Τα αντιβιοτικά είναι άχρηστα στις περισσότερες περιπτώσεις ιγμορίτιδας, ωστόσο πολλοί γιατροί τα συνταγογραφούν για την αντιμετώπισή τους. Ερευνητές από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ουάσινγκτον στο Σεντ Λούις αναφέρουν με δημοσίευσή τους στο επιστημονικό περιοδικό της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας (JAMA) ότι ανακάλυψαν πως τα αντιβιοτικά δεν ανακουφίζουν από τα συμπτώματα της ιγμορίτιδας, ούτε μειώνουν τη διάρκεια της φλεγμονής σε σύγκριση με ένα εικονικό φάρμακο.

Η κατάχρηση αντιβιοτικών «γεννά» υπερβακτήρια

Είναι γνωστό ότι η κατάχρηση αντιβιοτικών οδηγεί σε εμφάνιση υπερ-ανθεκτικών βακτηρίων και για τον λόγο αυτό πολλοί ειδικοί συνιστούν στον πληθυσμό τη συνετή λήψη τους. Η ανησυχία είναι μεγάλη σε ό,τι αφορά ιδιαιτέρως τις ιγμορίτιδες, και αυτό διότι οι γιατροί δεν γνωρίζουν στην πλειονότητα των περιπτώσεων εάν η φλεγμονή των ιγμορείων οφείλεται σε βακτήρια ή σε ιούς – τα αντιβιοτικά είναι άχρηστα ενάντια στους ιούς.

«Δεν υπάρχει ιδιαίτερο όφελος από τη λήψη αντιβιοτικών στις περιπτώσεις ιγμορίτιδας» ανέφερε η επικεφαλής της μελέτης δρ Τζέιν Γκάρμπατ και προσέθεσε: «Αντί να χορηγούμε σε όλους τους ασθενείς με ιγμορίτιδα αντιβιοτικά ελπίζοντας με αυτόν τον τρόπο να αντιμετωπίσουμε τη βακτηριακή λοίμωξη που έχει ‘πλήξει’ κάποιους από αυτούς, τα ευρήματά μας μαρτυρούν ότι θα ήταν καλύτερα να αποφύγουμε τη χορήγηση αντιβίωσης και να παρακολουθούμε στενά τον κάθε ασθενή».

Η στενή αυτή παρακολούθηση περιλαμβάνει αναμονή και παρατήρηση της κλινικής εικόνας του ασθενούς και χρήση μόνο παυσίπονων φαρμάκων και όχι αντιβιοτικών.

5η κυριότερη αιτία συνταγογράφησης αντιβίωσης

Τα άτομα με οξεία ιγμορίτιδα εμφανίζουν συμπτώματα παρόμοια με αυτά του κρυολογήματος – όπως καταρροή και πόνο γύρω από τα μάτια, τη μύτη και το μέτωπο – τα οποία όμως διαρκούν πολύ και κάποιες φορές είναι σοβαρά. «Η ιγμορίτιδα είναι η πέμπτη κυριότερη αιτία για την οποία συνταγογραφούνται αντιβιοτικά στους ενηλίκους. Είναι δύσκολο για τους γιατρούς να μην συνταγογραφήσουν κάποιο αντιβιοτικό επειδή οι ασθενείς πραγματικά υποφέρουν και δεν υπάρχει κάποιο άλλο φάρμακο για να τους χορηγήσουν» εξήγησε η δρ Γκάρμπατ.

Προκειμένου να καταλήξουν στα συμπεράσματά τους η δρ Γκάρμπατ και οι συνεργάτες της χρησιμοποίησαν τις επίσημες αμερικανικές οδηγίες προκειμένου να εντοπίσουν ασθενείς με ιγμορίτιδα. Συνέλεξαν συνολικά 166 ενηλίκους εκ των οποίων οι μισοί έλαβαν εικονικό φάρμακο ενώ στους υπόλοιπους χορηγήθηκε 10ημερη θεραπεία με το αντιβιοτικό αμοξυκιλλίνη.

Μικρές διαφορές στις δύο ομάδες

Όπως φάνηκε, μικρές ήταν οι διαφορές στην εξέλιξη της νόσου στις δύο ομάδες ασθενών. Συγκεκριμένα με χρήση ειδικής κλίμακας στην οποία το 0 αντιστοιχούσε στο «δεν έχω κανένα πρόβλημα» και το 3 στο «έχω σοβαρό πρόβλημα» η ομάδα της αντιβίωσης είχε μέσο σκορ 1,12 μετά από τρεις ημέρες λήψης ενώ η ομάδα του εικονικού φαρμάκου είχε μέσο σκορ 1,14 στο αντίστοιχο διάστημα.

Στο τέλος της θεραπείας – δέκα ημέρες μετά την αρχή της λήψης δηλαδή – το 78% των ατόμων που ήταν στην ομάδα του αντιβιοτικού καθώς και το 80% των ατόμων της ομάδας του εικονικού φαρμάκου ανέφεραν ότι αισθάνονταν πολύ καλύτερα και δεν εμφάνιζαν πλέον συμπτώματα.

Μόνο το 2% είναι βακτηριακής προέλευσης

Σχολιάζοντας τα νέα ευρήματα, ο Αντονι Τσόου, ειδικός στις μεταδοτικές νόσους στο Πανεπιστήμιο British Columbia στο Βανκούβερ του Καναδά ανέφερε ότι ποσοστό μικρότερο του 2% των περιπτώσεων ιγμορίτιδας είναι βακτηριακές. «Οι περισσότερες περιπτώσεις ιγμορίτιδας οφείλονται σε ιούς και δεν χρειάζεται η λήψη αντιβιοτικών»

σημείωσε ο δρ Τσόου και προσέθεσε ότι σε παγκόσμιο επίπεδο γίνεται ανούσια κατάχρηση αντιβιοτικών.

Ωστόσο ο ειδικός τόνισε ότι τα αντιβιοτικά μπορούν να φανούν χρήσιμα σε κάποιες περιπτώσεις. Όπως είπε μάλιστα, ειδική επιτροπή της Εταιρείας για τις Μολυσματικές Νόσους της οποίας είναι επικεφαλής, βρίσκεται σε διαδικασία έκδοσης οδηγιών προκειμένου να εντοπίζονται ευκολότερα οι λοιμώξεις που οφείλονται σε βακτήρια και απαιτούν τη λήψη αντιβίωσης. Σύμφωνα με αυτές τις οδηγίες αντιβιοτικά θα πρέπει να λαμβάνουν μόνο οι ασθενείς των οποίων τα συμπτώματα διαρκούν για τουλάχιστον 10 ημέρες και συνεχίζουν να επιδεινώνονται, εκείνοι που έχουν πολύ υψηλό πυρετό ο οποίος δεν πέφτει ή άλλου είδους βαριά συμπτώματα ή όσοι εμφανίζουν παροδική βελτίωση και στη συνέχεια η κατάστασή τους επιδεινώνεται ξανά.