Το 1964 η παγκόσμια επιτυχία της ταινίας «Για μια χούφτα δολάρια» του Σέρτζιο Λεόνε βοήθησε το ευρωπαϊκό γουέστερν, γνωστό κυρίως ως spaghetti western, να εξελιχθεί κυριολεκτικά σε φαινόμενο. Περισσότερα από 550 ευρωπαϊκά γουέστερν γυρίστηκαν ως τα μέσα της δεκαετίας του 1970, το 80% όμως από αυτά –και με φωτεινές εξαιρέσεις τα κορυφαία γουέστερν του Λεόνε («Ο καλός, ο κακός και ο άσχημος», «Μονομαχία στο Ελ Πάσο», «Κάποτε στη Δύση») –ήταν «σκουπίδια». Η μόδα είχε γίνει μαζική υστερία και το 1968 παρήχθησαν πάνω από 70 (!) spaghetti western.
Υπήρξαν ωστόσο και κάποιες ταινίες, πέραν εκείνων του Λεόνε, που έγραψαν το δικό τους κεφάλαιο στο παράξενο αυτό είδος που έμοιαζε να ακυρώνει όλον τον ηρωισμό του αμερικανικού γουέστερν. Ενδεικτικά, οι ταινίες «Ringo» του Ντούτσιο Τέσαρι με τον Τζουλιάνο Τζέμα («Ενα πιστόλι για τον Ρίνγκο», «Η επιστροφή του Ρίνγκο»), ο «Μεγάλος σιωπηλός» του Σέρτζιο Κορμπούτσι με τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν και τον Κλάους Κίνσκι και ταινίες όπως το «Ενα ποτάμι δολάρια» του Κάρλο Λιτσάνι και βεβαίως ο «Django, ο τρομοκράτης του Πάσο Ντόμπλε», επίσης του Κορμπούτσι, που έκανε σταρ τον Φράνκο Νέρο το 1965, όταν προβλήθηκε για πρώτη φορά στις αίθουσες.
Ευρωπαϊκή Django-mania
Ο Django, ένας αγέλαστος πιστολέρο που σέρνει διαρκώς ένα φέρετρο, αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση ήρωα του ευρωπαϊκού γουέστερν και η επιτυχία της gothic ταινίας του Κορμπούτσι τον μετέτρεψε εν μια νυκτί σε θρύλο. Ξαφνικά, στα περισσότερα spaghetti western έβρισκες κάποιον ήρωα (συνήθως τον πρωταγωνιστή) που λεγόταν Django. Σε άλλες περιπτώσεις το όνομα Django εμφανιζόταν στους τίτλους των ταινιών ακόμη και αν… δεν υπήρχε καν ήρωας με αυτό το όνομα στην ιστορία της ταινίας!
Επίσης τα spaghetti western σε πολλές χώρες προβάλλονταν μεταγλωττισμένα, οπότε στις μεταγλωττίσεις ορισμένων χωρών πάντα ακουγόταν το όνομα Django, είτε υπήρχε στην ταινία είτε όχι. Στη δε Γερμανία, όπου ο Django ήταν φετίχ, με εκατοντάδες χιλιάδες θαυμαστές, το όνομά του ακουγόταν και στις μεταγλωττίσεις ταινιών που δεν ήταν καν… γουέστερν! Για μια μεγάλη περίοδο σε όλες τις ταινίες του Φράνκο Νέρο που προβάλλονταν ντουμπλαρισμένες στη Γερμανία το όνομα που ακουγόταν να έχει ήταν Django. Η ειρωνεία μάλιστα είναι ότι η μοναδική ταινία στην οποία ο πρωτότυπος Django του Κορμπούτσι εμφανίζεται ξανά με τον Φράνκο Νέρο στον ίδιο ρόλο είναι η «Επιστροφή του Django», που γυρίστηκε από τον Νέλο Ροσάτι περίπου 20 χρόνια μετά την πρώτη…
Αδιόρθωτα «κλεπτομανής»
Ενας από τους πιστότερους φαν όχι μόνο του Django, αλλά και των «υποκατάστατών» του είναι και ο Κουέντιν Ταραντίνο ο οποίος για όλους τους παραπάνω λόγους αποφάσισε να τιτλοφορήσει την τελευταία ταινία του (και το πρώτο γουέστερν που γυρίζει) «Django Unchained» («Django ο τιμωρός»). «Βρήκα ελκυστική την ιδέα να προκαλέσω λιγάκι βάζοντας στον τίτλο της ταινίας μου το όνομα Django, για ό,τι αυτό σημαίνει στα spaghetti western και στη μυθολογία τους» είπε ο αμερικανός σκηνοθέτης. «Γιατί δίπλα στον πρωτότυπο Django υπάρχουν περί τις 40 ταινίες “Django” που ενώ δεν έχουν καμία σχέση μαζί του, έχουν κερδίσει μια θέση στην ιστορία του spaghetti western. Νιώθω λοιπόν υπερήφανος να λέω ότι η δική μας ταινία είναι η τελευταία εκδοχή στις κλεψιμαίικες αυτές ταινίες του Djangο».
Βεβαίως, ο Ταραντίνο ανέκαθεν και με ποικίλους τρόπους ενσωμάτωνε στοιχεία των ευρωπαϊκών γουέστερν (και όχι μόνο) στις ταινίες του. Eίτε χρησιμοποιώντας παραλλαγμένες κλασικές σκηνές από spaghetti western είτε αυτούσια μουσικά κομμάτια, κυρίως του Ενιο Μορικόνε, του οποίου η μουσική έπαιξε μέγιστο ρόλο στη δημοτικότητα του είδους.
Το περίφημο κόψιμο του αυτιού στο «Reservoir dogs» είναι «κλεμμένο» από τον «Django» του Κορμπούτσι, ενώ η σκηνή στο «Kill Bill» όπου βλέπουμε την Ούμα Θέρμαν να απελευθερώνεται από τον τάφο είναι μια σαφής παραπομπή στο «Ενας ξένος… λίγο χρυσάφι… πολλά πτώματα» του Τζούλιο Κουέστι όπου βλέπουμε το χέρι του θαμμένου Τόμας Μίλιαν να πετάγεται από το χώμα και τον ίδιο να απελευθερώνεται από τον τάφο του.
Η ομορφιά της εκδίκησης
Η βασική θεματική πλοκή τoυ 90% των spaghetti western περιορίζεται σε τέσσερις λέξεις: κάποιος θέλει να εκδικηθεί. Η εκδίκηση, από την άλλη πλευρά, είναι μια έννοια που συχνά απασχολεί τον Κουέντιν Ταραντίνο στις ταινίες του, αν και στην προκειμένη περίπτωση προτιμά να σκέφτεται το «Django unchained» περισσότερο ως «ένα ταξίδι του κεντρικού ήρωα παρά σαν μια ταινία εκδίκησης. Βεβαίως, όταν βλέπεις τον σκλάβο να αρπάζει το μαστίγιο από τον αφέντη και να το χρησιμοποιεί εναντίον του οι προοπτικές είναι ενθουσιώδεις».
Για τον Ταραντίνο, άλλωστε, το πιο έντονο συναίσθημα που μπορεί ένας σκηνοθέτης να προκαλέσει στο κοινό, ειδικά σε μια αίθουσα γεμάτη κόσμο, είναι το αίσθημα της εκδίκησης. «Το να χτίζεις έναν ήρωα που θέλει να εκδικηθεί, να στήνεις δίπλα του όλους τους ανθρώπους που θέλεις να εκδικηθεί, να νιώθεις και εσύ ο ίδιος οργή και θυμό γι’ αυτούς και για ό,τι του έκαναν, όλα αυτά καταλήγουν σε ένα συναίσθημα φανταστικό» πιστεύει ο Ταραντίνο. «Και όταν ο ήρωας όντως θριαμβεύει και τους ρίχνει όλους τέζα, ο κόσμος ενθουσιάζεται και ψηφίζει υπέρ του. Ολη αυτή η κατάσταση είναι πολύ δυναμική. Στον κινηματογράφο είναι ασφαλής. Στην πραγματική ζωή όμως, η εκδίκηση σπανίως ικανοποιεί».
4. «El mercenario» (1968)
9. «Navajo Joe» (1966)
Επιτέλους, ένας μαύρος Django
Η δημιουργία ενός «καθαρόαιμου» γουέστερν ήταν ριψοκίνδυνο στοίχημα για τον Koυέντιν Ταραντίνο, γιατί το γουέστερν σχεδόν δεν υφίσταται πια ως είδος. Σύμφωνα με τον αμερικανό σκηνοθέτη η ιδέα του «Django ο τιμωρός» προέκυψε τυχαία και κάτω από… λογοτεχνικές συνθήκες. Τα τελευταία δύο χρόνια ο Ταραντίνο γράφει ένα βιβλίο πάνω σε σκηνοθέτες που αγαπά. «Δεν βιάζομαι να το τελειώσω, είναι από τα πράγματα που συνήθως κάνουμε για τη δική μας ευχαρίστηση». Καθώς όμως έγραφε ένα μεγάλο κομμάτι για τον Σέρτζιο Κορμπούτσι, άρχισε να παρακολουθεί και πάλι τις ταινίες του, προσπαθώντας να καταλάβει τι ακριβώς έκανε. «Ολοι οι μεγάλοι σκηνοθέτες των γουέστερν έχουν τη δική τους ξεχωριστή εκδοχή για το Φαρ Ουέστ. Υπάρχει η Αγρια Δύση του Σαμ Πέκινπα και του Αντονι Μαν… Και μετά, να και η Δύση του Κορμπούτσι, η πιο βάρβαρη, η πιο βίαιη και η πιο άσπλαχνη Δύση που υπήρξε ποτέ…».
Η δημιουργία ενός «καθαρόαιμου» γουέστερν ήταν ριψοκίνδυνο στοίχημα για τον Koυέντιν Ταραντίνο, γιατί το γουέστερν σχεδόν δεν υφίσταται πια ως είδος. Σύμφωνα με τον αμερικανό σκηνοθέτη η ιδέα του «Django ο τιμωρός» προέκυψε τυχαία και κάτω από… λογοτεχνικές συνθήκες. Τα τελευταία δύο χρόνια ο Ταραντίνο γράφει ένα βιβλίο πάνω σε σκηνοθέτες που αγαπά. «Δεν βιάζομαι να το τελειώσω, είναι από τα πράγματα που συνήθως κάνουμε για τη δική μας ευχαρίστηση». Καθώς όμως έγραφε ένα μεγάλο κομμάτι για τον Σέρτζιο Κορμπούτσι, άρχισε να παρακολουθεί και πάλι τις ταινίες του, προσπαθώντας να καταλάβει τι ακριβώς έκανε. «Ολοι οι μεγάλοι σκηνοθέτες των γουέστερν έχουν τη δική τους ξεχωριστή εκδοχή για το Φαρ Ουέστ. Υπάρχει η Αγρια Δύση του Σαμ Πέκινπα και του Αντονι Μαν… Και μετά, να και η Δύση του Κορμπούτσι, η πιο βάρβαρη, η πιο βίαιη και η πιο άσπλαχνη Δύση που υπήρξε ποτέ…».
Γράφοντας για τον Κορμπούτσι και τον «Django» ο Ταραντίνο άρχισε να φαντάζεται ποιο θα μπορούσε να είναι το αμερικανικό αντίστοιχο (αλλά με χιούμορ), στη «βάρβαρη, ανελέητη, σουρεαλιστική βία της ταινίας του Κορμπούτσι». Και η απάντηση που βρήκε ήταν: «Να είσαι μαύρος στον αμερικανικό ρατσιστικό Νότο. Η ιδέα ενός spaghetti western τοποθετημένου στον Νότο πριν από τον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο, να κάτι που δεν έχω ξαναδεί και που ακούγεται ενδιαφέρον».
Ετσι λοιπόν στην ταινία «Django ο τιμωρός» η καινοτομία του Ταραντίνο είναι ότι αυτή τη φορά ο Django είναι μαύρος, πρώην σκλάβος, ο Τζέιμι Φοξ, ο οποίος με τη βοήθεια ενός κυνηγού επικηρυγμένων, Σουλτς (Κρίστοφ Βαλτς), έρχεται σε σύγκρουση με έναν αδίστακτο κτηματία του Μισισιπή που έχει τη μορφή του Λεονάρντο Ντι Κάπριο –στον πιο σκοτεινό ρόλο της καριέρας του.
Τα 15 αγαπημένα spaghetti western του Κουέντιν Ταραντίνο
1. «Ο καλός, ο κακός και ο άσχημος»
(«Il buono, il brutto, il cattivo», 1966)
του Σέρτζιο Λεόνε. Η ανεύρεση ενός θησαυρού φέρνει αντιμέτωπους τον Κλιντ Ιστγουντ, τον Λι Βαν Κλιφ και τον Ιλάι Γουάλας στους αντίστοιχους ρόλους του τίτλου, που είναι και ο πιο διάσημος τίτλος στην ιστορία των spaghetti western.
2. «Μονομαχία στο Ελ Πάσο»
(«Per qualche dollaro in più», 1965)
του Σέρτζιο Λεόνε. Δύο κυνηγοί επικηρυγμένων (Κλιντ Ιστγουντ, Λι Βαν Κλιφ) ενώνουν τις δυνάμεις τους για την εξάρθρωση της συμμορίας ενός αδίστακτου κακοποιού (Τζιαν Μαρία Βολοντέ).
3. «Django, ο τρομοκράτης του Πάσο Ντόμπλε»
(«Django», 1966)
του Σέρτζιο Κορμπούτσι (βλ. κείμενο).
4. «El mercenario» (1968)
του Σέρτζιο Κορμπούτσι. Ενας κυνικός πολωνός μισθοφόρος (Φράνκο Νέρο) συμμετέχει στη Μεξικανική Επανάσταση, σε ένα από τα καλύτερα «πολιτικά» spaghetti western που αναπτύχθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1960.
5. «Κάποτε στη Δύση»
(«C’ era una volta il West», 1968)
του Σέρτζιο Λεόνε. Αριστουργηματικό «οπερατικό» γουέστερν στο οποίο τρεις άνδρες και μία γυναίκα (Τσαρλς Μπρόνσον, Χένρι Φόντα, Τζέισον Ρόμπαρντς, Κλαούντια Καρντινάλε) λύνουν τις διαφορές τους ενώ οι γραμμές του σιδηροδρόμου εξαπλώνονται στις ΗΠΑ.
6. «Για μια χούφτα δολάρια»
(«Per un pugno di dollari», 1964)
του Σέρτζιο Λεόνε. Ο Ανθρωπος Δίχως Ονομα (Κλιντ Ιστγουντ) στη μέση δύο αντίπαλων συμμοριών. Η θρυλική ταινία από την οποία άρχισαν όλα είναι μια ελεύθερη καουμπόικη μεταφορά της σαμουράι ταινίας «Γιοζίμπο» του Ακίρα Κουροσάβα.
7. «Εκδίκησις μέχρι θανάτου»
(«I giorni dell’ ira», 1967)
του Τονίνο Βαλέρι. Ο περίγελως μιας πόλης (Μοντγκόμερι Γουντ) θα σκληρύνει δίπλα σε έναν πιστολέρο (Λι Βαν Κλιφ), με τον οποίο ωστόσο τελικά θα έρθει σε σύγκρουση.
8. «Ο καβαλάρης του θανάτου»
(«Da uomo a uomo», 1967)
του Τζούλιο Πετρόνι. Κυνηγός επικηρυγμένων (Λι Βαν Κλιφ) βοηθά έναν νεαρό (Τζον Φίλιπ Λο) να ανακαλύψει τους δολοφόνους της οικογένειάς του.
9. «Navajo Joe» (1966)
του Σέρτζιο Κορμπούτσι. Μέσα από μια κλασική ιστορία εκδίκησης ο Κορμπούτσι θίγει το ζήτημα του κοινωνικού ρατσισμού και της γενοκτονίας των ιθαγενών Ινδιάνων της Αμερικής (το στοιχείο των Ινδιάνων πέρασε αμυδρά από τα spaghetti western).
10. «Η επιστροφή του Ρίνγκο»
(«Il ritorno di Ringo», 1965)
του Ντούτσιο Τέσαρι. Η ομηρική «Οδύσσεια» στην α λα γουέστερν Τσινετσιτά με πρωταγωνιστή τον Μοντγκόμερι Γουντ (αμερικανικό ψευδώνυμο του ιταλού ηθοποιού Τζουλιάνο Τζέμα).
11. «Ενας εναντίον δέκα»
(«La resa dei conti», 1966)
του Σέρτζιο Σολίμα. Ο Λι Βαν Κλιφ υποδύεται τον ανεπίσημο εκπρόσωπο του Νόμου ο οποίος αναζητεί τα ίχνη ενός μεξικανού αγρότη (Τόμας Μίλιαν) που κατηγορείται ότι βίασε και σκότωσε ένα κορίτσι.
12. «Ενα πιστόλι για τον Ρίνγκο»
(«Una pistola per Ringo», 1965)
του Ντούτσιο Τέσαρι. Εξίσου θρυλικός τίτλος spaghetti western. Η ταινία που έκανε γνωστό το όνομα του Μοντγκόμερι Γουντ στον ρόλο του περιπλανώμενου πιστολέρο ο οποίος γίνεται ο φύλακας άγγελος μιας μικρής πόλης του Τέξας.
13. «Τέξας ντεσπεράντος»
(«Desperados», 1967)
του Φράνκο Ροσέτι. Ενας παράνομος (Αντρέα Τζιορντάνα) παριστάνει τον γιο ενός τυφλού προκειμένου να ανακαλύψει πού βρίσκεται κρυμμένος ο χρυσός του. Δένεται όμως μαζί του και αυτό θα του κοστίσει.
14. «Ο μεγάλος σιωπηλός»
(«Il grande silenzio», 1968)
του Σέρτζιο Κορμπούτσι. Ενα από τα πιο σκοτεινά, απαισιόδοξα και… χιονισμένα ευρωπαϊκά γουέστερν, με τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν στον ρόλο του μουγκού πιστολέρο ο οποίος θα έρθει αντιμέτωπος με τη σπείρα αδίστακτων κυνηγών επικηρυγμένων της οποίας ηγείται ο Κλάους Κίνσκι.
15. «Η μεγάλη μάχη»
(«Il grande duelo», 1972)
(«Il grande duelo», 1972)
του Tζιανκάρλο Σάντι. Πρώην σερίφης (και πάλι ο Λι Βαν Κλιφ) βοηθά έναν νεαρό άνδρα, που αδίκως κατηγορείται για φόνο, να αντιμετωπίσει τρεις αδελφούς που τον θέλουν νεκρό.
πότε & πού:
Η ταινία «Django ο τιμωρός» είναι προγραμματισμένη να προβληθεί στις ελληνικές αίθουσες την Πέμπτη 17 Ιανουαρίου σε διανομή Feelgood Entertainment.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



