Οποιος παρακολούθησε προσεκτικά το πρόσφατο διάγγελμα του Πρωθυπουργού για το πακέτο μέτρων κατά της ακρίβειας – και ξέφυγε από τον λογαριασμό, ποιοι και πόσα θα βάλουν στην τσέπη -, ασφαλώς και αντιλήφθηκε ότι ο πόλεμος, η αβεβαιότητα και ο καλπάζων πληθωρισμός έφεραν και τη δική μας οικονομία στα όριά της.

Ποια οικονομία άλλωστε θα άντεχε τρεις διαδοχικές κρίσεις σε μία δεκαετία. Την κρίση χρέους, το πανδημικό σοκ και τώρα τον πόλεμο.

Ο κ. Μητσοτάκης ήταν απολύτως ειλικρινής. Είπε αυτό που αντιλαμβάνονται εδώ και εβδομάδες οι ειδικοί, αυτό που αισθάνονται εδώ και μήνες τα νοικοκυριά στην τσέπη τους. Οτι ο πληθωρισμός εξανέμισε τα εισοδήματα και τις ελπίδες για καλύτερες μέρες που είχαν επενδύσει (όσοι είχαν επενδύσει) στην οικονομική πολιτική μείωσης των φόρων που ακολούθησε η σημερινή κυβέρνηση από το καλοκαίρι του 2019. Μόλις μπήκε το 2020 ξέσπασε η πανδημία. Και τώρα εξαιτίας του πολέμου, η χώρα βρίσκεται σε κρίση διαρκείας.

Αυτό διατύπωσε με λίγες λέξεις ο Πρωθυπουργός λέγοντας:

«Ξέρω ότι τα όσα πετύχαμε επί σχεδόν τρία χρόνια, μειώνοντας φόρους και εισφορές και αυξάνοντας το διαθέσιμο εισόδημα, πολιορκούνται τώρα από την ακρίβεια, ενώ το γεγονός πως η οικονομία και η κοινωνία έμειναν όρθιες χάρη στα 43 δισεκατομμύρια κατά της πανδημίας, δεν αρκεί για να αισθανόμαστε σήμερα ασφαλείς».

Υπό το πρίσμα αυτό των μεγάλων δυσκολιών και της ανατροπής κάθε σχεδιασμού για την οικονομία, του προϋπολογισμού, ενδεχομένως και του χρόνου διεξαγωγής των εκλογών, κατέστη σαφές σε όλους ότι το Μέγαρο Μαξίμου αξιολογεί και επανατοποθετεί τη σειρά των κυβερνητικών προτεραιοτήτων.

Ισως γι’ αυτό ο κ. Μητσοτάκης απάντησε προκαταβολικά σε όλους όσοι κατηγορούν ότι οι παροχές είναι «φτωχές» και τα μέτρα κατά της ακρίβειας «ανεπαρκή», ξεκαθαρίζοντας ότι «οι νέες ρυθμίσεις υπηρετούν δύο αρχές:

Πρώτον, είναι στοχευμένες και όχι οριζόντιες, δίνοντας ειδικότερη έμφαση στη στήριξη των πιο αδύναμων.

Και δεύτερον, είναι ευθυγραμμισμένες με τη συνετή δημοσιονομική πολιτική.

Μία επιλογή που δεν αποκλίνει από τις αντοχές της οικονομίας και που αντιμετωπίζει το παρόν χωρίς να ναρκοθετεί το μέλλον».