Μεγάλο μέρος της δημόσιας συζήτησης αναλώνεται στην κατάσταση του πολιτικού συστήματος στη χώρα μας. Πόσο συχνά όμως μας απασχολεί η σχέση των πολιτών με το πολιτικό σύστημα, που αποτελεί θεμελιώδη διάσταση κάθε δημοκρατικής πολιτείας;
Είναι αυτό που στην ακαδημαϊκή γλώσσα αποκαλείται πολιτική κουλτούρα (civic culture), όπως συστηματοποιήθηκε στο περίφημο έργο των Gabriel Almond & Sidney Verba The Civic Culture (1963). Απλουστεύοντας, μπορούμε να πούμε ότι η σχέση αυτή έχει τρεις βασικές διαστάσεις: τη γνώση και τον βαθμό πληροφόρησης των πολιτών για τη λειτουργία της πολιτικής, το πώς αξιολογούν και πόσο εμπιστεύονται τους θεσμούς της πολιτείας, τον βαθμό συμμετοχής τους στα κοινά.
Ιδίως στη δεύτερη διάσταση έχουμε εστιάσει και με προηγούμενες ευκαιρίες, καθώς στην Ελλάδα της εποχής μετά την κρίση (αλλά και των πολλαπλών παγκόσμιων κρίσεων) μοιάζει να εδραιώνεται μια πολιτική κουλτούρα χαμηλής εμπιστοσύνης. Σαν να πρόκειται για ένα διαρκές υπόστρωμα καχυποψίας απέναντι σε βασικούς θεσμούς, το οποίο κατά καιρούς οξύνεται σε συνάρτηση με τη συγκυρία.
Στην έρευνα που παρουσιάζουμε εδώ, λοιπόν, επικεντρωθήκαμε σε ορισμένα στοιχεία πολιτικής κουλτούρας σε συνδυασμό και με το ζήτημα της διαφθοράς, που το τελευταίο διάστημα φαίνεται να απασχολεί τους πολίτες ως ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της χώρας – σε σχέση και με υποθέσεις όπως του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Η ψήφος και το μέλλον της χώρας
Ας ξεκινήσουμε με ένα αισιόδοξο εύρημα. Η πλειονότητα των ερωτώμενων πιστεύει ότι η ψήφος τους, η κατεξοχήν δημοκρατική διαδικασία, δεν είναι άνευ ουσίας αλλά μπορεί πράγματι να επηρεάσει το μέλλον της χώρας: 30% και 34% πιστεύουν αντίστοιχα ότι μπορεί να επηρεάσει Πολύ και Αρκετά, ενώ μόνο 9% δεν το πιστεύει καθόλου. Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό ότι οι νεότερες γενιές είναι περισσότερο πεπεισμένες: η Gen Z κατά 33% και οι Millennials κατά 35% πιστεύουν ότι η ψήφος τους μετράει πολύ.
Ηδη όμως εμφανίζεται μια υποφωτισμένη παράμετρος που υπονομεύει αυτή την αισιόδοξη αίσθηση. Εχουμε αναφερθεί ξανά στον δείκτη πολιτικής εμπιστοσύνης, ορίζοντάς τον ως τον βαθμό στον οποίο οι πολίτες εμπιστεύονται το Κοινοβούλιο ως κατεξοχήν θεσμό δημοκρατικής αντιπροσώπευσης – έναν δείκτη που, σημειωτέον, τον βρίσκουμε στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών, με μόλις 3.2 σε μια κλίμακα 0-10.
Προκύπτει, λοιπόν, εύλογα ότι το χαμηλό επίπεδο πολιτικής εμπιστοσύνης κάνει τους ανθρώπους να πιστεύουν λιγότερο ότι η ψήφος τους μετράει· για παράδειγμα, το 9% όσων δηλώνουν ότι δεν επηρεάζει καθόλου το μέλλον της χώρας γίνεται 12% ανάμεσα σε όσους αισθάνονται χαμηλή εμπιστοσύνη στην πολιτική.

«Όλοι οι πολιτικοί ίδιοι είναι»
Ας δούμε τώρα και κάτι λιγότερο αισιόδοξο. Ακούγεται – και λέγεται – συχνά ότι «όλοι οι πολιτικοί ίδιοι είναι». Στην έρευνά μας προκύπτει ότι ναι μεν η πλειονότητα των ερωτώμενων διαφωνεί (56%), υπάρχει όμως ένα όχι ευκαταφρόνητο 41% που συμφωνεί με αυτό το μάλλον ισοπεδωτικό κλισέ – και πιο έντονα όσοι απορρίπτουν την κλασική διάκριση Αριστερά-Δεξιά και αρνούνται να τοποθετηθούν σε αυτό το φάσμα (53%). Εδώ, έχουν ιδιαίτερη σημασία δύο διαστάσεις.
Η μία είναι η γενεακή. Παρότι, όπως είδαμε, οι νεότερες γενιές πιστεύουν στη σημασία της ψήφου, ταυτόχρονα όμως τείνουν περισσότερο να συμφωνούν με τη συλλήβδην απόρριψη των πολιτικών: το ποσοστό συμφωνίας γίνεται 45% στους Millennials και 42% στην Gen X, δηλαδή στις γενιές που χτυπήθηκαν από την κρίση στην πιο παραγωγική τους φάση.
Καθοριστική επίδραση έχει ασφαλώς και ο βαθμός πολιτικής εμπιστοσύνης: ενώ όσοι αισθάνονται υψηλή εμπιστοσύνη απορρίπτουν σαφώς την άποψη ότι όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι (75% διαφωνούν έναντι 23% που συμφωνούν), αντίθετα, σε όσους νιώθουν χαμηλή πολιτική εμπιστοσύνη η άποψη αυτή επικρατεί (53% συμφωνούν έναντι 43% που διαφωνούν).
Θα έλεγε, λοιπόν, κανείς ότι από την πλευρά της «ζήτησης» οι πολίτες εξακολουθούν να πιστεύουν στη σημασία της ψήφου τους. Ωστόσο, από την πλευρά της «προσφοράς» υπάρχει έντονη η αίσθηση ότι οι πολιτικοί – και η πολιτική – δεν προσφέρουν αληθινές εναλλακτικές.
Αυτή η αίσθηση χαμηλής εμπιστοσύνης αλληλοτροφοδοτείται με τις αντιλήψεις για τη διαφθορά. Γνωρίζουμε άλλωστε ότι στον Δείκτη Αντίληψης για τη Διαφθορά (CPI) της Διεθνούς Διαφάνειας η χώρα μας δεν έχει πολύ καλές επιδόσεις: το 2024 βρεθήκαμε στην 21η θέση ανάμεσα στις ευρωπαϊκές χώρες με «βαθμολογία» 49 μονάδες σε μια κλίμακα όπου το 0 σημαίνει υψηλό επίπεδο διαφθοράς και το 100 υψηλό επίπεδο διαφάνειας.

Πόσο εμπιστεύεσαι τους θεσμούς;
Σε συνάρτηση και με υποθέσεις ενδεχόμενης διαφθοράς που έρχονται στη δημοσιότητα το τελευταίο διάστημα, διερευνήσαμε τον βαθμό εμπιστοσύνης στη δυνατότητα ορισμένων θεσμών να συμβάλουν στην αποκάλυψη της αλήθειας. Εδώ, το ενδογενές έλλειμμα αξιοπιστίας γίνεται εμφανές και μόνο από το γεγονός ότι υψηλή εμπιστοσύνη απολαμβάνει ένα θεσμικό όργανο που εδρεύει «εκτός χώρας»: η Ευρωπαϊκή Δικαιοσύνη, που το 73% των ερωτώμενων δηλώνει ότι εμπιστεύεται Πολύ+Αρκετά για την αποκάλυψη της αλήθειας – προφανώς σε σχέση και με τον ρόλο που παίζει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία στην υπόθεση ΟΠΕΚΕΠΕ.
Από τους «εντός χώρας» θεσμούς ξεχωρίζει η ΕΛ.ΑΣ. με 49% και έπεται σε απόσταση η ελληνική Δικαιοσύνη με 34% (αν και 65% δηλώνουν ότι δεν την εμπιστεύονται Σχεδόν Καθόλου/Καθόλου). Σε ακόμη χαμηλότερες θέσεις βρίσκονται οι πολιτικοί θεσμοί: η Αντιπολίτευση με 26%, και η Κυβέρνηση με 22% (αλλά και με 77% που δεν την εμπιστεύονται Σχεδόν Καθόλου/Καθόλου), μαζί με τα ΜΜΕ.

Τα συμπεράσματα της έρευνας
Και εδώ παρατηρούμε το ίδιο μοτίβο. Η υψηλή πολιτική εμπιστοσύνη σημαίνει και μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους συγκεκριμένους θεσμούς για τη διαλεύκανση υποθέσεων διαφθοράς, ενώ σαφώς λιγότερο τους εμπιστεύονται εν προκειμένω όσοι αισθάνονται χαμηλή πολιτική εμπιστοσύνη αλλά και οι νεότερες γενιές, η Gen Z και οι Millennials.
Αν λοιπόν, όπως έγραφαν το 1963 οι Almond & Verba, η πολιτική κουλτούρα βασίζεται σε ένα μείγμα επικοινωνίας και πειθούς, συναίνεσης αλλά και διαφορετικότητας, διαθέτουμε ενδείξεις ότι στη χώρα μας κάποια από τα βασικά της συστατικά περιορίζονται σημαντικά. Και ανάμεσά τους ίσως το πιο πολύτιμο από όλα: η εμπιστοσύνη.
Η ταυτότητα της έρευνας
- Εταιρεία: Metron Analysis
- Ανάθεση: Συνδρομητική έρευνα
- Τύπος έρευνας: Πανελλαδική έρευνα κοινής γνώμης για θέματα της πολιτικής επικαιρότητας, δεικτών κλίματος και κοινωνικών αντιλήψεων – Συνδυασμός Computer Assisted Telephone & Web Interviews.
- Μέθοδος δειγματοληψίας: Τηλεφωνική έρευνα: Απλή τυχαία δειγματοληψία σε αρχείο τηλεφωνικών αριθμών που έχουν παραχθεί με τυχαίο τρόπο (RDD-Random Digit Dialing) με την εξής αναλογία: σταθερά τηλέφωνα 69% και κινητά τηλέφωνα 31%.
- Online έρευνα: Τυχαία επιλογή με βάση ποσοστώσεις από online panel.
- Χρόνος Διεξαγωγής: 10-16/09/2025.
- Μέγεθος δείγματος: 1.300 άτομα ηλικίας 17 ετών και άνω, 1.000 τηλεφωνικά (686 σε σταθερά και 314 σε κινητά τηλέφωνα) και 300 online.
- Μέγιστο δειγματοληπτικό σφάλμα ±2,7%
- Σταθμίσεις: Το δείγμα σταθμίστηκε εκ των υστέρων ως προς το φύλο και την ηλικία και την ψήφο στις Ευρωεκλογές 2024.
- Προσωπικό/Field/Ελεγχοι: Για την τηλεφωνική έρευνα εργάστηκαν 3 επόπτες και 36 συνεντευκτές. Το 23% των τηλεφωνικών συνεντεύξεων ελέγχθηκαν με τη μέθοδο της συνακρόασης. Το 100% των συνεντεύξεων ελέγχθηκαν ηλεκτρονικά.
Ο κύριος Γιάννης Μπαλαμπανίδης είναι πολιτικός αναλυτής, επικεφαλής πολιτικής & κοινωνικής έρευνας Metron Analysis.



