους –της Αργυρώς Χιώτη, των Ανέστη Αζά και Πρόδρομου Τσινικόρη, του Σίμου Κακάλα, οι ομάδες Κανιγκούντα και Βlitz -, δεν έχει παρουσιάσει καινούργια δουλειά. Οσο για την ομάδα Pecquod, μέσα στον Φεβρουάριο ετοιμάζεται για πρεμιέρα, την ίδια ώρα που ένας από τα μέλη της, ο σκηνοθέτης και ηθοποιός Δημήτρης Ξανθόπουλος, συμφωνεί ότι «ο κόσμος πάει στα σίγουρα». «Πράγματι» συνεχίζει «οι ομάδες δυσκολεύονται». Ουσιαστικά και τυπικά το θέατρο αποτελεί μια ακριβή υπόθεση. Ετσι λοιπόν σήμερα, εν μέσω κρίσης, χωρίς επιχορηγήσεις ή χορηγούς και με μεγάλη γραφειοκρατία, «δύσκολα καταφέρνεις να είσαι νομότυπος, ακόμα και σε μια παραγωγή με δύο άτομα».
Ποιοι πάνε καλά


Καθώς η κρίση έχει χτυπήσει την πόρτα θεατρόφιλων και μη, η κίνηση στις σκηνές επιβεβαιώνει ότι ο κόσμος φοβάται τα πειράματα.
Ποιοι πάνε καλά; Κωμωδίες, όπως οι «Ανδρες έτοιμοι για όλα» που παίζεται για δεύτερη συνεχή χρονιά στο Λαμπέτη και δεν βρίσκεις θέση (Κόκλας, Τσιμιτσέλης, Ευθυμιάδης κ.ά.). Οι «Ψύλλοι στ’ αφτιά» στο Αλίκη, που τα Σαββατοκύριακα κάνουν την οδό Αμερικής να μοιάζει με διαδήλωση άλλων εποχών (Χατζηπαναγιώτης, Σταυροπούλου, Αδαμάκη). Γεμάτες και οι «Φόνισσες» στην Πειραιώς, καθώς και το «Μάντεψε ποιος θα πεθάνει απόψε» στο θέατρο της Κάτιας Δανδουλάκη. Το ίδιο ο «Φον Δημητράκης» με τον Πέτρο Φιλιππίδη στο Μουσούρη, αλλά και ο «Φιλάργυρος» στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου με τον Γιάννη Μπέζο και οι «Βρικόλακες» του Ιψεν στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας, με την Μπέτυ Αρβανίτη –και σταθερό σκηνοθέτη τον Στάθη Λιβαθινό.
Γεμάτο είναι και το Ιλίσια για το «Δείπνο με φίλους» που προτείνει ο Γρηγόρης Βαλτινός μαζί με τον Παύλο Χαϊκάλη και τις Ρένια Λουιζίδου και Μπέσυ Μάλφα. Με παράταση παραστάσεων κατέβηκε τελικά το μιούζικαλ «Μερικοί το προτιμούν καυτό», αν και το Παλλάς αποτελεί από μόνο του μια ειδική κατηγορία, με θεάματα που εξαρχής φάνηκε να δελεάζουν το κοινό συνολικά –σαν μια πλήρη έξοδο… Είναι η ίδια αντίληψη που ξεκίνησε, τηρουμένων των αναλογιών, από το Μέγαρο Μουσικής και αφορά σήμερα τόσο τις μουσικές παραστάσεις του Badminton όσο και τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.
Η συνταγή του Badminton έρχεται να επιβεβαιώσει ότι σήμερα δεν ψάχνει μόνο την καλή παράσταση αλλά και την (φαινομενικά τουλάχιστον) πλούσια παραγωγή.
Ευρωπαϊκό πρόγραμμα


Από την άλλη, η Στέγη, η οποία στηρίζει ομάδες και τις φιλοξενεί στους χώρους της ενώ πήρε και προ διετίας την πρωτοβουλία να τις εντάξει σε ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα, δεν έχει τη δυνατότητα να συνεχίσει να στηρίζει τις ίδιες. Και εδώ είναι που φαίνεται το κενό της Πολιτείας, η οποία ήταν και η μόνη που μπορούσε να παίξει έναν διαχρονικό ρόλο στην προώθηση του νέου θεατρικού αίματος. Από τότε που το υπουργείο Πολιτισμού κατάργησε τις επιχορηγήσεις, πολλά άλλαξαν στο θεατρικό τοπίο.
Και ακόμη: Μεγάλη είναι η επιτυχία του «Πουπουλένιου» στο Αθηνών, όπου η τετράδα των ηθοποιών (Μαρκουλάκης – Κουρής – Παπασπηλιόπουλος – Πυρπασόπουλος) παίζει με μόνιμη λίστα αναμονής, ενώ με γεμάτη πλατεία ξεκίνησε και συνεχίζει το Αποθήκη, όπου παίζεται το «Κουρδιστό πορτοκάλι» σε σκηνοθεσία του Γιάννη Κακλέα με τον Αρη Σερβετάλη.
Από την αρχή κέρδισε τις εντυπώσεις και ο «Ρινόκερος» του Ιονέσκο από τον Θωμά Μοσχόπουλο στο Θησείον –και ίσως αυτή η ομάδα να αποτελεί παράδειγμα για το θέατρο σήμερα. Ενας σκηνοθέτης και ένας αριθμός σταθερών ηθοποιών, που ωστόσο συνεργάζονται και με άλλους, που μετά τη διάλυση του Αμόρε συνέχισαν να δουλεύουν μαζί. Το κοινό τούς εμπιστεύεται και τους ακολουθεί. Τόσο απλά –και τόσο δύσκολα… Τέλος, οι «Αστερισμοί», σε σκηνοθεσία του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, άλλο ένα θέατρο που έχει αναπτύξει σχέσεις εμπιστοσύνης με το κοινό του.
Πάνω από 400 παραστάσεις


Παρά την έλλειψη σταθερότητας, το θέατρο εξακολουθεί να «γεννά» ομάδες, αλλά κυρίως «ομαδούλες», βραχύβιες οι περισσότερες από αυτές, με μοναδικό στόχο την απασχόληση όσων τις ιδρύουν και τις αποτελούν.

«Χρησιμοποιούμε εύκολα την έννοια της ομάδας»
λέει ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος που έχει αναδείξει και στηρίξει συλλογικές προσπάθειες νέων συναδέλφων του και συνεχίζει να κάνει μαζί τους συμπαραγωγές στο Θέατρο του Νέου Κόσμου. «Ομάδα δεν εννοούμε κάτι που ενώνει αλλά τη συνάντηση μιας παρέας. Κάτι τέτοιο όμως δεν έχει υποδομή. Προσθέτοντας και τις προσωπικές φιλοδοξίες που βγαίνουν καθ’ οδόν, καταλαβαίνουμε πόσο εύκολα διαλύονται». Και με την εμπειρία του δασκάλου, αναφέρεται στους «περίπου 600 νέους ηθοποιούς που βγαίνουν κάθε χρόνο από τις 30 σχολές και τα άλλα τόσα εργαστήρια. Τι να κάνουν; Προσπαθούν να φτιάξουν δική τους ομάδα ή να μπουν σε μια ήδη υπάρχουσα. Κάπως έτσι φτάνουμε στις εκατοντάδες παραγωγές».
Λίγες παραστάσεις και σίγουρες…
Τι άλλαξε με την κρίση; Από τις 20-30 παραστάσεις που έβλεπαν οι θεατρόφιλοι, οδηγήθηκαν σε αριθμητική μείωση –οκτώ με δέκα το πολύ, μέσα στη σεζόν. Οσο για τον μέσο θεατή, που έχει εντάξει το θέατρο στις συνήθειές του, οι πέντε παραστάσεις που βλέπει εφέτος πρέπει να του παρέχουν την ασφάλεια ότι «αξίζουν τα λεφτά τους».
Αρα φαντάζει λογικό οι θεατές να ξεκινήσουν με την ασφάλεια και τη σιγουριά που δίνουν τα ονόματα των πρωταγωνιστών, οι γρήγορα επιτυχημένες παραστάσεις, αυτές με τον πολύ κόσμο.
Από την άλλη, καλά κάνουν και υπάρχουν οι ομάδες –ποτέ δεν έβλαψε κανέναν το θέατρο, ούτε έπαθε τίποτα το ίδιο. Με τη διαφορά ότι πολλές από αυτές δεν έχουν ούτε ποιότητα ηθοποιών ούτε ποιότητα σκηνοθετών. Και έτσι μπορεί να κάνουν κακό στον εαυτό τους, γιατί συντηρούνται πλασματικά στον χώρο, που αργά ή γρήγορα δεν θα τους κρατήσει.

«Μια οµάδα πρέπει να δώσει δείγµατα γραφής για να την εµπιστευτεί ο κόσµος»
επανέρχεται ο Δημήτρης Ξανθόπουλος. «Και η εµπιστοσύνη χτίζεται σε βάθος χρόνου. Πρέπει να κάνεις 5-6 δουλειές για να πείσεις». Αντιθέτως, εμείς βλέπουμε συγκυριακές ομάδες, χωρίς παρελθόν, χωρίς ρίζες, χωρίς αρχείο παραστάσεων, χωρίς σημείο αναφοράς, που με μαθηματική ακρίβεια θα οδηγηθούν σε μαρασμό και εξαφάνιση… Κάτι που δεν αφορούσε τις θεατρικές ομάδες των προηγούμενων γενιών. Μια από τις τελευταίες σημαντικές που ιδρύθηκε (και τελικά διαλύθηκε), οι «Μορφές» στο Εμπρός, φτιάχτηκε από ηθοποιούς και σκηνοθέτες που είχαν πίσω τους μια πορεία, μια καριέρα: Δημήτρης Καταλειφός, Τάσος Μπαντής, Ράνια Οικονομίδου.

«Είναι κάτι ακόµα»
λέει ο Γιάννης Καλαβριανός: «Η περιορισµένη διάρκεια των παραστάσεων από τις οµάδες επηρεάζει την επιτυχία τους, γιατί το “από στόµα σε στόµα” δεν προλαβαίνει να λειτουργήσει».
Τέλος, κι αυτό είναι επίσης ένα φαινόμενο της κρίσης, πολλές νεότευκτες ομάδες επενδύουν στο «τζάμπα»: Μοιράζουν προσκλήσεις, δεν περιμένουν να βγάλουν λεφτά από τη δουλειά τους και φυσικά ούτε αμείβονται: Αποτέλεσμα; Χάνουν, σιγά-σιγά, κάθε επαγγελματισμό. Γιατί πέρα από τέχνη, το θέατρο είναι και δουλειά…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ