Η Επιχείρηση Γουτεμβέργιος βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη και ας μην το έχουμε καν πάρει είδηση. Σε ειδικά ηλεκτρονικά αρχεία είναι αποθηκευμένα, έτοιμα να χρησιμοποιηθούν, 1.000 διαφορετικά βιβλία, από τη Βίβλο και τα άπαντα του Σαίξπηρ ως τα έργα του Ντίκενς ή την «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων» του Λούις Κάρολ. Ναι, φυσικά και πρόκειται για βιβλία που δεν γράφτηκαν χθες αφού οι σιδερένιοι νόμοι περί πνευματικών δικαιωμάτων δεν επιτρέπουν στον ακαταπόνητο Μάικλ Χαρτ να εντάξει στη Μυριόβιβλό του χωρίς να ρωτήσει ό,τι αξιόλογο έχει δώσει σε έντυπη μορφή το ανθρώπινο πνεύμα.


Σιδερένιοι νόμοι περί πνευματικής ιδιοκτησίας, που έγιναν ακόμη πιο απάνθρωποι ­ και κυριολεκτούμε με τη λέξη «απάνθρωποι» ­ χάρη στη φροντίδα των κάθε λογής συμφερόντων. Από τα 14 χρόνια πήγαμε στα 28 και τώρα φθάσαμε στα 50 μετά τον θάνατο του όποιου συγγραφέα. Οπως τα υπολογίζει ο ίδιος ο Χαρτ, με αρκετή πίκρα, αν είσαι 25 χρόνων και διαβάζεις το καινούργιο βιβλίο ενός συγγραφέα ετών 50 και ο άνθρωπος κλείσει τα μάτια του στα 75, θα μπορείς να βρεις ελεύθερο στο Internet χάρη στην Επιχείρηση Γουτεμβέργιος το βιβλίο του αυτό όταν γίνεις 100 ετών! Μια αποθαρρυντική προοπτική για τη διάδοση των ιδεών όταν κάποτε ίσχυε ότι 14 χρόνια μετά την κυκλοφορία ενός βιβλίου όλα ήταν ελεύθερα.


Και πάλι όμως το να παίρνεις στα χέρια σου τον «Μόμπι Ντικ», τον «Orlando Furioso», τον Πλούταρχο ή τα έργα του Φιοντόρ Ντοστογέφσκι όποτε θέλεις πληρώνοντας τρεις δραχμές όλες κι όλες δεν είναι και μικρό κατόρθωμα.


Αυτός ο Χαρτ όμως είναι φτιαγμένος για κατορθώματα. Εδώ και 25 χρόνια, με μοναδική προσήλωση στον σκοπό του ζει σχεδόν αποκλειστικά για να περνάει βιβλία το ένα μετά το άλλο στο Δίκτυο. Με την αγαλλίαση του αποταμιευτή κάθε φορά που προσθέτει άλλη μία στερλίνα στις προηγούμενες και όλο να τις μετράει με λαχτάρα για να νιώσει ότι ήδη το κομπόδεμα έχει σεβαστές διαστάσεις. Μόλις φθάνει ο αριθμός των καταχωρισμένων βιβλίων τα 1.000, αλλά η Επιχείρηση Γουτεμβέργιος άρχισε πλέον να απλώνεται, όπως έπρεπε να είχε συμβεί εδώ και πολύ καιρό. Ο κόσμος όμως έχει τα βάσανά του, τις προσωπικές του επιδιώξεις, τις κακίες και τις ζήλειες του. Υπάρχουν τόσοι και τόσοι άγιοι σκοποί, αλλά δεν μένει καιρός στα δισεκατομμύρια των ανθρώπων που μυρμηγκιάζουν επάνω στον πλανήτη να ασχοληθούν με αυτούς.


Ενα δώρο 28 δισ.


Ο Μάικλ Χαρτ όμως, ένας 50χρονος εργένης που εγκατέστησε το στρατηγείο της Επιχείρησης Γουτεμβέργιος στο σπίτι του αγορασμένο με τα λεφτά κάποιας κληρονομιάς, εργάζεται μέχρις εξαντλήσεως πάνω στην ιδέα του. Οταν κουραστεί πολύ, τρώει φαγητό με πολλούς υδατάνθρακες για να μπορέσει να αντέξει τις ατελείωτες ώρες πάνω από τα μηχανήματα. Να προχωρήσει… και όταν πια δεν πάει άλλο, πέφτει για λίγο ύπνο στο σπαρτιάτικα διασκευασμένο σπίτι – αρχηγείο. Βασική τροφή του η πίτσα και μάλλον είναι ο μοναδικός άνθρωπος στον κόσμο που προτού την φάει την θάβει κυριολεκτικά στη ζάχαρη για να παίρνει όσο γίνεται περισσότερη ενέργεια και να αντέχει τις δύσκολες ημέρες όχι μόνο του γραψίματος αλλά και της υπόλοιπης γραφειοκρατικής δουλειάς. Γιατί δεν είναι μόνο στο Δίκτυο που στοχεύει ο Μάικλ Χαρτ. Εχει εκδώσει ήδη ένα CD-ROM με 500 έργα από τη βιβλιοθήκη του Γουτεμβέργιου και έχουν πωληθεί από αυτό 500.000 αντίτυπα. Στα καθημερινά του καθήκοντα είναι ακόμη να απαντά σε 400 περίπου μηνύματα του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και να διευθύνει μια ομάδα 700 εθελοντών που διαρκώς χρειάζεται κάποιος να της κινεί τα νήματα, έστω και μέσα από δρόμους όχι άμεσης επικοινωνίας. Αλλωστε το σπίτι του στην Ουρμπάνα του Ιλινόι δεν ευνοεί τις πρόσωπο με πρόσωπο συναντήσεις αφού είναι κάτι μεταξύ σπιτιού και μαγαζιού, με τους άπειρους σκληρούς δίσκους, τα μόντεμ και τα άλλα κομπιουτερικά εξαρτήματα σπαρμένα παντού. Κάπου υπάρχει και ένα κρεβάτι εκστρατείας για να τον φιλοξενεί στα κλεφτά όταν πέφτει εξαντλημένος μετά από ολόκληρα εικοσιτετράωρα αδιάκοπης δουλειάς.


Οπως γράφει ο ίδιος σε διάφορα σημειώματά του για τη φιλοσοφία και την ιστορία του Project Gutenberg, το 1971 βρέθηκε να έχει στα χέρια του κάτι σαν δώρο μεγάλης χρηματικής αξίας που όμως για να το χαρείς δεν μπορείς να είσαι ο οποιοσδήποτε. Διότι για πολλούς τι θα σήμαινε να τους δώσουν χρόνο στον κομπιούτερ αξίας 100 εκατ. δολαρίων, δηλαδή σημερινά 28 δισ. δρχ.; Ο Χαρτ όμως, που ήταν στη συγκεκριμένη περίπτωση ο αποδέκτης του δώρου, ήξερε τι να το κάνει. Λες και κάποιος κινώντας αόρατα νήματα σκηνοθέτησε εκείνη τη συγκυρία, ανοίγοντας την ίδια στιγμή μια πληγή που μάλλον δεν θα κλείσει ποτέ.


Δύο ώρες μετά την είδηση για το δώρο όλου αυτού του κομπιουτερικού χρόνου, κυκλοφορούσε από τον Χαρτ το πρώτο μανιφέστο του Σχεδίου Γουτεμβέργιος. Μια διακήρυξη που έλεγε ότι η μεγαλύτερη δημιουργημένη αξία από τους κομπιούτερ δεν ήταν άπειρες και ταχύτατα εκτελούμενες πράξεις αλλά η απίστευτη και για την εποχή εκείνη αποθηκευτική ικανότητά τους. Μαζί φυσικά με τις προσφερόμενες δυνατότητες για ταξινόμηση, άρα και για αποτελεσματική αναζήτηση.


Κατόπιν ο Χαρτ προχώρησε με τον τρόπο που καταλάβαινε εκείνος ότι έπρεπε ο κόσμος να μάθει για το μεγαλεπήβολο σχέδιό του. Εστειλε μια Διακήρυξη Ανεξαρτησίας που φώλιασε σε όλους τους δικτυωμένους κομπιούτερ χωρίς να ρωτήσει τους κατόχους τους. Στην ουσία δηλαδή είχε φτιάξει έναν από τους πρώτους ιούς, όχι για κακό αλλά για να στείλει ένα σημαντικό μήνυμα όπως εκείνος πίστευε. Σε τρεις προτάσεις συμπυκνώθηκαν όσα ήθελε να πει τότε σε όποιον διέθετε μηχάνημα:


* Ο,τι μπαίνει στον κομπιούτερ μπορεί να αναπαράγεται μετά αιωνίως.


* Τα με ηλεκτρονικά μέσα γραμμένα κείμενα θα πρέπει να είναι προσιτά, άρα όσο γίνεται πιο απλά στον τρόπο αποθήκευσης και αναπαραγωγής τους, να μην κοστίζουν περισσότερο από τρεις δραχμές και να μη δημιουργούν οποιαδήποτε αναστολή στους τεχνικά αναλφάβητους.


* Απορρίπτονται ιδέες που οδηγούν σε οποιεσδήποτε δυσκολίες στην πράξη.


Τα παιδιά και οι γονείς τους όταν δουν την ταινία «Κάπτεν Χουκ» θέλουν να μάθουν τι είναι ο αυθεντικός Πίτερ Παν. Σε άλλους κινούν την περιέργεια οι παραξενιές της «Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων» και του συγγραφέα της. Για τη φάλαινα Μόμπι Ντικ γίνεται αναφορά στην ταινία «Η οργή του Χαν στο Σταρ Τρεκ». Ολα αυτά είναι και αφορμές για να ανατρέξει ο κόσμος στα πρωτότυπα. Και πρέπει, κατά τον Χαρτ, να μπορεί αμέσως να τα βρίσκει προτού εξατμιστεί το ενδιαφέρον του.


Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι τα κείμενα των αποθηκευμένων βιβλίων είναι σε ASCII, κώδικα προσιτό και στο πιο παλιό υπολογιστικό μηχάνημα. Χωρίς windows και άλλες πολυτέλειες, για να υπάρχει ελπίδα να φθάσουν στο 99% όσων θα το θελήσουν. Από τα παμπάλαια Ζ-80 και τα Atari ως τους Mac και τα μεγάλα δεινοσαυρικά μηχανήματα που υπάρχουν ακόμη σε δημόσιες υπηρεσίες ή οργανισμούς, σε όλα ανοίγονται τα αρχεία του Γουτεμβέργιου.


Ανθρωποι που έχουν στερηθεί το φως τους μπορούν να περνούν τα κείμενα αυτά σε μηχάνημα σύνθεσης της φωνής για να ακούν τους κλασικούς συγγραφείς δωρεάν, φτιάχνοντας βιβλιοθήκες ολόκληρες. Μια κοπέλα μάλιστα, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τις υπηρεσίες του Γουτεμβέργιου, αν και δεν έβλεπε η ίδια, κατάφερε με τη βοήθεια σαρωτή εικόνας να περάσει σε ηλεκτρονική μορφή 12 βιβλία που προστέθηκαν στον κατάλογο της Επιχείρησης Γουτεμβέργιος.


Ποδηλάτης του κυβερνοχώρου


Ο ίδιος ο Χαρτ μετακινείται με ποδήλατο, ενώ ανάλογης απλότητας είναι και τα μηχανήματα που χρησιμοποιεί. Πότε πότε του χαρίζουν η Apple, η ΙΒΜ, η Hewlett Packard κάποιο μηχάνημα και το πιο μεγάλο δώρο ήταν ένας σαρωτής των 15 εκατ. δρχ. για να περνάς γρήγορα ολόκληρες σελίδες και καταχωρίζοντας απευθείας σε ηλεκτρονική μορφή το κείμενο, αντί να χτυπούν οι ταλαίπωροι εθελοντές έναν έναν χαρακτήρα στα πλήκτρα.


Ο Χαρτ δεν είναι κανένας άσχετος που φοβάται τα πράγματα της πληροφορικής, αφού από μικρός ασχολιόταν με τους αλγορίθμους και δύο χρόνια στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόι σπούδασε την επιστήμη των κομπιούτερ με ειδίκευση στην επικοινωνία ανθρώπων και μηχανής. Ισως εξαιτίας των σπουδών αυτών, αν και διακρίθηκε, μίσησε τα διάφορα εντυπωσιακά αλλά χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο γραφικά και τον σπάταλο σε χρώματα, κίνηση, χωρητικότητα Παγκόσμιο Ιστό.


Τα ανυπόφορα χρόνια της δεκαετίας του ’70 ευτυχώς έχουν περάσει για τον Χαρτ, τότε που προσπαθούσε την ημέρα να πουλάει πολλά στερεοφωνικά μηχανήματα και το βράδυ να κρατάει ζωντανό τον Γουτεμβέργιο έτσι όπως τον είχε φανταστεί.


Κάποια στιγμή όμως μετά το 1988 μια μονή ρωμαιοκαθολικών μοναχών τού εξασφάλισε έναν μικρό μισθό 280.000 δρχ. τον μήνα και έζησε ξανά συμβολικά η παλιά εκείνη ρομαντική ιστορία των μοναστηριών που γίνονταν κυψέλες προστασίας μεγάλων στιγμών του παγκόσμιου πνεύματος.


Αν θα καταφέρει το 2001 ο Χαρτ να βάλει στο Δίκτυο τα 10.000 βιβλία που ονειρεύεται είναι μια υπόθεση που σηκώνει πολλά στοιχήματα. Αν όμως σήμερα κιόλας σταματούσε, με τους μόλις 1.000 τόμους που ως τώρα «πέρασε» θα λέγαμε ότι ήδη έγραψε ιστορία. Κατάφερε να δείξει πόσο στον εικονικό και γεμάτο δήθεν προσφορές κόσμο του Internet υπάρχουν ακόμη καρδιές που χτυπούν και για τον άλλον. Που θέλουν να προσφέρουν με όλη τους την ύπαρξη. Εχει δείξει ότι απλές ιδέες μπορεί να οδηγούν σε μεγαλόπνοα σχέδια. Δείχνει ακόμη ότι μπορεί να είμαστε μπλεγμένοι σε έργα χρήσιμα για όλους. Χωρίς να μας σπρώχνει σ’ αυτό η παραμικρή υποψία θρησκοληψίας, των συμφερόντων μιας μικροομάδας ή έστω η προσμονή μιας αναγνώρισης. Θυμίζει, τέλος, και σε μερικούς Ελληνες ότι, αν θέλεις, μπορείς να μείνεις αλησμόνητος στους συμπατριώτες σου χωρίς να χτίζεις πλασματικές Πρωτεύουσες του Πολιτισμού και να πέφτουν από τον ουρανό αμύθητα ποσά.