Από τη μεριά του Σουάν
Στα «Minima Moralia» ο Αντόρνο χαρακτηρίζει τον Μαρσέλ Προυστ «κληρονόμο της μπαλζακικής ιδεοληψίας». Στο φαινομενικά παράδοξο της διατύπωσης ωστόσο υποκρύπτεται ένας μεγάλος έπαινος: το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο, το έργο-ποταμός του Προυστ σε εφτά τόμους που ξεπερνούν συνολικά τις 3.200 σελίδες είναι το κορυφαίο γαλλικό πεζογραφικό έργο του 20ού αιώνα και ένα από τα μεγαλύτερα σε όλον τον κόσμο. Ενας εντελώς διαφορετικός συγγραφέας, ο Γκράχαμ Γκριν, χαρακτηρίζει τον συγγραφέα ως τον μεγαλύτερο πεζογράφο του 20ού αιώνα. Επί δεκατρία χρόνια, από το 1909 ως τον θάνατό του, κλεισμένος στο σπίτι του και εργαζόμενος ακατάπαυστα, ο Προυστ δημιουργούσε ένα έργο που δεν θα δυσκολευόμασταν να το χαρακτηρίσουμε επιτομή του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Την πρώτη ενότητα του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο, που φέρει τον τίτλο Από τη μεριά του Σουάν, προσφέρει αυτή την εβδομάδα η Βιβλιοθήκη του «Βήματος». Ενα τέτοιο έργο, όπου το ύφος αποθεώνεται, απαιτεί κι έναν εξαίρετο μεταφραστή. Στη γλώσσα μας τον βρήκε στο πρόσωπο του αλησμόνητου Παύλου Ζάννα που έπειτα από παρότρυνση του Στρατή Τσίρκα ξεκίνησε την έξοχη μετάφρασή του στη φυλακή, όταν ήταν πολιτικός κρατούμενος της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Η μετάφραση δημοσιεύθηκε το 1969
-1970 και η οριστική έκδοσή της, με επιστημονική επιμέλεια του Παναγιώτη Πούλου, πρωτοκυκλοφόρησε από το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών το 1998. Το πλήρες έργο κυκλοφορεί σήμερα από τον εκδοτικό οίκο της Εστίας σε συνεργασία με το Γαλλικό Ινστιτούτο.
Από τα πολυσέλιδα συνοδευτικά κείμενα της έκδοσης της Εστίας (πρόλογος, επίμετρο κ.λπ.) διατηρήθηκαν στην παρούσα έκδοση μόνον οι σημειώσεις.
* Εργο απανωτών αποχαιρετισμών
Ο Σουάν είναι ένας αριστοκράτης εβραίος σε μια αντισημιτική εποχή (τη δεκαετία του 1890 στη Γαλλία) που ερωτεύεται μια πόρνη και κάνει ό,τι μπορεί για να την κατακτήσει συναισθηματικά. Αλλά το βιβλίο δεν περιορίζεται σε αυτή την απλή ιστορία. Γράφοντας για την «αστική αριστοκρατία» της εποχής του τη στιγμή της παρακμής της, ο Προυστ δημιουργεί ένα έργο απανωτών αποχαιρετισμών κι έναν κόσμο σκιόφωτος και τεράστιου βάθους. Ετσι, πέρα από τις υποθέσεις που βρίσκονται εγκιβωτισμένες εδώ όπως και στο υπόλοιπο έργο, η σύνθεσή τους στοχεύει στο να επαναδιατυπωθεί το νόημα της ζωής μέσω εκείνου του αχάριστου κάποτε αγαθού που το αποκαλούμε μνήμη. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα βιβλίο που μιλάει για την παρακμή, τη γενική καχυποψία, την αδικία της αγάπης καθώς τρώει τα σωθικά της, όπως συμβαίνει στον κεντρικό ήρωα, τον Σαρλ Σουάν.
Οι φροϋδιστές θα μπορούσαν να ανακαλύψουν δεκάδες περιπτώσεις κατάπτωσης, πάθους και έχθρας που αναπτύσσονται ανάμεσα στα εγώ και στα υπερεγώ των ηρώων του Προυστ. Το παιχνίδι της αμεσότητας και της απόστασης, όπως περιγράφεται σε αυτό το αριστούργημα, δεν εμφανίζεται σε κανένα άλλο λογοτεχνικό κείμενο της εποχής του. Αλλά θα ήταν τεράστιο λάθος να το εκλάβει κανείς ως «μνημειακό» έργο, αφού, μολονότι διατρέχει ολόκληρη εποχή, το αντικείμενο του Προυστ δεν είναι η εποχή αλλά η τέχνη, που ταυτίζεται με τη ζωή – τη δική του πρωτίστως, όπως τη ζει μέσα από τις αναμνήσεις του.
Αναπόφευκτα λοιπόν οι ήρωες του συγγραφέα είναι τα θύματα των αναμνήσεών του. Από την άποψη αυτή το μυθιστόρημα του Προυστ είναι εντελώς σύγχρονο. Ο χρόνος ανακτάται μόνο και μόνο για να δημιουργηθεί το έργο, που σε ευρύτερη αναγωγή μπορεί να θεωρηθεί ως τεράστια τοιχογραφία του πολιτισμού και των ηθών του ευρωπαϊκού αστικού κόσμου.
Η καταβύθιση του Προυστ στο παρελθόν είναι ο μόνος τρόπος να μιλήσει για το μέλλον. Γι’ αυτό και βυθίζεται στα απώτατα στρώματα της μνήμης από όπου ανασύρει τα υποφώσκοντα, ακόμη και τα πιο επουσιώδη περιστατικά του βίου. Τούτος ο αδιάκοπος φθορισμός, τα ημιτόνια του χρόνου, τα μεσοδιαστήματα που συνθέτουν τον αφηγηματικό καμβά κρατούν τον αναγνώστη μέσα σε ένα κλίμα συνεχούς μετεωρισμού που εκφράζει το απόλυτο της πεζογραφικής ατμόσφαιρας. Γοητεία, υψηλό ύφος, μακροπερίοδος λόγος όπου ενορχηστρώνεται η ζωή που πέρασε και που την ξαναζούμε. Η αφήγηση κυλάει αργά, σαν πέρασμα φασματικό σε ένα σταματημένο, θα έλεγες, παρόν. Ετσι λοιπόν ο χρόνος ξανακερδήθηκε μόνο και μόνο για να γραφεί το βιβλίο. Γιατί το τέλος πάντοτε το γράφει ο θάνατος και η αφήγηση κατά κανόνα τερματίζεται εκεί όπου τελειώνει και η ίδια η ζωή. Εδώ όμως αρχίζει η άλλη αναζήτηση, «από τη μεριά του αναγνώστη» πλέον, που διαβάζοντας το μυθιστόρημα έχει το μοναδικό προνόμιο να το προεκτείνει στον δικό του χρόνο.



