Για έναν πολυσχιδή δημιουργικό τύπο σαν τον ΑΘΑΝ (Εϊθαν) Μυτιληναίο (www.a8ancreative.com), ο οποίος έχει στο παρελθόν δουλέψει για τα fashion shows της Victoria’s Secret, για τον ιταλικό οίκο Dolce & Gabbana και για το Beefbar του Μόντε Κάρλο, δεν είναι παράξενο να προκύπτουν εντυπωσιακές συνεργασίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτή που έκανε πρόσφατα με τον γαλλικό κολοσσό LVMH για το Métiers d’Art, το τμήμα του ομίλου που είναι αφιερωμένο στη διατήρηση και την προώθηση της εξαιρετικής χειροτεχνίας και το οποίο γιόρτασε τα δέκα χρόνια του στην περίφημη Galleria Meravigli στο Μιλάνο.
Για να τιμήσει την περίσταση, ο έλληνας καλλιτέχνης και creative consultant δημιούργησε ένα συλλεκτικό έργο με τίτλο «La Matière des Rêves», το οποίο δόθηκε ως δώρο στους εκλεκτούς επισκέπτες που παρευρέθηκαν στην εκδήλωση. Ο Μυτιληναίος, ο οποίος πρόσφατα ανέλαβε χρέη καλλιτεχνικού διευθυντή για τις καμπάνιες της ιστορικής γερμανικής φίρμας κοσμημάτων Hemmerle καθώς και μια σειρά από άλλα εξόχως ενδιαφέροντα εγχειρήματα, μίλησε στο ΒΗΜΑgazino για το έργο και την επαγγελματική φιλοσοφία του.
Κινείστε με άνεση ανάμεσα στο design, το art direction και τις ευθύνες ενός creative consultant. Οταν σας ρωτούν τι δουλειά κάνετε, πώς αυτοπροσδιορίζεστε;
«Εξαρτάται τελείως από το ποιος ρωτάει και πόσο έχει ανάγκη να βάλει μια ταμπέλα για να καταλάβει. Συνήθως λέω ότι είμαι creative consultant και καλλιτέχνης. Αλλες φορές το αντιστρέφω – καλλιτέχνης και creative consultant – και εκεί αρχίζω να τους μπερδεύω. Οπότε δίνω συγκεκριμένα παραδείγματα, προσαρμοσμένα σε ό,τι μπορεί να τους είναι οικείο. Αυτό που κάνω βρίσκεται σε ένα πεδίο όπου συναντιούνται το marketing, η στρατηγική, το design, τα οικονομικά, το storytelling και η συναισθηματική καθοδήγηση, όλα αυτά επενδεδυμένα με τέχνη και εμπειρία. Στα είκοσί μου κυνηγούσα τίτλους. Τους απέκτησα.
Οταν όμως έγινα Head of Marketing για την Dolce & Gabbana στη Μέση Ανατολή, συνειδητοποίησα ότι τίποτα από όλα αυτά δεν είχε ουσιαστική σημασία αν δεν ευθυγραμμιζόταν με αυτό που πραγματικά αγαπώ. Από τότε χαράσσω έναν δρόμο χωρίς ετικέτες, κάνοντας δουλειές που αντικατοπτρίζουν το ποιος είμαι. Το να συνεργαστεί κανείς μαζί μου απαιτεί συχνά ένα άλμα πίστης. Βλέπω τη μεγάλη εικόνα από νωρίς – και παρότι αυτό είναι δύσκολο να διατυπωθεί με ένα job description, όσοι δουλεύουν μαζί μου κατανοούν με τον χρόνο την αξία αυτού που κάνω, ακόμη κι αν δυσκολεύονται να το περιγράψουν».

H trompe-l’oeil ταπισερί με το σχέδιο του ΑΘΑΝ στο «Yalla Nile». Photo Billal Taright
Ποια είναι η βασική ιδέα ή το συναίσθημα που συνδέει όλα σας τα projects – από αντικείμενα και εσωτερικούς χώρους μέχρι την παρουσία σας στο LVMH Métiers d’Art;
«Στο επίκεντρο όλων βρίσκεται η ανθρώπινη ατέλεια και η ωμή καθαρότητα μιας ιδέας προτού γίνει υπερβολικά ραφιναρισμένη. Θυμάμαι ένα μάθημα στο Parsons με τον εκπληκτικό εικονογράφο Κιτσισαμπούρο Ογκάουα από το WWD. Μας είχε διδάξει να μη δείχνουμε ποτέ το τελικό σχέδιο – μόνο τα προσχέδια. Γιατί εκεί ζει η αλήθεια. Αυτό μου έμεινε. Ξεκινώ συχνά με εξαντλητικά λεπτομερή σκίτσα και μέσα από επαναλήψεις, αντιμεταθέσεις και αλλαγές υλικών απογυμνώνω την επιφάνεια ώσπου να μείνει μόνο η ουσία. Ειδικά σήμερα, στην εποχή των αποστειρωμένων, τεχνητών εικόνων που παράγει η AI, νιώθω ακόμη πιο έντονη έλξη προς το ατελές, το ελαττωματικό, το ειλικρινές».
Πώς ξεκίνησε η σχέση σας με την τέχνη και το design; Υπήρξε μια καθοριστική στιγμή που διαμόρφωσε την αισθητική σας;
«Ξεκίνησε πολύ νωρίς. Ολα γύρω μου έμοιαζαν σαν να μπορούν να επανασχεδιαστούν. Οταν ήμουν παιδί, είχα χρωματίσει ολόκληρη τη σκάλα της πολυκατοικίας μας με ένα μπλε μολύβι γιατί δεν μου άρεσε όπως ήταν. Είχα αφιερώσει περισσότερη ώρα στο να σχεδιάσω με μελάνι και κερί το εξώφυλλο μιας σχολικής εργασίας για την “Αντιγόνη”του Ζαν Ανούιγ παρά στο να γράψω το ίδιο το κείμενο.
Η εικόνα, όμως, έδειχνε ότι είχα καταλάβει το βιβλίο. Η αισθητική μου είναι ρευστή – ένα μείγμα παιδικής φαντασίας, μύθου και ελεγχόμενης αφαίρεσης. Ενα καθοριστικό σημείο ήταν όταν ο αρχιτέκτονας Τάρεκ Σάμα μού ζήτησε να δημιουργήσω μια τοιχογραφία επτά μέτρων. Συνέχιζα να τη ραφινάρω και εκείνος μου έλεγε: “Λιγότερη λεπτομέρεια, γύρνα στο προσχέδιο. Κάν’ το πιο ναΐφ”. Μου θύμισε εκείνο το μάθημα στο Parsons που ανέφερα πριν από λίγο: μερικές φορές η αρχική ενστικτώδης αντίδραση είναι και η πιο αληθινή».

Εικόνες από τη δουλειά του Μυτιληναίου για τη νέα έδρα του Métiers d’Art του γαλλικού επιχειρηματικού κολοσσού LVMH
Μιλήστε μας για τις συνεργασίες σας με το LVMH Métiers d’Art. Πώς προέκυψαν;
«Πριν από περίπου έναν χρόνο κάλεσαν μια ομάδα καλλιτεχνών με σκοπό να αποτυπώσουμε τη νέα έδρα τους στο Παρίσι, ονόματι La Main, η οποία περιλαμβάνει ένα γυάλινο ρετιρέ σχεδιασμένο αρχικά από τον Γκιστάβ Αϊφελ. Δημιούργησα δύο εικονογραφήσεις: μία γαλήνια και κάπως πιο architectural για την ημέρα, τη “La Main de Jour”, και μία πιο άγρια και σουρεαλιστική για τη νύχτα, γεμάτη ζώα και συμβολικά στοιχεία, τη “La Main de Nuit”.
Τους άρεσαν τόσο που μου ανέθεσαν να σχεδιάσω και τις προσκλήσεις για τα εγκαίνια – μια ευκαιρία να δείξω τον πολυδιάστατο τρόπο δουλειάς μου. Το περασμένο καλοκαίρι, γιορτάζοντας τα 10 χρόνια του Métiers d’Art, με προσέγγισαν ξανά. Eνα από τα σχέδιά μου έγινε το teaser τους: μια επανερμηνεία του ρωμαϊκού αριθμού “X” με ιαπωνική μελάνη. Το άλλο ήταν ένα limited-edition textured print, το “La Matière des Rêves”, που τιμούσε το σύμπαν τους από τα σπάνια υλικά έως την παράδοση της δεξιοτεχνίας και την καινοτομία. Eνα φανταστικό οικοσύστημα των métiers τους».
Μιλάτε συχνά για τη συναισθηματική διάσταση των αντικειμένων. Πώς μεταφράζετε το συναίσθημα σε υλική μορφή;
«Αφήνω το ίδιο το υλικό να μιλήσει. Δεν του επιβάλλω κάποια μορφή – το αφήνω να απορροφήσει την ιδέα και να την επανερμηνεύσει. Με ελκύουν υλικά που γερνούν όμορφα, που αναπτύσσουν πατίνα, που κρατούν μνήμη. Στην εποχή της αδιάκοπης παραγωγής, η μονιμότητα έχει σημασία. Αν κάτι πρόκειται να ζήσει – ίσως και να μας ξεπεράσει – πρέπει να κουβαλά ειδικό βάρος, συναίσθημα και αλήθεια. Το συναίσθημα, με αυτή την έννοια, δεν είναι διακοσμητικό αλλά δομικό στοιχείο».
Σε μια εποχή εμμονής με την καινοτομία, ποιον ρόλο παίζει η φαντασία στην τέχνη;
«Η καινοτομία έχει αξία μόνο όταν μας βοηθά να ζούμε καλύτερα – πιο κοντά στη φύση, πιο κοντά στον εαυτό μας. Οι περισσότερες “καινοτομίες” σήμερα είναι απλώς νέες τεχνολογίες με βαρύ περιβαλλοντικό κόστος. Τα data centers δεν μοιάζουν καθόλου καινοτόμα όταν δεις τι προκαλούν στα οικοσυστήματα γύρω τους. Η τέχνη, για εμένα, είναι πυξίδα. Μας ριζώνει στην ανθρώπινη φύση. Μας θυμίζει ότι η φαντασία δεν είναι μόνο οπτική, είναι συναισθηματική, ηθική, διαχρονική. Η Tεχνητή Nοημοσύνη ίσως να έχει εύρος, αλλά η ανθρώπινη φαντασία έχει βάθος. Και αυτό πρέπει να το προστατεύσουμε».
Ως creative consultant, βοηθάτε brands να ορίσουν ταυτότητα και κατεύθυνση. Από τι ξεκινάτε όταν πρέπει να το κάνετε αυτό και πώς μένετε πιστός στον εαυτό σας;
«Ζητώ απόλυτη διαφάνεια. Θέλω να μάθω όλη την ιστορία, τις φιλοδοξίες, τις αντιφάσεις, ακόμη και τις άσχημες αλήθειες. Μόνο τότε μπορώ να καταλάβω τι πραγματικά χρειάζεται μια μάρκα. Από εκεί χτίζω ιδέες που ανταποκρίνονται σε αυτή την ανάγκη, χωρίς να προδώσω την ηθική ή την αισθητική μου φωνή. Είναι ένας λεπτός χορός ανάμεσα στη διαίσθηση και την πειθαρχία. Συχνά προτείνω συνεργασίες, design systems ή δημιουργικές γλώσσες που ωθούν τον πελάτη πιο πέρα από εκεί που θα τολμούσε να πάει μόνος του. Ομως όλα γίνονται με τον δικό μου ρυθμό και δομή. Γιατί οι ιδέες έρχονται εύκολα, η υλοποίηση είναι το δύσκολο μέρος. Εκεί μπαίνω εγώ».
Ποια είναι τα πιο συχνά λάθη που κάνουν τα brands όταν προσπαθούν να διατρανώσουν πόσο creative και luxurious είναι;
«Αν ένα brand αυτοχαρακτηρίζεται ως “luxury”, πιθανότατα δεν είναι. Αν διακηρύσσει ότι είναι “δημιουργικό”, μάλλον ακολουθεί παρά οδηγεί. Η αληθινή πολυτέλεια είναι σπάνια – όχι γιατί είναι ακριβή, αλλά γιατί βασίζεται στη φροντίδα, τη δεξιοτεχνία και τη σπανιότητα. Ενα χειροποίητο κομμάτι μεταξιού από το Σουφλί είναι πολυτέλεια. Τα φρέσκα φιστίκια Αιγίνης διαθέσιμα στο νησί μόνο λίγες εβδομάδες τον χρόνο – αυτό είναι πολυτέλεια. Το μεγαλύτερο λάθος είναι να προσπαθείς να εξαπατήσεις τον πελάτη. Μην το κάνεις. Πες απλώς την αλήθεια για το ποιος είσαι. Το μόνο που έχει σημασία είναι να κάνεις αυτό που κάνεις αρκετά καλά».
Εργάζεστε σε πολλά πεδία – μόδα, design, interiors, branding. Είναι η διασταύρωση ειδικοτήτων το μέλλον της δημιουργικής δουλειάς;
«Μπορεί να είναι, αλλά μόνο αν γνωρίζεις τα όριά σου. Λατρεύω αυτό το μπέρδεμα γιατί ταιριάζει στις εμπειρίες και την περιέργειά μου, αλλά ξέρω και πότε να κάνω πίσω και να αφήσω άλλους να ηγηθούν. Δεν ισχυρίζομαι ότι είμαι interior architect, αλλά ξέρω πώς να ενισχύσω έναν χώρο οπτικά και conceptually. Αν έχεις πραγματική περιέργεια, εξερεύνησε. Αλλά μη χαθείς. Τα όρια είναι μερικές φορές χρήσιμα».
Κατάγεστε από την Ελλάδα – μια χώρα με βαθιές εικαστικές παραδόσεις. Πώς επηρεάζει αυτό τη δημιουργική σας διαίσθηση;
«Δεν μεγάλωσα στην Ελλάδα. Ανατράφηκα στο Βέλγιο και ήρθα εδώ το 2020. Η ελληνική μου καταγωγή με επηρέασε κυρίως μέσα από τη μυθολογία και τα παραμύθια που μου έλεγε η γιαγιά μου. Οι επιρροές μου είναι πολύ διεθνείς: η βελγική πειθαρχία, η γαλλική λογοτεχνία, το ιταλικό ταμπεραμέντο, το νεοϋορκέζικο showmanship, οι ανατολίτικοι συμβολισμοί του Ντουμπάι μαζί με λίγη σπίθα από την Ελλάδα – όλα φιλτραρισμένα μέσα από εμένα. Αυτό το παγκόσμιο βλέμμα διαμορφώνει ό,τι κάνω».
Βλέπετε ωστόσο σήμερα μια νέα ενέργεια στην Ελλάδα; Νιώθετε μέρος μιας ευρύτερης δημιουργικής αναγέννησης;
«Αναμφίβολα. Η τελευταία δεκαετία ανάγκασε τους ανθρώπους εδώ να γίνουν πιο αυτάρκεις, πιο εφευρετικοί. Το αισθάνεσαι στις γκαλερί, στα μπαρ, στις συζητήσεις. Υπάρχει τόλμη, μια όμορφη διάθεση ρίσκου. Δεν ξέρω αν είμαι μέρος της αναγέννησης, αλλά σίγουρα βρίσκομαι μέσα της».
Τι έχουμε να δούμε στη συνέχεια, υπάρχουν επερχόμενες συνεργασίες ή projects που σας ενθουσιάζουν;
«Θα παρουσιάσω στις 14 Νοεμβρίου ένα γλυπτό στο Αιγυπτιακό Μουσείο του Καΐρου, ένα έργο που θα σταθεί δίπλα σε 4.000 χρόνια ιστορίας. Είναι σχεδόν σουρεαλιστικό. Μόλις ολοκλήρωσα επίσης τρεις εντατικές εβδομάδες φωτογράφισης για ένα βιβλίο στο οποίο κάνω art direction, αλλά δεν μπορώ να πω περισσότερα για αυτό προς το παρόν. Θα χρειαστεί να περιμένετε περίπου έναν χρόνο για να το δείτε».
Πώς φαντάζεστε τον ρόλο των καλλιτεχνών και των σχεδιαστών την επόμενη δεκαετία, με την AI και τη βιωσιμότητα να κυριαρχούν;
«Θα χρειαστεί να συνυπάρξουμε. Αλλά δεν πρέπει ο καλλιτέχνης να γίνει το εργαλείο. Η Τεχνητή Νοημοσύνη είναι εργαλείο – δεν πρέπει να είναι το προϊόν. Oσο για τη βιωσιμότητα, πρέπει να δημιουργούμε λιγότερα και να σημαίνουν περισσότερα. Να επαναχρησιμοποιούμε, να επαναπροσδιορίζουμε, να επανεξετάζουμε. Η τέχνη και το design μπορούν να οδηγήσουν αυτή τη συζήτηση – όχι με διδακτισμό, αλλά δείχνοντας πώς το παλιό μπορεί να γίνει ξανά νέο, όμορφο και επίκαιρο».





