Μας υποδέχεται η μητέρα του, η οποία, ως γνωστόν, έχει αναλάβει τις τεχνικές λεπτομέρειες της καριέρας του. «Κουράστηκα πια» λέει κρατώντας τις κριτικές από τις τελευταίες του εμφανίσεις, «τόσα χρόνια δουλειάς και να σε χτυπάνε κιόλας». Αρνείται να φωτογραφηθεί με τον γιο της. «Δεν είστε καλά! Για να βγουν την άλλη μέρα να μιλάνε πάλι για τη μάνα του και τη μάνα του… Αμάν πια αυτή η φοβερή μάνα!». Και αν η «φοβερή μάνα» στέκεται διακριτικά πίσω από τον φακό, το φοβερό παιδί της, ο πιανίστας Δημήτρης Σγούρος, έχει όρεξη για παιχνίδια. «Ας κάνουμε κάτι διαφορετικό, μη με φωτογραφίσετε πάλι στο πιάνο, έχω βαρεθεί όλα αυτά τα χρόνια να με φωτογραφίζουν διαρκώς στο πιάνο». Τι άλλο έχει βαρεθεί; «Οτιδήποτε κάνει τη μουσική, την τέχνη γενικότερα, να γίνεται φτηνή». Ο Δημήτρης Σγούρος εκφράζεται συχνά με ακραίο τρόπο: «Θέλω να θυσιαστώ για την τέχνη και τη μουσική». «Το φοβερό δεν είναι πως ακούγεται απόλυτος, αλλά πως ό,τι λέει το εννοεί πραγματικά» μου ψιθυρίζει η μητέρα του. «Γίνομαι απόλυτος γιατί σέβομαι αυτό που κάνω, και δυστυχώς σήμερα ελάχιστοι είναι οι καλλιτέχνες που πραγματικά το σέβονται», «δικαιολογείται» ο ίδιος καθισμένος στον ασπρόμαυρο καναπέ του σαλονιού του. Μιλάει με «δύναμη» και υψώνει συχνά τη φωνή. «Δεν έχω κανένα πρόβλημα να τα πω όλα» τονίζει, «δεν θα ήθελα όμως, παρακαλώ, να αναφερθούμε σε ονόματα σύγχρονων καλλιτεχνών. Ας μιλήσουμε για την τέχνη γενικότερα…». Ξεκινάει από την τέχνη και φθάνει στην οικογένεια και στον έρωτα. Αρπάζεται από μια εμφάνιση στο εξωτερικό και καταλήγει σε ένα έντονο κατηγορώ προς «το ελληνικό κράτος που δεν μου φέρθηκε όπως θα μου άξιζε. Πρέπει να τα πω κάποια στιγμή αυτά». Διαρκώς ένταση. Μια ένταση που από ό,τι λένε οι δικοί του άνθρωποι ποτέ δεν… ξεκουράζεται. Οπως κι εκείνος δεν έχει ξεκουραστεί, παραμένοντας ενεργός εδώ και 25 χρόνια.
Εχετε ερμηνεύσει πολλές φορές τη Φαντασία για πιάνο, χορωδία και ορχήστρα που θα παρουσιάσετε στο Μέγαρο Μουσικής;
«Είχα την τύχη να την πρωτοπαίξω με τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης το 1988. Δεν ανήκε τότε στο ενεργό ρεπερτόριό μου. Πέρασαν πολλά χρόνια, όταν μου ζητήθηκε να την ερμηνεύσω στο Μέγαρο, και μάλιστα τρεις φορές λόγω της μεγάλης προσέλευσης του κόσμου».
Γιατί σε τόσο μικρό διάστημα την ερμηνεύετε για τέταρτη φορά;
«Μου είπαν ότι τη ζήτησε το κοινό. Κολακεύτηκα».
Είναι ένα δύσκολο τεχνικά έργο;
«Στην τέχνη δεν υπάρχει εύκολο και δύσκολο. Οποιος θεωρεί ότι έχει φθάσει στο επίπεδο να διαχωρίζει τα εύκολα και τα δύσκολα επειδή του έχουν δημιουργήσει ένα όνομα, τον έχουν βάλει σε ένα σύστημα και τον “σπρώχνουν” να λέει κάποια πράγματα για λόγους εντυπωσιασμού δεν υπάρχει ως καλλιτέχνης. Είναι τελειωμένος. Κάτω του μηδενός. Οχι μέλλον δεν έχει, ούτε καν παρόν».
Μήπως γίνεστε πολύ αυστηρός;
«Οι περισσότεροι καλλιτέχνες σήμερα δεν έχουν τεχνική. Δεν θέλω να πω ονόματα. Και δεν αναφέρομαι στην πηγαία τεχνική που έδωσε ο Θεός…».
Μιλάτε μόνο για πιανίστες;
«Οχι, μιλάω και για μαέστρους. Οι περισσότεροι νέοι μαέστροι είναι αδύνατον να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και να υπηρετήσουν πραγματικά τη μουσική γιατί έχουν την τάση του σόου, του εντυπωσιασμού… Μιλάω και για τραγουδιστές. Το “πουλάνε” το θείο δώρο τους, δεν το εξελίσσουν».
Στη δική σας περίπτωση το θείο δώρο ή η μελέτη θεωρείτε ότι σας έδωσε τη μεγάλη ώθηση;
«Εχω μια τεράστια μυϊκή ευκολία που ακόμη με βοηθάει. Πέρα από αυτό υπάρχει κάτι που λέγεται σκληρή δουλειά. Εργάζομαι με τις παρτιτούρες αδιάκοπα. Ακούω και ξανακούω συναδέλφους που εκτιμώ πολύ αλλά και συναδέλφους που εκτιμώ λιγότερο. Από όλους μπορείς να πάρεις. Ακούω κλασικό τραγούδι, παίρνω τα λιμπρέτα και ψάχνω τα νοήματα. Πιστεύω τελικά ότι όλα είναι θέμα εξυπνάδας και διορατικότητας: πώς θα χρησιμοποιήσεις το όργανο που έχεις. Η ενέργεια της πρώτης σου νεότητας, αν δεν δουλέψεις, δεν θα υπάρχει για πάντα».
Εσείς πού τη βρίσκετε όλη αυτή την ανεξάντλητη ενέργεια;
«Δεν μπορώ να το εξηγήσω. Είμαι ένας κοινός άνθρωπος όπως όλοι. Απορώ συχνά ακούγοντας ηχογραφήσεις μου για τη δύναμη που βγάζω».
Γιατί, αλήθεια, κάνετε μουσική;
«Ακούγεται εγωιστικό, αλλά σίγουρα δεν το κάνω για να είμαι εντάξει απέναντι στο κοινό. Το κάνω για να είμαι εντάξει απέναντι στον εαυτό μου και στον συνθέτη».
Εντάξει απέναντι στον συνθέτη; Πώς είστε σίγουρος ότι καλώς πράττετε; Ο καθένας τα αντιλαμβάνεται αλλιώς τα μεγάλα έργα. Πού είναι το σωστό και πού το λάθος;
«Διαβάζω, κάνω μεγάλες προσπάθειες να καταλάβω. Πολλές φορές βασανίζομαι, με αφήνει μερόνυχτα άγρυπνο μια μουσική φράση η οποία μπορεί να διαρκεί δευτερόλεπτα. Πέρα από τη δουλειά και την πείρα που έχω αποκτήσει, διαθέτω πάντως δυνατό ένστικτο που μου επιτρέπει να γνωρίζω τι είναι περιττό».
Ξεκινήσατε έξι ετών. Από πότε είχατε συναίσθηση εκείνου που κάνατε;
«Στην αρχή τα πράγματα δεν ήταν συνειδητοποιημένα. Ηταν ένστικτο. Στη συνέχεια άρχισα να σοβαρεύω».
Πότε ακριβώς;
«Πριν από τα 10 μου χρόνια. Στα 12 μου χρόνια, που είχα κάνει τα μεγάλα ντεμπούτα μου στην Ευρώπη, μου είχε γίνει πια συνείδηση η σοβαρότητα, η ευθύνη».
Ο μέσος άνθρωπος στα 25 περίπου χρόνια δουλειάς παίρνει σύνταξη. Είστε πάρα πολύ νέος για να έχετε πίσω σας τόσα χρόνια δουλειάς. Ευχαριστηθήκατε ποτέ το παιχνίδι, τις καλοκαιρινές διακοπές, τη διασκέδαση;
«Τα δίνω όλα στη δουλειά μου. Γι’ αυτό εκνευρίζομαι σήμερα που οι περισσότεροι καλλιτέχνες, αναφέρομαι ακόμη και στις μεγαλύτερες ορχήστρες του κόσμου, αντιμετωπίζουν τη μουσική σαν να είναι δημοσιοϋπαλληλίκι. Κάνουν 500 ηχογραφήσεις τον χρόνο και δεν δίνουν προσοχή σε καμία».
Ακούγεστε ιδιαίτερα θυμωμένος.
«Είμαι, γιατί λένε πολλά, γράφουν βιογραφικά εντυπωσιακά που είναι συχνά γεμάτα ψέματα. Παρουσιάζουν τεράστιο ρεπερτόριο, ενώ δεν έχουν έτοιμα πάνω από πέντε έργα. Είμαι θυμωμένος γιατί σέβομαι τη μουσική και σήμερα δεν τη σέβονται. Προσπαθούν να μας πείσουν ότι υπάρχει εξειδίκευση ο ένας παίζει μόνο Λιστ, ο άλλος μόνο Μότσαρτ για να καλύψουν τις αδυναμίες τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τους τραγουδιστές της όπερας. Δύο παραστάσεις και γίνονται αστέρες. Ολα τα κάνουν με ευκολίες, φτηνούς εντυπωσιασμούς και σπρωξίματα από τις εταιρείες. Για τα λεφτά».
Εσάς δεν σας «έσπρωξαν» οι εταιρείες;
«Εγώ πάντα έψαχνα υγιή στηρίγματα, και αυτό αρκετές φορές το πλήρωσα. Και δεν κυνήγησα τα πολλά λεφτά…».
Δεν μπήκατε ποτέ στον πειρασμό να κάνετε «αρπαχτή»; Να παίξετε ένα βράδυ απλώς και μόνο για την αμοιβή;
«Οχι, και τσακώθηκα με ανθρώπους που ήθελαν να με βάλουν σε αυτό το κανάλι. Μια και αναφερθήκαμε στο χρήμα, θέλω να επισημάνω ότι, αν και πληρώνομαι καλά, οι απολαβές μου δεν είναι ανάλογες με τον κόπο που έχω καταβάλει. Βλέπετε τι παίρνουν όλοι οι σύγχρονοι διασκεδαστές στην Αθήνα; Και αν φύγουμε από την Αθήνα, αν συγκρίνω τι λεφτά έβγαλε ο σερ Λόρενς Ολίβιε σε όλη την καριέρα του και τι βγάζει ένας αστερίσκος του Χόλιγουντ που έγινε της μόδας με μία-δύο ταινίες, θα καταλάβετε τι εννοώ. Δεν υπάρχει δικαιοσύνη. Τέλος πάντων, ο καθένας επιλέγει τον δρόμο του».
Και ποια είναι η δική σας επιλογή;
«Να θυσιαστώ για τη μουσική και για την τέχνη».
Μεγάλη κουβέντα λέτε.
«Ετσι όμως είναι. Πέντε ζωές χρειάζομαι για να κάνω όλα όσα θέλω. Γι’ αυτό αυτή τη μία που μου αντιστοιχεί στην κυριολεξία τη θυσιάζω για την τέχνη. Οσο πιο βαθιά καταδύεσαι στην τέχνη τόσο περισσότερο συνειδητοποιείς ότι ελάχιστα ξέρεις. Και όταν πολεμάς για να γίνεις καλύτερος, δεν έχεις καιρό για άλλα πράγματα φτηνά και ανόητα».
Οπως;
«Πολλές φορές μου ζητάνε φωτογραφίσεις και συνεντεύξεις… Θέλω να πω επιτέλους πως είναι δική μου επιλογή το ότι δεν εμφανίζομαι στην τηλεόραση, δεν κάνω εξώφυλλα. Δεν τον έχω για πέταμα τον χρόνο μου. Μπορεί οι προτάσεις να είναι πάρα πολλές, στενοχωριέμαι όταν βλέπω μια στοίβα με 500 προτάσεις και σκέφτομαι ότι στις 499 η απάντηση θα είναι “όχι!”, αλλά τι να κάνω… Θέλω χρόνο για το εαυτό μου, να μελετήσω, να πάω βόλτα, να δω τους φίλους μου και να ξεκουραστώ. Θέλω να ακούσω και μουσική ως ακροατής, να την απολαύσω».
Οταν ακούτε μουσική κακά παιγμένη στενοχωριέστε;
«Πολλές φορές με καλούν σε συναυλίες και επειδή ξέρω ότι θα πέσουν τα φλας επάνω μου δεν θέλω να πάω. Οταν όμως ξέρω τον καλλιτέχνη και τον εκτιμώ, πηγαίνω. Οταν πάλι γνωρίζω ότι δεν πρόκειται να μου αρέσει, προτιμώ να καθήσω στο σπίτι μου για να μη στενοχωρηθώ και να μη δημιουργήσω πρόβλημα στον εαυτό μου».
Εχετε σκεφτεί ότι το ίδιο μπορεί να πουν και για εσάς; Πώς θα αντιδρούσατε αν μαθαίνατε ότι ο τάδε ή ο δείνα είπε «ο Σγούρος δεν μου αρέσει»;
«Υπάρχει φυσικά το υποκειμενικό στοιχείο. Πάντως δεν μπορεί κανένας να με μεμφθεί για την τεχνική μου. Οπως κανένας δεν μπορεί να με μεμφθεί για το ότι δεν είμαι απόλυτα πιστός στο κείμενο που ερμηνεύω. Σε όποιον κάτι δεν αρέσει ας μην πηγαίνει να το ακούσει. Ας μην έρθει ούτε στις δικές μου εμφανίσεις. Εγώ δεν πάω να ακούσω για να βρίσω, όπως κάνουν κάτι ψευτοκριτικοί και δήθεν καλλιτέχνες».
Πρόσφατα όμως στη Λυρική Σκηνή αντιδράσατε έντονα μετά από μια παράσταση της «Αριάδνης στη Νάξο» του Ρ. Στράους. Ησασταν πολύ θυμωμένος και το δείξατε.
«Εχω απαίτηση από εκείνον που ανεβαίνει στη σκηνή να σεβαστεί τη μουσική, όπως ακριβώς τη σέβομαι εγώ. Οποιος δεν είναι πιστός στον συνθέτη ας καθήσει στο σπίτι του και ας κάνει κάτι άλλο. Δεν πρέπει να είμαστε αυστηροί με ανθρώπους που δεν μπορούν να κάνουν πολλά πράγματα. Πρέπει όμως να είμαστε αυστηροί με εκείνους που έχουν το θράσος να βγουν στη σκηνή θεωρώντας ότι μπορούν ενώ δεν μπορούν. Οταν έχεις ακούσει την “Αριάδνη στη Νάξο”, μια και το έφερε η κουβέντα, σε δίσκους από μέγιστους καλλιτέχνες, πώς να την ανεχτείς από ανθρώπους που δεν μπορούν να τραγουδήσουν σωστά ούτε πέντε μέτρα;».
Εχετε πάθος με την όπερα;
«Διδάχτηκα πολλά πράγματα από τους μεγάλους καλλιτέχνες της. Αν δεν αγαπάς το λυρικό τραγούδι, είναι αδύνατον να εκφραστείς. Είναι ο απόλυτος πλούτος της μουσικής».
Τραγουδιστής δεν σκεφτήκατε ποτέ να γίνετε;
«Οχι, δεν θα ήθελα. Θα σας έλεγε τώρα η μητέρα μου ότι δεν… έχω φωνή. Προτιμώ να είμαι ακροατής. Και να ακούω παλιές ηχογραφήσεις. Δεν με ενδιαφέρουν ιδιαίτερα οι καινούργιες».
Γιατί;
«Υπάρχει κρίση και στην όπερα, όπως σε όλα τα είδη της μουσικής. Δεν βρίσκεις τους πραγματικά μεγάλους μουσικούς, μαέστρους, σολίστ…».
Δεν υπάρχει κάποιος νέος καλλιτέχνης που να σας αρέσει πολύ, να τον θαυμάζετε;
«Οχι! Μπορεί να υπάρχει και να μην τον έχω ακούσει… Από αυτούς όμως που ξέρω, όχι».
Κάποιος παλαιότερος;
«Ο Σβιάτοσλαβ Ρίχτερ, ο Καρλ Μπεμ… Η Μαρία Κάλλας ήταν μεγάλη μορφή, επειδή όμως κατά τα πρώτα χρόνια δεν πρόσεξε τη φωνή της και ίσως η τεχνική που διδάχτηκε δεν ήταν η σωστή, γρήγορα αντιμετώπισε προβλήματα. Η μεγαλύτερη τεχνική όλων ίσως των εποχών ανήκει στην Τζόαν Σάδερλαντ, που είναι και σπουδαία ερμηνεύτρια. Εχω απεριόριστο θαυμασμό στην Ελιζαμπέτ Σβάρτσκοπφ, στη Λιούμπα Βέλιτς, στη Χίλντε Γκίντεν, στον Εμπερχαρντ Βέχτερ, στον Τζιουζέπε ντι Στέφανο, στον Φράνκο Κορέλι, στον Μάριο ντελ Μόνακο και στη Ζίνκα Μίλανοβ, ειδικά στις συνεργασίες της με τον Δημήτρη Μητρόπουλο. Αυτός ήταν τεράστιο κεφάλαιο. Και είναι κρίμα που στο ευρύτερο κοινό έχει περάσει ότι ο Μπερνστάιν είναι μεγαλύτερος μαέστρος. Είναι άδικο».
Γιατί άραγε συνέβη;
«Ισως γιατί ο Μητρόπουλος ήταν Ελληνας, και το να είσαι Ελληνας είναι “καρφί” για κάποιους ανθρώπους».
Το έχετε ζήσει και εσείς αυτό;
«Παρ’ ότι όταν είσαι Ελληνας οι ξένοι σε βλέπουν πάντα σαν εξωτικό φρούτο, το ότι έκανα μια μεγάλη διεθνή καριέρα σημαίνει πως με στήριξαν. Αντιθέτως η πατρίδα μου δεν μου έδειξε την αγάπη που έπρεπε να μου δείξει. Και δεν αναφέρομαι στον πολύ κόσμο αλλά στο κράτος που ποτέ δεν με έχει “χρησιμοποιήσει” σωστά. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να με καλούν σε δεξιώσεις, να βγάζουν δίπλα μου φωτογραφίες, να μου φιλούν τα χέρια και να λένε “έχουμε τον Σγούρο μαζί μας”. Να έρχονται υπουργοί και να μου φιλούν τα χέρια από πάνω μέχρι κάτω ενώ αστράφτουν τα φλας. Αυτό είναι σόου κακόγουστο».
Τι μπορεί να έχουν μαζί σας; Γιατί πιστεύετε ότι το μόνο που θέλουν είναι το σόου στο πλευρό σας;
«Εσείς να μου πείτε. Γιατί να μη με “χρησιμοποιούν” όπως θα μου άξιζε; Σε εμένα, σε έναν άνθρωπο που επέλεξε ως έδρα του την Ελλάδα ενώ θα μπορούσε να έχει φύγει στο εξωτερικό; Στην Ιταλία προτιμούν όποιος κάνει μεγάλη καριέρα να μην είναι Ελληνας αλλά Ιταλός. Στη Γερμανία και στην Αμερική το ίδιο. Οταν όμως σε αποδεχθούν σε βάζουν στην καρδιά τους. Εδώ στενοχωριούνται όταν είσαι Ελληνας και κάνεις διεθνή καριέρα. Τέλος πάντων, ας μην επεκταθώ. Μέσα στην ψυχή μου ξέρω ποιοι είναι φίλοι μου και ποιοι δεν είναι. Δεν μπορώ να ασχολούμαι με ανοησίες. Η ζωή είναι πολύ μικρή».
Πώς βλέπετε το μέλλον σας;
«Περιμένω να δω. Πάντως αυτή τη στιγμή που μιλάμε αισθάνομαι αρκετά καλά».
Η καριέρα σας στο εξωτερικό πώς πηγαίνει;
«Δόξα τω Θεώ, έχω καλές προτάσεις, έχω ετοιμάσει και ένα νέο CD που σύντομα θα το παρουσιάσουμε… Πράγματα γίνονται, απλώς εδώ δεν έχουν καμία δυσκολία να τα πετάξουν στα σκουπίδια».
Τι εννοείτε;
«Εννοώ ότι τα ΜΜΕ δεν πολυενδιαφέρονται για το τι κάνει ο Σγούρος. Εμφανίζομαι σε αίθουσες μεγάλες, οι κριτικοί γράφουν επαίνους, εδώ κανένας δεν παίρνει είδηση να κάνει μια μικρή αναφορά. Ετσι, για την ιστορία».
Θεωρείτε ότι αυτό γίνεται ηθελημένα;
«Δεν γίνεται τυχαία. Οταν ξεχωρίζεις σε χτυπάνε. Τέλος πάντων, δεν με απασχολούν αυτοί οι κύριοι που το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να μειώσουν τον Σγούρο. Εγώ να είμαι δημιουργικός και γερός και η οικογένειά μου, το στήριγμά μου».
«Αναζητώ την ιδανική γυναίκα»
Θα ήσασταν πολύ δυστυχισμένος αν ζούσατε σε μια οικογένεια που δεν θα καταλάβαινε τα όνειρά σας για τη μουσική;
«Σίγουρα. Υπήρξα τυχερός. Γι’ αυτό πληγώνομαι σήμερα που επιτίθενται όλοι στη μητέρα μου, τη βλέπουν σαν κόκκινο πανί. Γιατί; Γιατί προασπίζεται τα συμφέροντά μου, όπως είχε κάνει ο Μενεγκίνι με την Κάλλας, ο Μπόνινγκ με τη Σάδερλαντ, όπως κάνει ο πατέρας της Ανν Σοφί Μούτερ… Μη νομίζετε ότι και εκείνοι δεν δέχτηκαν επιθέσεις. Δεν είναι το μοναδικό θύμα η μητέρα μου. Θέλω όμως να πω ότι ο δικός σου ο άνθρωπος είναι τελικά αυτός που θα σε φροντίσει. Μακάρι να βρω μια γυναίκα που θα με νοιαστεί όπως και η μητέρα μου. Και ξέρετε γιατί το λέω αυτό; Γιατί δεν την έχω βρει ακόμη».
Δηλαδή ψάχνετε; Θέλετε να δημιουργήσετε τη δική σας οικογένεια;
«Εχω κάνει τις μέγιστες δυνατές προσπάθειες, δεν έχω βρει όμως ακόμη αυτό ακριβώς που θέλω. Ερωτεύθηκα παράφορα, πίστεψα κάποια στιγμή ότι αγάπησα… Δεν ήταν έτσι όπως νόμιζα. Αναζητώ ακόμη έναν άνθρωπο που να σταθεί δίπλα μου. Φυσικά το μητρικό φίλτρο δεν το ξαναβρίσκεις ποτέ. Είναι άλλος, ιδιαίτερος δεσμός αυτός. Ολοι το γνωρίζουμε, δεν λέω κάτι καινούργιο. Μπορείς όμως πάντα να βρεις εκείνη που θα σε αγαπήσει, θα προσπαθήσει να σε καταλάβει και να σε στηρίξει. Ετσι τουλάχιστον πιστεύω…».
Ο Δημήτρης Σγούρος συμπράττει ως σολίστ σε συναυλία της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Δρέσδης στο Μέγαρο Μουσικής, την Πέμπτη, 8.30 μ.μ. Θα ερμηνεύσει τη Φαντασία για πιάνο, χορωδία και ορχήστρα του Μπετόβεν υπό τη διεύθυνση του Μάρεκ Γιανόφσκι. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει ακόμη τη Συμφωνία αρ. 3 σε μι ύφεση μείζονα, έργο 55 («Ηρωική») του Μπετόβεν.



