Η Ελλάδα ως ιστορική και πολιτική οντότητα στην Ευρώπη στα τέλη του 18ου αιώνα, στο πλαίσιο του Διαφωτισμού και του νέου ενδιαφέροντος για την κλασική αρχαιότητα που εκδηλώνεται την εποχή εκείνη, και ο φιλελληνισμός ως χαρακτηριστικό της ρομαντικής εποχής γοητεύουν τον βαυαρό πρίγκιπα Λουδοβίκο που ήταν ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένος σε ζητήματα τέχνης και καλλιτεχνών. Αθήνα και Μόναχο: οι ιστορίες δύο πόλεων και δύο κόσμων που αλληλεπηρεάζονται υπό το αστέρι του κλασικισμού και αναπτύσσονται υπό την σκέπην του Λουδοβίκου Α’, ο οποίος ανάγεται σε κεντρική φυσιογνωμία στις πρώτες τουλάχιστον ενότητες της έκθεσης «Αθήνα – Μόναχο. Τέχνη και Πολιτισμός στη Νέα Ελλάδα» που θα φιλοξενείται στους χώρους της Εθνικής Πινακοθήκης από την Τετάρτη. Είναι η ελληνική εκδοχή της μεγάλης έκθεσης «Η νεωτέρα Ελλάς: Ελληνες και Βαυαροί επί εποχής Λουδοβίκου Α’» («Το Βήμα της Κυριακής», Τέχνες και Καλλιτέχνες, 14.11.1999) που εγκαινιάστηκε από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο με μεγάλη επισημότητα τον περασμένο Νοέμβριο στη βαυαρική πρωτεύουσα.
Το 1832 ο πρίγκιπας Otto von Wittelsbach, ο γνωστός μας Οθων, ο δευτερότοκος γιος του βασιλέως της Βαυαρίας Λουδοβίκου Α’, εστέφθη βασιλεύς του νεοσύστατου ελληνικού κράτους που γνώρισε την απελευθέρωση έπειτα από τέσσερις αιώνες υποταγής στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο βασιλεύς Οθων και η σύζυγός του Αμαλία (Amalia von Oldenburg) εκθρονίστηκαν και έφυγαν από την Ελλάδα το 1862. Το βασιλικό ζεύγος φεύγει αλλά λίγο πριν έχει διοριστεί καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών ο Νικηφόρος Λύτρας ενώ αρχίζουν να επιστρέφουν οι σπουδαγμένοι στο Μόναχο Γύζης, Ιακωβίδης κ.ά. που κυριαρχούν στην καλλιτεχνική ζωή ως τις αρχές του αιώνα μας. «Μπορεί η πολιτική βαυαροκρατία να τελείωνε, άρχιζε όμως η καλλιτεχνική» σημειώνει η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης κυρία Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα ενώ η επιμελήτρια της έκθεσης, ιστορικός της Τέχνης, κυρία Μαριλένα Κασιμάτη εξηγεί: «Στην κάτω αίθουσα της έκθεσης παρουσιάζεται έκθεση έργων των δασκάλων της Σχολής του Μονάχου. Δεν τονίζεται τόσο η ζωγραφική όσο η αλληλεπίδραση που υπήρχε και μετά την έξωση του Οθωνα το 1862. Οι πρώτοι δάσκαλοι όταν ιδρύθηκε το Σχολείο των Τεχνών ήταν Γερμανοί. Ολοι αυτοί υποχρεώθηκαν να παραιτηθούν το 1843, όταν θεσπίστηκε νόμος περί αποχώρησης των Βαυαρών από τις δημόσιες υπηρεσίες, αλλά ο σπόρος είχε ριχτεί και άνθισε με την αναχώρηση πρώτα του Λύτρα για το Μόναχο, μετά του Γύζη, του Ιακωβίδη κ.ά. ως και τον Μπουζιάνη. Και γιατί όχι; ως και τον Ψυχοπαίδη, ο οποίος στο Μόναχο έκανε σημαντική καριέρα».
Ο ρόλος του Λουδοβίκου Α’
Ο Λουδοβίκος, κεντρική φυσιογνωμία στην κορυφαία στιγμή του κλασικισμού και στη Γερμανία και στην Ελλάδα, ενταγμένος στο φιλελληνικό κίνημα και με ιδιαίτερη ευαισθησία σε ζητήματα πολιτισμού, «αγνοεί τον πατέρα του που τον επικρίνει γι’ αυτή τη στάση του, λέγοντας μάλιστα ότι θέλει να φτιάχνει μουσεία και να βάζει κάτι βρώμικες, σπασμένες κούκλες μέσα, εννοώντας τα αρχαία γλυπτά» μας πληροφορεί η κυρία Κασιμάτη και συνεχίζει: «Η Νέα Ελλάδα που βρίσκεται στα ερείπια της Παλιάς ενθουσιάζει τον Λουδοβίκο που ταξιδεύει στη Ρώμη, από όπου περνά, σχεδόν υποχρεωτικώς, όλη η υψηλή κοινωνία των διανοουμένων της εποχής. Ο Λουδοβίκος είναι αυτός που πρωτοείδε τα αρχαιολογικά ευρήματα της Ελλάδας που σπάνιζαν πλέον λόγω της μεγάλης λεηλασίας που είχε γίνει και είναι αυτός που αγοράζοντας τους “Αιγινήτες” δίνει μια ώθηση στο ενδιαφέρον για ευρήματα που ανάγονται σε άλλες εποχές πλην της εποχής του Παρθενώνα και του Φειδία. Είναι αυτός που στέλνει με δικά του έξοδα τρεισήμισι χιλιάδες στρατό, το Βαυαρικό Επικουρικό Στράτευμα, στην υπηρεσία της Α’ Αντιβασιλείας για να καθαρίσει το έδαφος και να προετοιμάσει τον ερχομό του Οθωνα επεμβαίνοντας στα εσωτερικά της Ελλάδας. Μαζί ήρθαν και γιατροί και καλλιτέχνες και, βέβαια, μια υποδομή. Φανταστείτε ότι δεν υπήρχε ούτε ένα στρατιωτικό νοσοκομείο στην Ελλάδα. Ούτε μια μπιραρία! Βρήκαμε και παρουσιάζουμε πολύ ωραία γράμματα από αυτούς τους στρατιώτες που γράφουν τότε: “Είναι σκόνη, μύγες και ούτε ένα πράσινο δέντρο και όλοι τρώνε αρνίσιο κρέας”. Ο Λουδοβίκος τόσο σε σχέση με τα αρχαία όσο και με τα σύγχρονα συντρίμμια αποτελεί τον κεντρικό άξονα των τεσσάρων πρώτων ενοτήτων της έκθεσης».
Περιήγηση στα εκθέματα
Αντίγραφα των «Αιγινητών» που πουλήθηκαν το 1811 στην Αίγινα για να αγοραστούν λίγο αργότερα από τον Λουδοβίκο στη Ζάκυνθο σε πλειστηριασμό βρίσκονται στον πρώτο όροφο της Πινακοθήκης ενώ οι αυθεντικοί «Αιγινήτες» κοσμούν τη Γλυπτοθήκη του Μονάχου. Τα αντίγραφα, μετά το τέλος της έκθεσης, σκοπεύει να δωρίσει η Γλυπτοθήκη στο Μουσείο της Αίγινας. Τον κύριο άξονα των πρώτων ενοτήτων αποτελεί ο Λουδοβίκος που είναι παρών με ένα μπούστο πολύ σημαντικό, έργο φίλου του, πρώτου γλύπτη του κλασικισμού σε όλη την Ευρώπη. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ενότητα με τα σχέδια για την ανέγερση των ανακτόρων που με παρέμβαση του ίδιου του Λουδοβίκου δεν χτίζονται πάνω στην Ακρόπολη, σύμφωνα με τα σχέδια του Σίνκελ, αλλά εκεί όπου του ορίζει ο γνωστός αρχιτέκτων Λέο φον Κλέντσε. Τελικώς, το παλάτι αναλαμβάνει ο Γκέρτνερ και εκτίθεται μια πάρα πολύ ωραία σειρά σχεδίων και προσχεδίων.
Η έννοια του φιλελληνισμού παρουσιάζεται μέσα από διάφορα εκθέματα, μεταξύ των οποίων και το περίφημο κρεβάτι εκστρατείας όπου ο Λόρδος Μπάιρον άφησε την τελευταία του πνοή στο Μεσολόγγι, όπως και ένας πολύ ωραίος πίνακας βέλγου καλλιτέχνη που ηρωοποιεί τον ποιητή, ενώ γνωρίζουμε ότι πέθανε στο Μεσολόγγι σε άθλιες συνθήκες.
Παρακάτω παρουσιάζεται ο Απελευθερωτικός Αγώνας των Ελλήνων μέσα από τις εικόνες του Πέτερ φον Χες που έχουν γίνει κατά παραγγελία του Λουδοβίκου και που μετά εκτελέστηκαν σε τοιχογραφίες στα παλάτια, στον κήπο των Ανακτόρων του Μονάχου. Στην πλουσιότατη αυτή ενότητα παρουσιάζονται τα σχέδια και άλλων βαυαρών ζωγράφων, μελών του Βαυαρικού Επικουρικού Στρατεύματος.
Στον κάτω όροφο εκτίθεται σε ειδική, ημικυκλική κατασκευή το φημισμένο «Πανόραμα των Αθηνών» ζωγραφισμένο από τον βαυαρό ζωγράφο Φέρντιναντ Στάντεμαν, το 1835, από τον Λόφο των Νυμφών, όπου ο επισκέπτης θα μπορεί να αισθανθεί ότι αγκαλιάζεται από την Αττική και από την Αθήνα της εποχής εκείνης και όπου θα μπορεί να περιδιαβάσει και να αναγνωρίσει τα ελάχιστα εναπομείναντα κτίρια της εποχής.
Το ελληνικό τοπίο
Η ανάπτυξη του ελληνικού τοπίου όπως την είδαν οι ζωγράφοι της εποχής, ο Καρλ Ρότμαν, ο Λούντβιχ Λάνγκε κ.ά., φιλοξενείται στο επόμενο μέρος της έκθεσης. «Πάρα πολύ σημαντικά έργα που ανήκουν στην τοπιογραφία της ακουαρέλας της εποχής εκείνης και που είναι μια ειδική κατηγορία τέχνης με τόπους κυρίως αρχαιολογικού ενδιαφέροντος» λέει η κυρία Κασιμάτη συμπληρώνοντας: «Ακολουθεί η αίθουσα όπου κυριαρχούν δάνεια από το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, που υπήρξε ο ουσιαστικός μας συνεργάτης, ενώ αυτό που εντυπωσίασε τους περιηγητές και ζωγράφους της εποχής, η πολυχρωμία των ελληνικών φορεσιών, παρουσιάζεται μέσα από 12 φορεσιές επωνύμων κυριών της Αυλής και έξι υπασπιστών του Οθωνα. Ενα πάρτι πίσω από κολόνες στο οποίο βλέπουμε την Αυλή του Οθωνα με τον θρόνο του και τη φορεσιά που είχε αγαπήσει, τη φουστανέλα με τη φέρμελη (χρυσοποίκιλτο ανδρικό γιλέκο που φοριέται με τη φουστανέλα) και τα τουζλούκια (είδος κάλτσας). Δεξιά από τον θρόνο, με μια πολυδάπανη αποστολή, οφείλω να σας πω, έχουμε φέρει την Τήβεννο της Στέψης του Οθωνα, που δεν έγινε ποτέ, από το Εθνικό Μουσείο της Βαυαρίας, που ήταν ο βασικός μας συνεργάτης από εκεί».
Ενας πλουσιότατος και εμπεριστατωμένος κατάλογος που επιχειρεί την προσέγγιση στις θεωρητικές πτυχές της αλληλεπίδρασης Αθήνας – Μονάχου, παράλληλες εκδηλώσεις και η έκθεση φωτογραφίας με εικόνες της περιόδου από το 1909 ως το 1933 στις αίθουσες του Γερμανικού Ινστιτούτου Γκαίτε στην Αθήνα θα πλαισιώνουν την έκθεση, που θα διαρκέσει ως τις 3 Ιουλίου και η οποία υπήρξε χορηγική προτεραιότητα του Ομίλου της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος.



