Πριν από 2.000 χρόνια στην Αιθιοπία ανακαλύφθηκε το καφεόδεντρο καθώς, όπως αναφέρει και ο θρύλος, ένας γιδοβοσκός παρατήρησε ότι το κοπάδι του γινόταν πολύ ζωηρό κάθε φορά που οι γίδες του μασουλούσαν τους καρπούς από κάποιους άγριους θάμνους. Ετσι σήμερα φθάσαμε ο καφές να αποτελεί ένα από τα προϊόντα με τις μεγαλύτερες πωλήσεις στον πλανήτη. Η καλλιέργειά του άρχισε τον 15ο αιώνα στη Μocha, μια πόλη της Υεμένης στην Αραβία, η οποία έδωσε το όνομά της και σε μια ποικιλία καφέ, ενώ ως τον 17ο αιώνα είχε διαδοθεί σε όλη την Ευρώπη. Υπάρχουν κυρίως δύο εμπορικά είδη καφέ: η ποικιλία arabica που αποτελεί περίπου το 70% της παγκόσμιας παραγωγής καφέ και η ποικιλία robusta. Ο καφές εισήχθη στη Βραζιλία το 1727 (από τη Γαλλική Γουινέα), η οποία έφθασε να καλλιεργεί πλέον το 80% της παραγωγής arabica στον κόσμο, ενώ το Βιετνάμ είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός της ποικιλίας robusta. Βραζιλία, Βιετνάμ και Κολομβία είναι οι μεγαλύτεροι παραγωγοί καφέ στον κόσμο, ενώ η ΕΕ και οι ΗΠΑ καταλαμβάνουν το 70% της παγκόσμιας κατανάλωσης καφέ. Το USDΑ υπολόγισε στις αρχές του έτους την παγκόσμια παραγωγή του καφέ στα 128,6 εκατομμύρια, την κατανάλωση στα 125,4 εκατ. και τα αποθέματα στα 23 εκατομμύρια (συσκευασίες των 60 κιλών) το 2007. Ο Διεθνής Οργανισμός Καφέ (ΙCΟ) όμως εξέπληξε προσφάτως τους επενδυτές αναμένοντας ότι η κατανάλωση το 2008 θα διαμορφωθεί στα 120 εκατομμύρια, τη στιγμή που η παγκόσμια παραγωγή εκτιμάται στα 112 εκατομμύρια, υπονοώντας έτσι ένα παγκόσμιο έλλειμμα καφέ 8 εκατ. (συσκευασίες των 60 κιλών) που είναι ισότιμο με 1,1 δισ. λίμπρες.
Οι τιμές του καφέ το 2001 σημείωσαν χαμηλό 30 ετών, αλλά στη συνέχεια διπλασιάστηκαν, ενώ μεγάλη άνοδο σημείωσε κυρίως η ποικιλία robusta, απόρροια των φόβων για μείωση των αποθεμάτων στο Βιετνάμ και στην Ινδονησία που θα μπορούσαν να πιέσουν τις προμήθειες των κόκκων καφέ.
Ο καφές δεν επηρεάζεται από την αύξηση της ζήτησης για βιοκαύσιμα που λειτουργεί καταλυτικά σε ορισμένα αγροτικά προϊόντα, αλλά η μακροχρόνια τάση του λόγω του ιστορικού κύκλου είναι θετική. Εφέτος σημειώνει πτώση 13%, αλλά η τάση παραμένει θετική καθώς, παρά τη συνολικότερη άνοδο την τελευταία διετία, οι τιμές βρίσκονται ακόμη αρκετά χαμηλότερα από το ιστορικό υψηλό τους των 369 σεντς ανά λίμπρα τον Απρίλιο του 1977.