«Ας πάμε πίσω πέντε χρόνια χρόνια. Ξεκινούσα τη διδακτορική μου έρευνα και ήμουν σίγουρος ότι θέλω να ακολουθήσω ακαδημαϊκή καριέρα. Μπορείς να πεις ότι ήμουν πάνω στις ράγες» λέει ο 29χρονος Γιάννης Π., που προτιμάει να μην εκφράσει επώνυμα την απογοήτευσή του για την πορεία των πρώτων χρόνων μιας επαγγελματικής οδού για την οποία ο ίδιος είχε τηρήσει το δικό του μέρος της «συμφωνίας». «Είχα ήδη βραβευτεί για την έρευνά μου και ήμουν ευτυχής, αλλά όχι πεινασμένος για το επόμενο κεφάλαιο. Ημουν λοιπόν λίγο στον αυτόματο πιλότο. Γύρισα στην Ελλάδα. Αψυχολόγητο; Ούτε ακαδημαϊκή καριέρα μπορείς να κάνεις εδώ αν δεν είσαι στην παρέα κάποιου καθηγητή, αλλά και η αγορά δύσκολη. Θα βρω τον δρόμο μου, αλλά προς το παρόν μοιάζει ένας γολγοθάς ύστερα από μια δεκαετία σπουδών. Θα έπρεπε να είναι εύκολο από εδώ και πέρα» λέει χαρακτηριστικά.

Ηταν άραγε ποτέ εύκολο στη χώρα μας; Σαράντα πέντε χιλιάδες διδακτορικοί τίτλοι έχουν καταγραφεί στην Ελλάδα τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, 1.685 πέρυσι, ενώ κατά μέσο όρο εκπονούνται 1.700-1.800 κάθε χρόνο. Οπότε έχουμε ετησίως σχεδόν 2.000 υπερ-εξειδικευμένους επιστήμονες να κυκλοφορούν ανάμεσά μας. Πολλοί απ’ αυτούς φεύγουν εκτός Ελλάδας καθώς η χώρα μας δεν τους προσφέρει επαγγελματική αποκατάσταση, ενώ τα πανεπιστήμια – που είναι οι φυσικοί τους χώροι – συχνά τους αποβάλλουν, δεμένα τα ίδια από τις ασθένειες του νεποτισμού και της πελατειοκρατίας. Μένουν τα ερευνητικά κέντρα της χώρας και οι επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας για να αποκαταστήσουν την επάρκεια μιας κοινωνίας που δεν έχει «χτίσει» ακόμη ανοικτούς δρόμους μεταξύ επιστημόνων, επιχειρήσεων και δημόσιου τομέα.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω