Αντιμετωπίζει κρίση φυσιογνωμίας ο ΣΥΡΙΖΑ και έλλειψη πολιτικού σχεδίου; Δύο χρόνια μετά την εκλογική ήττα – και παρά το αξιοσημείωτο ποσοστό του 31,5% που κατόρθωσε να αποσπάσει τον Ιούλιο του 2019 – το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ταλανίζεται ακόμα από υπαρξιακά διλήμματα που, αν μη τι άλλο, αποτυπώνουν πτυχές μιας ανοιχτής εσωκομματικής συζήτησης που προφανώς δεν εξαντλήθηκε στην Προγραμματική Συνδιάσκεψη του κόμματος και σίγουρα περιμένει να κορυφωθεί στο συνέδριο, για τη σύγκληση του οποίου πάντως δεν φαίνεται να υπάρχει ιδιαίτερη πρεμούρα στην Κουμουνδούρου.

Τα επίδικα ζητήματα

Σε κάθε περίπτωση, η πρόσφατη παρέμβαση του τέως υπουργού Παιδείας Νίκου Φίλη μέσω της «Εποχής» επανέφερε στην επιφάνεια τα επίδικα ζητήματα που απασχολούν και προβληματίζουν ένα μέρος του κόμματος, το οποίο βλέπει τον ΣΥΡΙΖΑ δημοσκοπικά εγκλωβισμένο να αναζητεί εναγωνίως διέξοδο μέσω της… φθοράς της κυβέρνησης, στέλνοντας ενίοτε αντιφατικά και θολά μηνύματα για το τι είναι και τι πρεσβεύει στο σύνθετο και πρωτόγνωρο, ελέω πανδημίας, πολιτικό σκηνικό.

Ευθεία κριτική

Η αιχμή του κ. Φίλη ότι η ηγεσία του κόμματος «κακώς υποτίμησε» τον Μητσοτάκη (ως φορέα εμπέδωσης «μιας νεοσυντηρητικής Δεξιάς και νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας στους θεσμούς και στους αρμούς της εξουσίας») συνιστά ευθεία κριτική προς την ηγεσία του κόμματος, όπως άλλωστε και η επισήμανσή του ότι η «σημαντικότερη αιτία για τη σημερινή εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ είναι η κρίση φυσιογνωμίας και η έλλειψη πολιτικού σχεδίου για τη δημοκρατική ανατροπή».

Αν προστεθούν σε αυτά και όσα είπε για τον τρόπο που δρομολογήθηκε η διεύρυνση του κόμματος στο πλαίσιο της εξαγγελθείσας μετεξέλιξής του («η αναγκαία διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ έγινε με τρόπο που δημιούργησε συγχύσεις» είπε), τότε κατανοεί κανείς ότι στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης υπάρχει θέμα αμφισβήτησης επιλογών και χειρισμών που φτάνουν ως τον έβδομο όροφο της Κουμουνδούρου.

Σπόροι αμφισβήτησης

Αυτό είχε ήδη φανεί από την επεισοδιακή συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου (τέλη Ιουνίου), όπου αμφισβητήθηκε η θέση του πρόεδρου του κόμματος Αλέξη Τσίπρα για υπερψήφιση της σύμβασης αποζημίωσης της Fraport (με 177 εκατ. ευρώ λόγω απωλειών από την πανδημία) που διαχειρίζεται τα περιφερειακά αεροδρόμια της χώρας. Μια συμφωνία που επιτεύχθηκε επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αλλά οι αντιδράσεις στελεχών και συνοδοιπόρων της «Ομπρέλας» οδήγησαν στην υπαναχώρηση του κ. Τσίπρα και στη συμβιβαστική λύση του «παρών».

Ελληνικό και Rafale

Είχε προηγηθεί (τον Μάρτιο) μια ανάλογη διάσταση με αφορμή το «υπέρ» του κ. Τσίπρα στην επένδυση του Ελληνικού, όπως και το «υπέρ» στην αγορά των Rafale πιο πριν (τον Ιανουάριο). Ηταν η πρώτη φορά που ο πρόεδρος του κόμματος, όπως λέγεται, μίλησε στο Πολιτικό Συμβούλιο για «διασπαστικές κινήσεις», ενώ δεν έκρυψε την οργή του για τη στάση της εσωκομματικής αντιπολίτευσης, επιβεβαιώνοντας ότι υπάρχει ένα «χάσμα» ανάμεσά τους – ο κ. Τσίπρας δεν ήθελε να σταλεί το μήνυμα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κατά των επενδύσεων, ενώ οι διαφωνούντες δεν ήθελαν να δοθεί η εντύπωση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει στη ρότα των μνημονιακών πολιτικών που του επιβλήθηκαν.

Ακολούθησε η Προγραμματική Συνδιάσκεψη όπου τέθηκαν μια σειρά από ζητήματα και φάνηκε να διαμορφώνεται ένα πεδίο προσέγγισης. Η διαβεβαίωση του κ. Τσίπρα στη Συνδιάσκεψη ότι «θα διεκδικήσουμε το Κέντρο με αριστερή πολιτική» καθησύχασε τη λεγόμενη αριστερή εσωκομματική αντιπολίτευση. Ωστόσο, τα βήματα που έχουν γίνει δεν φαίνεται να κρίνονται επαρκή.

Η τριβή και το Κέντρο

Για την ακρίβεια, δεν θεωρούν ότι γίνονται βήματα στην κατεύθυνση της αριστερής ριζοσπαστικοποίησης του Κέντρου, όταν ήδη ένα τμήμα του («ακραίο Κέντρο» το αποκαλεί ο κ. Φίλης) το έχει προσεταιριστεί ο κ. Μητσοτάκης με κοινό σημείο αναφοράς το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο.

Η στροφή προς τη μεγάλη «δεξαμενή» του Κέντρου αποτελεί ένα σημείο τριβής. Ή θα γίνει με όρους αριστερής ριζοσπαστικοποίησης της κοινωνίας ή θα γίνει με όρους ευκαιριακούς στο πλαίσιο μιας συστημικής εναλλαγής σε δικομματικό πλαίσιο που θα προκύψει όχι μέσα από την πολιτική και ιδεολογική σύγκρουση των δύο κυρίαρχων πόλων, Δεξιάς – Αριστεράς, αλλά μέσω της λογικής του «ώριμου φρούτου», λένε όσοι προβληματίζονται για τις πραγματικές προθέσεις της ηγετικής ομάδας.

Το «αφήγημα»

Επί της ουσίας αμφισβητούν το (ανομολόγητο) αντιπολιτευτικό «αφήγημα» ηγετικών κύκλων που συμπυκνώνεται στην ιδέα του «ώριμου φρούτου» και τοποθετεί τον ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο ενός νέου συστημικού δικομματισμού. «Χρειάζεται πολιτικό σχέδιο, δεν αρκεί να χάνει ο Μητσοτάκης» λένε όσοι αντιτίθενται στη θεωρία του «ώριμου φρούτου», επικαλούμενοι και τις δημοσκοπήσεις οι οποίες πόρρω απέχουν από το εκλογικό ποσοστό του 2019, διατηρώντας τον ΣΥΡΙΖΑ «καθηλωμένο», ενώ την ίδια στιγμή, όπως εκτιμούν, η κυβέρνηση εμφανίζει σημάδια κάμψης στα ποιοτικά χαρακτηριστικά.

Η παρέμβαση Δραγασάκη

Τη βαρύτητά της έχει και η άποψη που διατύπωσε ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης (στην «Εφημερίδα των Συντακτών»), επισημαίνοντας για τον ΣΥΡΙΖΑ ότι «κάποιοι ενοχλούνται από την αριστερή του καταγωγή και ταυτότητα» και «ίσως τον θέλουν ιδεολογικά άχρωμο, κόμμα εναλλαγής και συναλλαγής στο πλαίσιο ενός συναινετικού δικομματισμού από τα παλιά, όραμα και στόχo του κ. Μητσοτάκη και όχι μόνο. Ομως τόσο τα παλιά όσο και τα νέα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ τον θέλουν δύναμη κοινωνικής αλλαγής, παραγωγικής ανασυγκρότησης, οικολογικού και κοινωνικού μετασχηματισμού» επισημαίνει ο κ. Δραγασάκης, ο οποίος στη συζήτηση περί Κέντρου θέτει τη δική του «πινελιά». Επικαλούμενος τις έρευνες της κοινής γνώμης, διαπιστώνει ότι τόσο οι ψηφοφόροι που αυτοπροσδιορίζονται ως αριστεροί ή κεντροαριστεροί αλλά και όσοι αυτοπροσδιορίζονται ως κεντρώοι ή μετριοπαθείς «προέρχονται από τη μεγάλη δεξαμενή της κοινωνικής Αριστεράς και της προοδευτικής παράταξης».

Η «κρίση φυσιογνωμίας» και η αναθεμελίωση

«Το ζητούμενο είναι πώς σε μια κυβέρνηση που φθίνει θα αντιτάξεις το δικό σου εναλλακτικό ριζοσπαστικό σχέδιο για μια νικηφόρα προοπτική» σημειώνουν έμπειροι κομματικοί παράγοντες, κάτι που έχει να κάνει τόσο με τις προγραμματικές θέσεις που διατυπώνει ο ΣΥΡΙΖΑ και τις προτεραιότητες που θέτει όσο και με τον τρόπο που ασκεί την αντιπολίτευσή του προς την κυβέρνηση. Ο κ. Φίλης μιλά για «κρίση φυσιογνωμίας», άλλοι μιλούν για την ανάγκη αναθεμελίωσης της αριστερής ταυτότητας του κόμματος στις νέες συνθήκες. Οπως και να το ορίζει η κάθε πλευρά, η ουσία είναι ότι στον ΣΥΡΙΖΑ έχει ανοίξει για τα καλά μια μεγάλη συζήτηση για το τι είναι, πού πάει και σε ποιους απευθύνεται.