Η επανάσταση του ελαχίστου
Απλοί γεωμετρικοί όγκοι, σχεδιασμός καθαρός αλλά χωρίς συμβιβασμούς. Εκφραστική λιτότητα δηλαδή, η οποία όμως υποκρύπτει ερωτήματα που ζητούν απάντηση και θέτει ζητήματα που απαιτούν συζήτηση. Οι επισκέπτες της έκθεσης «Νίκος Βαλσαμάκης Αρχιτέκτων», η οποία εγκαινιάζεται μεθαύριο, Τρίτη 16 Ιανουαρίου, στο Νέο Κτίριο του Μουσείου Μπενάκη, θα δουν μία μεγάλη αναδρομική έκθεση του «συνθέτη» αρχιτέκτονα, όπως έχει ονομαστεί, σχεδιασμένη από τον ίδιο. Οπως και πλήθος κτίρια της σύγχρονης Ελλάδας, δημόσια και ιδιωτικά, που διακρίνονται γι’ αυτά ακριβώς τα στοιχεία: την απλότητα, την καθαρή ομορφιά παράλληλα με τη λειτουργικότητα και τη «συνομιλία» τους με τον περιβάλλοντα χώρο. Χαρακτηριστικά τα οποία ωστόσο δεν θα είχαν αυτή την ιδιαίτερη αξία, που διαφοροποιεί τον Βαλσαμάκη κατατάσσοντάς τον στην κατηγορία των κορυφαίων αρχιτεκτόνων, αν δεν συνδυάζονταν με την τέχνη. Αλλωστε και ο λιγομίλητος και απέχων από δημόσιες τοποθετήσεις Βαλσαμάκης – εξαίρεση αποτέλεσε η ομιλία του πριν από έναν χρόνο στις εκδηλώσεις Megaron Plus στο Μέγαρο Μουσικής – θυμίζει πάντα πως αυτό που κάνουν οι αρχιτέκτονες είναι οικοδομική. Ετσι: «Αν προκύψει τόσο καλή ώστε να είναι τέχνη, αυτό είναι μια άλλη ιστορία».
«Στην τέχνη του Βαλσαμάκη, σύνθετη όπως μία πολυεπίπεδη ενορχήστρωση, εκφρασμένη σε σχέδιο-παρτιτούρα, συρράπτονται δύο οντότητες, ο κλασικισμός και ο μινιμαλισμός, και η τομή τους καταυγάζει απόκοσμα τον χαμένο δεσμό τους, που μπορεί να δείξει μόνο μπροστά, προς το ανεξιχνίαστο μέλλον» γράφει στον κατάλογο της έκθεσης ο καθηγητής κ. Δημήτρης Φιλιππίδης. Πρόκειται για τη σύνθεση δύο πόλων, που γίνεται φανερή στις περισσότερες από τριακόσιες εφαρμοσμένες δημιουργίες του, κτίρια δημόσιας χρήσης, κατοικίες, τουριστικά συγκροτήματα και ξενοδοχεία. Πολλά από αυτά μάλιστα αποτελούν ορόσημα για την ανανέωση και την εξέλιξη της νεοελληνικής αρχιτεκτονικής:
Η πολυκατοικία της οδού Σεμιτέλου, ένα από τα πρώτα έργα του, το οποίο σχεδίασε και έκτισε το 1953, άλλαξε οριστικά τη συντηρητική μορφή του είδους αυτού των κτιρίων. Ακολούθως οι βίλες της Αναβύσσου (Παράσχη και Λαναρά), οι οποίες κτίστηκαν το 1961, έφεραν την «επανάσταση» στην Ελλάδα, αφού σε αυτές εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά στατικές λύσεις οι οποίες επιτρέπουν εξαιρετικά λεπτές πλάκες μπετόν με εντυπωσιακούς προβόλους και με φέροντα μεταλλικά υποστυλώματα. Πέρα από αυτό όμως, με αυτές τις δύο κατοικίες αλλά και με την προσωπική του οικία στη Φιλοθέη, επίσης το 1961, ο Βαλσαμάκης πρότεινε και εκτέλεσε μια σαφώς άλλη αρχιτεκτονική από αυτή που επικρατούσε ως τότε στον ελληνικό χώρο: τη χαμηλή κλίμακα, την ενιαία στάθμη του καθιστικού και της φύσης με την αβίαστη έξοδο προς αυτήν και τον άπλετο εξωτερικό φωτισμό των κτιρίων μέσω των μεγάλης επιφανείας υαλοπετασμάτων, που κατέχουν τη θέση των τοίχων. Στην ουσία πρόκειται για το όραμα μιας νέας, άνετης ζωής, στο οποίο πολλοί ευστόχως είδαν το πρότυπο της αμερικανικής ευμάρειας, όπως παρουσιαζόταν τότε. Κυρίως όμως οι μελετητές του Βαλσαμάκη επισημαίνουν την επιρροή του Mies Van Der Rohe (και στη διαμόρφωση των εσωτερικών χώρων) αλλά και του Le Corbusier και του Meier.
«Ο Βαλσαμάκης έχει διά βίου γοητευθεί από το διαχρονικό έργο του Mies, προπολεμικό και μεταπολεμικό, σε όλη του την εκτενή πολλαπλοτητα» γράφει ο κ. Δημήτρης Φιλιππίδης. «Μόνη πιθανή διαφοροποίηση, αλλά και αυτή εξηγήσιμη, είναι ότι ο Mies έχει μία περίεργη, ιδιότυπη σχέση με τον χρόνο: έχει δηλώσει πως δεν χρειάζεται να ανακαλύπτει μία νέα μορφή κάθε πρωί, ενώ ο Βαλσαμάκης αρνείται τέτοια πειθαρχία. Ο Mies παγιώνει ένα αιώνιο, πλατωνικό σύστημα, ενώ ο Βαλσαμάκης παραμένει ένας ακόρεστος, φιλοπερίεργος ερευνητής του αρχιτεκτονικού σύμπαντος, που το διαλύει για να το ανασυνθέσει» προσθέτει.
Στην πρωτοπορία της ελληνικής αρχιτεκτονικής ο Νίκος Βαλσαμάκης, φτιάχνει κτίρια τα οποία πέρα από όλα τα άλλα είναι προσαρμοσμένα στο ελληνικό κλίμα και στο φως, κατορθώνοντας παράλληλα να αξιοποιεί σε αυτά παραδοσιακά υλικά και τρόπους κατασκευής με σύγχρονο τρόπο. Τα ξενοδοχεία «Αμαλία» σε όλη την Ελλάδα, το Κτίριο Διοίκησης της Τράπεζας Πίστεως στην οδό Σταδίου, το νέο κτίριο του Κολλεγίου Αθηνών στην Κάντζα, το Μηχανογραφικό Κέντρο της Εμπορικής Τράπεζας στον Χολαργό, το τουριστικό συγκρότημα «Δαίδαλος» αποτελούν από τα πιο σημαντικά έργα του.
Η έκθεση, η οποία «αποτελεί από μόνη της μία αρχιτεκτονική πράξη», όπως σημειώνει στον πρόλογο της έκδοσης που τη συνοδεύει η υπεύθυνη των Αρχείων Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μπενάκη, κυρία Μάρω Καρδαμίτση-Αδάμη, θα διαρκέσει ως τις 18 Φεβρουαρίου. Κύριος χορηγός είναι η Alpha Bank και χορηγός η Johnnie Walker Green Label.
Η ταυτότητα του αρχιτέκτονα
Ο Νίκος Βαλσαμάκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1924 και σπούδασε στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, από το οποίο αποφοίτησε το 1953. Εκτοτε διατηρεί γραφείο αρχιτεκτονικών μελετών, στο οποίο εργάζεται ως σήμερα με ολιγομελή ομάδα συνεργατών. Δεν δίδαξε ποτέ σε αρχιτεκτονική σχολή αλλά το μάθημά του έχει γίνει διαχρονικά και έντονα αισθητό στην ελληνική αρχιτεκτονική με πολλαπλούς τρόπους και σε όλες τις κλίμακες, από την κλασική λιτότητα των όγκων ως την καθαρότητα στις οικοδομικές λεπτομέρειες που χρησιμοποιεί. Αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτορας του Τμήματος Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης το 1991 και το 2001 της Σχολής Αρχιτεκτόνων του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, ενώ η Ολομέλεια της Ακαδημίας Αθηνών τού απένειμε το Αριστείο των Καλών Τεχνών για το σύνολο του έργου του το 1999.
Εχει αντιπροσωπεύσει την Ελλάδα στην 5η Διεθνή Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής της Βενετίας, το 1994, και στην 5η Διεθνή Τριενάλε του Βελιγραδίου, το 1997. Το έργο του γενικότερα έχει αντιπροσωπεύσει την ελληνική αρχιτεκτονική σε πολλές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ενώ μεγάλο μέρος του έχει δημοσιευθεί στον ελληνικό και στον διεθνή αρχιτεκτονικό Τύπο.
Το 1992 το έργο του «Δαίδαλος», ένα τουριστικό χωριό για το Robinson Club στην Κω, επελέγη ανάμεσα σε άλλα διεθνή έργα ως υποψήφιο για το βραβείο Mies Van Der Rohe Pavilion Award for European Architecture, μια διάκριση που δόθηκε για πρώτη φορά σε έλληνα αρχιτέκτονα. Η κατοικία του στη Φιλοθέη εξάλλου περιλαμβάνεται στο βιβλίο «Εκατό κατοικίες εκατό ευρωπαίων αρχιτεκτόνων του 20ού αιώνα», που έχει κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Taschen – μία ανθολογία κορυφαίων αρχιτεκτόνων με σπίτια που σχεδίασαν για τον εαυτό τους (Le Corbusier, Alvar Aalto, Walter Cropius, Erich Mendelson, Otto Wagner) -, και επιπλέον έχει επιλεγεί για την εικονογράφηση του εξωφύλλου.



