Αντιμέτωπος με πολυετή φυλάκιση βρίσκεται ο ακροδεξιός πρώην πρόεδρος της Βραζιλίας, Ζαΐχ Μπολσονάρου, καθώς αύριο ξεκινά η δίκη του ενώπιον του Ανώτατου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου της χώρας, όπου και θα αντιμετωπίσει κατηγορίες για απόπειρα χρήσης στρατιωτικής βίας και τη διενέργεια πραξικοπήματος για την ανατροπή της δημοκρατίας μετά την εκλογική του ήττα από τον αριστερό Λουίζ Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα το 2022.

Στον κατάλογο των κατηγορουμένων περιλαμβάνονται επίσης ένας ναύαρχος, τρεις στρατηγοί και ένας αντισυνταγματάρχης, ο οποίος έχει ήδη κάνει συμφωνία με τις αρχές καθώς ομολόγησε τη συμμετοχή του.

Ο Μπολσονάρου, ο ναύαρχος και οι στρατηγοί αρνήθηκαν τις κατηγορίες εναντίον τους, λέγοντας ότι είναι θύματα πολιτικής δίωξης και εισαγγελικής υπερβολής.

Όπως αναφέρει η Washington Post, οι ποινικές διαδικασίες εναντίον του Μπολσονάρου σηματοδοτούν ένα σημείο καμπής σε μια χώρα που παραδοσιακά επιλέγει τη συμφιλίωση έναντι της δίωξης όσον αφορά τα εγκλήματα κατά του δημοκρατικού καθεστώτος.

Η πλούσια σε πραξικοπήματα ιστορία της Βραζιλίας

«Τις τελευταίες δεκαετίες έχουν λάβει χώρα περισσότερα από δώδεκα πραξικοπήματα και απόπειρες πραξικοπήματος, και όλα έχουν οδηγήσει σε ατιμωρησία ή αμνηστία», δήλωσε ο Κάρλος Φίκο, ιστορικός στο Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο του Ρίο ντε Τζανέιρο. «Αυτή τη φορά τα πράγματα θα είναι διαφορετικά» πρόσθεσε.

Η δίκη του Μπολσονάρο αποτελεί επίσης το αποκορύφωμα μιας ιστορίας που έχει πολώσει ακραία τη Βραζιλία, έχει δοκιμάσει τοις αντοχές της δικαστικής της εξουσίας και έχει προξενήσει ένα διευρυμένο ρήγμα με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ άλλωστε, στενός σύμμαχος του Μπολσονάρου, έχει επανειλημμένα καταφερθεί εναντίον της ποινικής δίωξης, χαρακτηρίζοντάς την «κυνήγι μαγισσών», αξιοποιώντας παράλληλα την οικονομική και διπλωματική ισχύ της Αμερικής εναντίον της Βραζιλίας για να προσπαθήσει να επιβάλει την αλλαγή πορείας.

Η κυβέρνησή του μάλιστα έχει επιβάλει δασμούς 50% στα βραζιλιάνικα προϊόντα – έναν από τους υψηλότερους συντελεστές στον κόσμο – και έχει επιβάλει κυρώσεις επίσης στον δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Αλεξάντρ ντε Μοράες, βάσει ενός νόμου που προορίζεται για όσους κατηγορούνται για «κατάφωρες» παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Εντείνεται η πίεση στον Μπολσονάρου

Αλλά αντί να υποχωρήσει, η Βραζιλία εντείνει την πίεση στον πρώην πρόεδρο και τους συμμάχους του. Η ομοσπονδιακή αστυνομία την περασμένη εβδομάδα πρόσθεσε νέες κατηγορίες για δικαστική παρέμβαση εναντίον του Μπολσονάρου και του γιου του, Εντουάρντο, επικαλούμενη τις επανειλημμένες συναντήσεις του ομοσπονδιακού βουλευτή με αξιωματούχους του Λευκού Οίκου, όπου ενθάρρυνε τα τιμωρητικά μέτρα κατά της Βραζιλίας.

Ο Μοράες, ο οποίος επέβλεψε την έρευνα εναντίουν του Μπολσονάρο και θα είναι μεταξύ των πέντε δικαστών που θα αποφασίσουν για την τύχη του, δεν δίστασε να θέσει τον ακροδεξιό πρώην πρόεδρο σε κατ’ οίκον περιορισμό.

«Η Βραζιλία δεν θα ενδώσει στις πιέσεις», δήλωσε ο Μοράες στην Washington Post σε αποκλειστική συνέντευξη τον περασμένο μήνα. «Όλοι εδώ αναγνωρίζουν και σέβονται τη στρατιωτική και οικονομική ισχύ της Αμερικής, αλλά η Βραζιλία είναι ανεξάρτητη και θα συνεχίσει να είναι ανεξάρτητη» είχε προσθέσει.

Η εκτεταμένη συνομωσία με σκοπό το πραξικόπημα

Στην υπόθεση εναντίον του Μπολσονάρου, οι βραζιλιάνικες αρχές εξετάζουν την εκτεταμένη συνωμοσία για ανατροπή της δημοκρατικής τάξης, στην οποία συμμετείχαν δεκάδες συνωμότες εντός και εκτός της κυβέρνησής του. Ξεκίνησε το 2021, ισχυρίζονται οι εισαγγελείς, με την εκστρατεία του Μπολσονάρου να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη του κοινού στο εκλογικό σύστημα – αβάσιμοι ισχυρισμοί, όπως αναφέρουν οι αρχές, τους οποίους αυτός και οι σύμμαχοί του ενίσχυσαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Η πλεκτάνη εντάθηκε, υποστηρίζουν επίσης οι εισαγγελείς, αφού ο Μπολσονάρου έχασε τις εκλογές από τον Λούλα στα τέλη του 2022. Οι αρχές λένε ότι ο ίδιος επιμελήθηκε και παρουσίασε προσωπικά ένα διάταγμα στους στρατιωτικούς ηγέτες που εξουσιοδοτούσε τη «διόρθωση» των εκλογών, αλλά δεν κατάφερε να εξασφαλίσει ομόφωνη υποστήριξη τους. Οι εισαγγελείς ισχυρίζονται ακόμη ότι ο Μπολσονάρου υπέγραψε επίσης ένα σχέδιο – που τυπώθηκε στο προεδρικό μέγαρο – για την αποστολή μιας μοίρας στρατιωτικών πρακτόρων για να συλλάβουν και να δολοφονήσουν τον Λούλα, τον αντιπρόεδρο Τζεράλντο Άλκμιν και τον Μοράες. Η επιχείρηση, σύμφωνα με στοχεία που έχει η αστυνομία, ματαιώθηκε λίγο πριν ξεκινήσει.

Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα The Post τον Απρίλιο, ο Μπολσονάρου αντέκρουσε τους ισχυρισμούς: «Κάποιοι τρελοί έβαλαν κάτι σε έναν υπολογιστή», είπε, προσθέτοντας: «Δεν είχε καμία σχέση με εμένα».

Η φυγή του Μπολσονάρου από τη Βραζιλία

Αφού φέρεται να μην κατάφερε να εξασφαλίσει την υποστήριξη αρκετών στρατιωτικών διοικητών για να υποστηρίξουν το σχέδιό του, ο Μπολσονάρο εγκατέλειψε τη χώρα για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Χιλιάδες υποστηρικτές του, πεπεισμένοι ότι οι εκλογές είχαν νοθευτεί, εισέβαλαν στην έδρα της κυβέρνησης στη Μπραζίλια βανδαλίζοντας το προεδρικό μέγαρο, το Κογκρέσο και το Ανώτατο Δικαστήριο σε σκηνές εντυπωσιακά παρόμοιες με την επίθεση της 6ης Ιανουαρίου 2021 στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ.

Σύμφωνα με τα όσα προκύπτουν από τη Βραζιλία, η δίκη του Μπολσονάρο θα μπορούσε να ολοκληρωθεί σε λιγότερο από δύο εβδομάδες. Άλλωστε όλα τα αποδεικτικά στοιχεία — συμπεριλαμβανομένων των καταθέσεων 179 μαρτύρων και περισσότερων από 1.000 σελίδων φακέλων — έχουν ήδη συζητηθεί και εξεταστεί.